Γιατί μόνο τα Χριστούγεννα; Γιατί μόνο τότε υπάρχουν χιλιάδες λαμπάκια με άπλετο φως που φωτίζει την ψυχή μας και τη σκέψη μας, διώχνοντας τις φοβίες μας και καλωσορίζοντάς μας στην λαμπρότερη εποχή του χρόνου.
Τέλος καλοκαιριού κι αμέσως: Πόσες ημέρες για τα Χριστούγεννα
Μπήκε ο Δεκέμβριος και το πρώτο Σαββατοκύριακο, όλοι ψάχνουν μανιωδώς τα περσινά τους στολίδια κάπου καλά κρυμμένα κι αμπαλαρισμένα σε στοίβες από χαρτόκουτα κι άλλοι σπεύδουν να προμηθευτούν νέα από αυτά για να στολίσουν το «σκοτεινό», «άδειο» σπίτι τους και να «αλλάξουν» διάθεση. Άλλοι είναι ακόμα πιο γρήγοροι, έχουν ήδη στολίσει απ’τον προηγούμενο μήνα. Ναι, αναδεικνύεται ο προφανής διαγωνισμός Ποιος θα στολίσει νωρίτερα και φέτος κι η ικανοποίηση των νικητών είναι απερίγραπτη, λες και το περίμεναν απ’τα προηγούμενα Χριστούγεννα ώστε να είναι καλά προετοιμασμένοι κι έτοιμοι και να βγουν νικητές τα φετινά. Ένας διαγωνισμός ταχύτητας, ετοιμότητας ή ανεκπλήρωτων ικανοποιήσεων;
Προφανώς και δεν «επιτρέπεται» να μη στολίσεις! Κι αν το κάνεις, απλά είσαι ο «Κύριος που θέλει να διαφέρει απ’τους υπόλοιπους» ή ο «Κύριος μίζερος». Αν, όμως, κάποιος εμβάθυνε σε αυτές τις επιλογές, θα είχε άραγε την ίδια άποψη με την νόρμα; Όντως, δηλαδή, το στόλισμα του σπιτιού σε καθιστά μέρος του κοινωνικού συνόλου και σε κατατάσσει στην κατηγορία των ευτυχισμένων και των ευδιάθετων ατόμων; Όλα κρίνονται από ένα στόλισμα, μια συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, με μια συγκεκριμένη ακολουθία και με μια συγκεκριμένη διάρκεια;
Θα ήθελα να ασχοληθώ όχι τόσο με την επιθυμία ή την απροθυμία των ατόμων να στολίσουν το σπίτι τους για τα Χριστούγεννα, αλλά κυρίως με τον τρόπο που το κάνουν και με τον βαθμό στον οποίο φθάνουν. Στην περίοδο των Χριστουγέννων,όλα γύρω μας είναι φωτεινά από…λαμπάκια. Το σπίτι μας είναι γεμάτο φως και χαρά από…λαμπάκια. Κάθε κατάστημα, κάθε χώρος που επισκεπτόμαστε είναι γεμάτος με…λαμπάκια. Κι ιδού το ερώτημα: Έναν ολόκληρο χρόνο περιμένουμε να γεμίσουμε τον χώρο που ζούμε με εκατομμύρια λαμπάκια για να χαρούμε;
Κι όμως, έχει λογική. Τη δική του λογική. Ή μάλλον, δύο αντίθετες όψεις μια περίεργης και απρόσιτης λογικής. Από τη μία, έχουμε το ασυνείδητό μας, αυτό το βαθύ και σκοτεινό μας κομμάτι που τρέμουμε και μόνο στην ιδέα να το αντικρίσουμε. Αυτό το «μαύρο κουτί του θανάτου» που κρύβει όλους μας τους φόβους, τις ηδονές, τα πάθη, τα πρωτόγονα ένστικτά μας και τα απωθημένα μας που κανείς δεν επιθυμεί να το ανοίξει.
Το ασυνείδητο, όμως, είναι εκεί σταθερό, αγέρωχο κι έτοιμο ανά πάσα στιγμή να ξεσπάσει λαμβάνοντας ποικίλες μορφές. Μία κατάλληλη περίοδος να κάνει την εμφάνισή του είναι εκείνη των Χριστουγέννων κι όχι με τον τρόπο που φανταζόμαστε, δηλαδή με μελαγχολία, κλάματα και άρνηση για στόλισμα αλλά αντίθετα με το να τοποθετούμε πολλά πολύχρωμα λαμπάκια που δίνουν φως. Δίνουν αυτό το φως που έχει ανάγκη, που δεν έρχεται ποτέ σε επαφή και που βρίσκει την ευκαιρία να εκτεθεί.
Βάζοντας πολλά λαμπάκια, ουσιαστικά δίνουμε ένα κομμάτι φωτός στο σκοτεινό μας μέρος ώστε να αποφύγουμε τις εκρήξεις του στις οποίες είμαστε συνηθισμένοι όλο σχεδόν τον χρόνο και να προλάβουμε οποιοδήποτε κακό, γιατί στο φως δεν μπορεί να λειτουργήσει. Είναι, θα έλεγε κάποιος, μια άμυνά μας στην θλίψη και στην ταλαιπωρία που βιώνουμε καθημερινώς.
Η δεύτερη όψη αυτής της λογικής αφορά στο λογικό κομμάτι του εαυτού μας, στο Εγώ μας. Αυτό το μέρος μας είναι το πραγματικό, που τα αντιλαμβάνεται όλα και που μας κάνει να έχουμε πλήρη επίγνωση των πραγμάτων. Το Εγώ λειτουργεί στο φως, το θέλει και το επιζητά με αποτέλεσμα να αναμένει εναγωνίως αυτή την εποχή του χρόνου ώστε να πλημμυρίσει απ’το φως των Χριστουγέννων.
Για αυτό το κομμάτι, το φως σημαίνει χαρά και το σκοτάδι λύπη. Είναι, όμως, πραγματικά έτσι; Μήπως το φως είναι απλά ένα καμουφλάζ του Εγώ μας για όσα μας συμβαίνουν και για όσα υφίσταται καθημερινώς; Μήπως είναι μια άμυνά του ώστε να μπορεί να συνεχίσει; Ή μήπως είναι μια κατά μέτωπον επίθεση στο κρυμμένο Εκείνο μας διότι το τρέμει και το φοβάται κάθε στιγμή; Και φυσικά, εφόσον συμβαίνει το δεύτερο, καταλαβαίνουμε ότι σε αυτή την περίπτωση δεν είναι αρκετά δυνατό ώστε να μπορεί να μείνει σταθερό απέναντι στα απωθημένα μας.
Το Εγώ μας ξέρει ότι ίσως να είμαστε λυπημένοι, ίσως να μας λείπουν κάποια αγαπημένα μας πρόσωπα, ίσως να είμαστε πολύ πιεσμένοι. Επειδή, λοιπόν, όλα αυτά τα ξέρει, αντιλαμβάνεται επίσης ότι όλα αυτά τα ψυχοφθόρα συναισθήματα μπορούν να ξεσπάσουν και να μας κατασπαράξουν, γι’ αυτό και δίνει φως, για να μην μπορούν να βγουν όπως θέλει το Εκείνο μας.
Χριστούγεννα λοιπόν…Η ωραιότερη εποχή του χρόνου. Κάλαντα, γλυκά, οικογένεια, φίλοι, αγαπημένα πρόσωπα, στολίδια, λαμπάκια…Όλα ακούγονται υπέροχα, όλα μοιάζουν παραμυθένια και φανταστικά, έως και ουτοπικά. Όμορφα κι υπέροχα συναισθήματα αναλαμβάνουν την πρώτη θέση προσπαθώντας να εκτοπίσουν συναισθήματα φόβου, άγχους και στεναχώριας. Αγαπημένα μας πρόσωπα έρχονται στην σκέψη μας, στα όνειρά μας, τα νιώθουμε μέσα απ’τις μελωδίες που ηχούν στο σπίτι μας κι έξω από αυτό. Όλοι γύρω μας περπατούν με πλατιά χαμόγελα και γεμάτοι καλοσύνη.
Και ξαναερχόμαστε κυκλικά στην ίδια απορία: γιατί μόνο τα Χριστούγεννα; Γιατί μόνο τότε υπάρχουν χιλιάδες λαμπάκια με άπλετο φως που φωτίζει την ψυχή μας και τη σκέψη μας, διώχνοντας τις φοβίες μας και καλωσορίζοντάς μας στην λαμπρότερη εποχή του χρόνου. Θα πει κάποιος Μα τα φωτάκια μας κάνουν χαρούμενους
Συγγραφέας: Τζατζαδάκη Ματρώνη,
Φιλόλογος Γλωσσολόγος,
Φοιτήτρια Ψυχολογίας ΕΚΠΑ