PsychologyNow Team

Το Coaching στην Ελλάδα: Συνέντευξη με τον Χαράλαμπο Πετρά, ιδρυτή του Athens Coaching Insitute

Το Coaching στην Ελλάδα: Συνέντευξη με τον Χαράλαμπο Πετρά, ιδρυτή του Athens Coaching Insitute

PsychologyNow Team

"Θα ήθελα να προσεγγίζουμε το Coaching ως μια διαδικασία προσωπικής αλλαγής μέσα από την στοχοθεσία: αλλάζω ως έναν βαθμό τον εαυτό μου για να πετύχω τον στόχο μου και πετυχαίνοντας τον στόχο μου αλλάζω τη ζωή μου".


O κύριος Χαράλαμπος Πετράς, ιδρυτής του Athens Coaching Institute, δίνει το μήνυμα του coaching και στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, παραθέτει ουσιαστικές και αναλυτικές πληροφορίες για το coaching και πώς μπορεί να το αξιοποιήσει κάποιος που θα το επιλέξει ως θεραπευτική προσέγγιση ή εκπαίδευση.

Μιρέλλα Κορομπίλια: Μυήστέ μας στο coaching και δώστε μας μια εικόνα για το πώς το έχουμε υποδεχτεί στην Ελλάδα;

Χαράλαμπος Πετράς: Ευχαρίστως. Είναι πολύ σημαντικό ότι πλέον μιλάμε για το coaching ως κάτι ενιαίο και όχι ξεχωριστά για το Life ή Executive και Business Coaching. Σήμερα, υπάρχει ένα ολκληρωμένο σώμα γνώσης και έρευνας. Το Coaching ορίζεται ως σχέση – όπως γνωρίζετε και εσείς στη σύγχρονη συμβουλευτική και θεραπεία – είναι μια σχέση κατά την οποία ο πελάτης (Coachee) αποκτά μια θετική αυτογνωσία, δηλαδή μια αυτογνωσία για τον «καλό» του εαυτό, για το ποιος είναι όταν είναι λειτουργικός και αποτελεσματικός. Παράλληλα, ενισχύει τα θετικά του συναισθήματα, θέτει αυθεντικούς στόχους, σχεδιάζει ένα πλάνο υλοποίησης και προχωρά σε δράσεις. Θα ήθελα να προσεγγίσουμε το Coaching ως μια διαδικασία προσωπικής αλλαγής μέσα από την στοχοθεσία: αλλάζω ως έναν βαθμό τον εαυτό μου για να πετύχω τον στόχο μου και πετυχαίνοντας τον στόχο μου αλλάζω τη ζωή μου.

Τώρα, στην Ελλάδα… Στην Ελλάδα συμβαίνει ό,τι συνέβη και στον υπόλοιπο κόσμο, δεν έχουμε κάτι εντελώς καινούριο, εκείνο που αλλάζει είναι η ένταση του φαινομένου. Και εξηγώ. Επειδή έχουμε ένα ταπεραμέντο ως λαός, είναι λίγο πιο έντονα όσα συμβαίνουν στην χώρα μας. Ας τοποθετήσουμε τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Το Coaching διακρίνεται σε δύο επίπεδα. Το ένα επίπεδο αφορά στην εξέλιξή του ως τεχνική και μεθοδολογία και το άλλο αφορά στους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτό και διεκδικούν επαγγελματική ταυτότητα. Αυτά τα δύο επίπεδα, στο εξωτερικό και λίγο περισσότερο στην Ελλάδα, δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, αποτελούν δύο παράλληλους κόσμους. Στην Ελλάδα δημιουργήθηκε μια θέση για το Coaching στην αγορά παροχής υπηρεσιών χωρίς να έχουμε παρουσιάσει με σοβαρότητα την επιστημονικά τεκμηριωμένη πλευρά του. Μας επισκέφθηκε πρώτα το lifecoaching που έχει ταυτιστεί με αυτό που αποκαλούμε «pop psychology» – με τις συνταγές επιτυχίας, τα πέντε εύκολα βήματα για να γίνετε το επίκεντρο της παρέας, και τα μυστικά για τον ιδανικό σύντροφο. Αυτά μπορεί να ακούγονται διασκεδαστικά ωστόσο ενέχουν και κάποιο βαθμό επικινδυνότητας, καθώς αναγάγουν την ευκολία και την άμεση ικανοποίηση των αναγκών σε κανόνα.

Σε αυτό το πλαίσιο, υπήρξαν αρκετοί οι οποίοι πίστευαν ότι μπορούν να κάνουν καριέρα στο Coaching χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις προσεγγίζοντάς το περισσότερο ως προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης.

Σήμερα όμως, πιστεύω ότι βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο. Το Coaching έχει ένα κοινό το οποίο είναι ενθουσιασμένο, έχει δυνάμεις και δεξιότητες που θέλει να εκφραστούν. Η ανάγκη που έχει δημιουργηθεί απαιτεί από τους σωστούς επαγγελματίες να προσφέρουν τις υγιείς βάσεις στον κόσμο που ενδιαφέρεται για να πλαισιωθεί η εξέλιξη του κλάδου. Θα πρέπει να παραμείνουμε ανθεκτικοί και πιστοί στη δεοντολογία προκειμένου να δώσουμε στον κόσμο τις σωστές απαντήσεις – ακόμη και απαντήσεις που μπορεί να μην του αρέσουν.

 

ΜΚ: Επομένως, νομίζω ότι μιλήσαμε ήδη για τις διαφορές και τις ομοιότητες με το εξωτερικό. Προχωράμε στις ομοιότητες και τις διαφορές με την ψυχοθεραπεία, που επίσης κάλυψες εν μέρει, κάνοντας λόγο για τις  σχέσεις θεραπευτή – θεραπευόμενου ως κοινή βάση, στο ταξίδι της αλλαγής του θεραπευόμενου και στην ενηλικίωση.

ΧΠ: Ακριβώς. Υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία με την σύγχρονη ψυχοθεραπεία - γιατί η ψυχοθεραπεία δεν είναι κάτι ενιαίο: έχει την ιστορία της, τις σχολές της, τις προσεγγίσεις της. Ωστόσο, ένας Coach συναντιέται με έναν σύγχρονο θεραπευτή στις έννοιες του στόχου, της αλλαγής και της αυτοπραγμάτωσης που είναι κεντρικές. Ας δούμε επιγραμματικά τη σχέση με την Ψυχοθεραπεία. Πρώτον, υπάρχει η θεωρία της μετάφρασης. Αντλούμε προσεγγίσεις, εργαλεία και μοντέλα από την ψυχοθεραπεία και τα «μεταφράζουμε» έτσι, ώστε να είναι αξιοποιήσιμασε ανθρώπους χωρίς σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Μας ενδιαφέρει να είναι εφαρμόσιμα σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης και όχι αποκατάστασης. Όπως επισημαίνει και ο Μ. Seligman, με την κλασσική ψυχοθεραπεία πηγαίναμε από το -5 σχεδόν στο μηδέν, ενώ με τη θετική ψυχολογία και το coaching, εκκινώντας από το μηδέν, ανεβαίνουμε στο +5, +7, να αγγίξουμε υψηλά πεδία λειτουργικότητας σε όλους τους τομείς της ζωής. Συνεπώς, υπάρχουν κοινά εργαλεία αλλά χορηγούνται από διαφορετική αφετηρία.

Το δεύτερο στοιχείο αφορά στη σχέση. Στο Coaching διαμορφώνεται μια σχέση συμμαχίας και εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητη για να προχωρήσει η διεργασία ωστόσο αυτή η σχέση δεν λειτουργεί ως εργαλείο διάγνωσης και παρέμβασης όπως συμβαίνει στην θεραπευτική πράξη. Υπό μία έννοια είναι μια πιο εύκαμπτη και λιγότερο αυστηρή σχέση.

Το τρίτο στοιχείο αφορά στην αυτογνωσία. Στην Ψυχοθεραπεία η αυτογνωσία είναι προορισμός, είναι ο δρόμος για την κατάκτηση και αναδόμηση ενός συχνά, χαοτικού εσωτερικού κόσμου. Στο Coaching, η αυτογνωσία αποτελεί προαπαιτούμενο και τοποθετείται στην αφετηρία της συνεργασίας. Ο Coachee θα πρέπει σχετικά πιο εύκολα να συνδεθεί με τις επιθυμίες και τις ανάγκες του, ούτως ώστε οι στόχοι που θα θέσει αμέσως μετά να συνδέονται με αυτές.

Το τέταρτο στοιχείο φέρνει στη συζήτηση την εστίαση σταθετικά χαρακτηριστικά και τις δυνάμεις του ανθρώπου, μια προσέγγιση που οφείλεται στις επιρροές από την Θετική Ψυχολογία. Τα θετικά συναισθήματα και οι δυνάμεις του χαρακτήρα αξιοποιούνται αντισταθμιστικά για να υπερβούμε δυσκολίες και αντιξοότητες. Στο Coaching, μας ενδιαφέρει να επιτύχουμε μια καλή λειτουργικότητα και, εφόσον την έχουμε, να την αυξήσουμε για να καταλήξουμε σε κάτι ακόμα καλύτερο.

Πολύ σύντομα ωστόσο, κατά την εκτίμησή μου – το πραγματικό ερώτημα θα έγκειται στο ποιος το ασκεί και όχι σε τι διαφέρει από άλλες πρακτικές. Εάν, ο ειδικός που ασκεί αυτές τις μεθόδους έχει κλινική εκπαίδευση και εμπειρία, θα μπορέσει να αξιοποιήσει coaching-τεχνικές και εφαρμογές της θετικής ψυχολογίας στην κλινική πρακτική του. Φρονώ ότι είναι απόλυτα θεμιτό, ένας σύγχρονος θεραπευτής να αξιοποιεί στοιχεία από την θετική ψυχολογία και το Coaching, χωρίς να σκέφτεται εκείνη την στιγμή αν εφαρμόζει το ένα ή το άλλο παράδειγμα. Εάν, λοιπόν, ο επαγγελματίας που το εφαρμόζει είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος, θα κάνει μια θετικής ψυχολογίας θεραπεία. Εάν ο επαγγελματίας είναι εκπαιδευμένος αποκλειστικά στο Coaching, θα το εφαρμόζει σε ανθρώπους χωρίς σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα.

 

ΜΚ.: Επομένως, εδώ κατευθύνεσαι στο ερώτημα: Ποιός εκπαιδεύεται για να γίνει coach και εάν χρειάζεται προηγούμενη ψυχολογική κατεύθυνση;

ΧΠ.: Το ουσιαστικό ερώτημα είναι το εξής: πρέπει όλοι οι Coaches να είναι Ψυχολόγοι; Και η απάντηση σήμερα είναι: όχι απαραίτητα, με βασική προϋπόθεση να τηρούνται τα παρακάτω πρότυπα και κριτήρια: Πρώτον, η εκπαίδευση θα πρέπει να καθιστά τους Coaches ικανούς να διακρίνουντο επιστημονικά τεκμηριωμένο Coaching από διάφορες ψευδο-επιστήμες και μύθους. Δεύτερον, θα πρέπει εντός του εκπαιδευτικού προγράμματος, να υπάρχει ενότητα η οποία θα εκπαιδεύει τους επαγγελματίες όχι να κάνουν διάγνωση διαταραχών ή αξιολόγηση προσωπικότητας φυσικά, το οποίο είναι έργο των ψυχολόγων, αλλά να κατανοούν με σαφήνεια εάν το αίτημα του πελάτη είναι συμβατό με τις γνώσεις και τον ρόλο τους. Το ερώτημα, δηλαδή, δεν είναι εάν ο εν δυνάμει πελάτης είναι «καλά» ή όχι – που δεν συμφωνώ με αυτή την προσέγγιση και θεραπευτικά – αλλά εάν εγώ ως επαγγελματίας έχω τη γνώση, την εξειδίκευση και την εμπειρία να ανταποκριθώ θετικά σε αυτό που μου ζητείται. Αυτό λοιπόν σήμερα υπάρχει και συμπεριλαμβάνεται σε μια Coaching εκπαίδευση. Λέγεται «coachability assessment» και έχει προκύψει από τον κλάδο της Coaching Ψυχολογίας..

Κλείνοντας το ζήτημα αυτό, θα ήθελα να κάνω ένα κάλεσμα στους συναδέλφους μου. Eίμαι πολύ χαρούμενος όταν βλέπω ανθρώπους από τον κλάδο μας να ασχολούνται με το Coaching διότι πιστεύω ότι η Ψυχολογία θα προσφέρει στο Coaching και το Coaching θα συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της Ψυχολογίας.

 

ΜK: Όσον αφορά στο θέμα της πιστοποίησης;

XΠ: Θα το πω όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται. Δεν υπάρχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στο Coaching. Δεν υπάρχει θεσμικά – και εννοώ κρατικά – κατοχυρωμένη πιστοποίηση. Είναι ωστόσο, η πιστοποίηση κάτι άχρηστο; Όχι. Είναι κάτι εξαιρετικά χρήσιμο και αναγκαίο, διότι βοηθάει τον επαγγελματία να δημιουργήσει ένα πλάνο επαγγελματικής ανάπτυξης, με συνεχείς εκπαίδευσης και εποπτείες. Οι εν λόγω πιστοποιήσεις είναι άτυπες εντούτοις προάγουν την αίσθηση του ανήκειν και την αναστοχαστική πρακτική. Το λάθος θα είναι να γίνουν αυτοσκοπός αδιαφορώντας για την ουσία.

 

ΜΚ: Αυτό που συμβαίνει τώρα στον επαγγελματικό χώρο της Ψυχολογίας είναι ότι μόλις ολοκληρώσει κανείς τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο, έχει τη δυνατότητα να λάβει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος Ψυχολόγου.

ΧΠ: Υπάρχει ωστόσο, αν μου επιτρέπεις, η έννοια της αυτορρύθμισης. Ο καθένας θέτει τα όρια του και οργανώνει τον εαυτό του όπως πιστεύει καλύτερα. Δεν μπορεί μια συλλογικότητα να λειτουργήσει ως άλλος αστυνόμος και ντετέκτιβ, δεν πιστεύω σεκάτι τέτοιο.

 

ΜΚ:  Ούτως ή άλλως, πιστεύω ότι το κάθε περιστατικό είναι τόσο ξεχωριστό, που και ο καλύτερος θεραπευτής είτε με την ιδιότητα του coach είτε με οποιαδήποτε άλλη έχει την ευχέρεια, όταν του τύχει κάτι, να το κάνει παραπομπή και να μην το αναλάβει.

ΧΠ: Σαφώς. Η αυτορύθμιση πρέπει να υπάρχει. Αυτό που μπορεί να κάνει μια εκπαίδευση στο coaching, αν μη τι άλλο, είναι να βοηθήσει τον νέο επαγγελματία να αναπτύξει αυτή την λειτουργία και να είναι ταπεινός, ειδικά στα πρώτα του βήματα, προκειμένου να διασφαλίσει την εγκυρότητα και την αποτελεσματικότητα της δουλειάς του.

 

ΜΚ: Ωραία. Επομένως, περνάμε στο ερώτημα: Πώς υπερασπίζεσαι αυτή τη νέα προσέγγιση;

ΧΠ:  Η αποστολή μου, αν θέλεις, είναι να συμβάλλω στην προσπάθεια ηελληνική κοινωνία να γνωρίσει το επιστημονικά τεκμηριωμένο Coaching. Μέσα από το pop κίνημα που κάνει λόγο για γρήγορες και εύκολες λύσεις, αναδύθηκε η ανάγκη των ανθρώπων για επίτευξη στόχων, αυτοβελτίωση και ενίσχυση των θετικών συναισθημάτων του.Οι ιδέες του στόχου, της κινητοποίησης, της αλλαγής και της θετικής αναπλαισίωσης έγιναν πυρηνικές στη σύγχρονη σκέψη. Εργάζομαι για να απαντήσω σε αυτές τις ανάγκες και τις ιδέες με επιστημονικό τρόπο. Δεν με ενδιαφέρει μια επιστήμη η οποία είναι κλεισμένη στο γραφείο της και κάνει υποθέσεις εργασίας. Με ενδιαφέρει μια επιστήμη «από τα κάτω». Πιστεύω ότι το έχουμε καταφέρει αυτό στο Ινστιτούτο. Έχουμε, βέβαια, πολλή δουλειά ακόμη για να προσφέρουμε όσα πραγματικά επιθυμούμε, ωστόσο σημασία έχει ότι υπηρετούμε αυτόν τον κλάδο με επαγγελματισμό.

Πηγή έμπνευσης για μένα αποτελεί το έργο που παράγεται στον κλάδο της Coaching Ψυχολογίας. Υπάρχουν δύο πολύ σημαντικές, ακαδημαϊκές μονάδες που λειτουργούν στο City University στο Λονδίνο και στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ στην Αυστραλία. Η Coaching Ψυχολογία είναι ο κλάδος που ερευνά την ανάπτυξη και την αλλαγή στους ανθρώπους χωρίς σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και αξιοποιεί θεωρίες και μεθόδους από την επιστήμη μας για να τους βοηθήσει να αυξήσουν τις επιδόσεις τους σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις ΗΠΑ, εκεί, ωστόσο, κυριαρχεί η Θετική Ψυχολογία. H Αμερική έχει μεγάλη παράδοση στον τομέα αυτό. Το coaching εκεί λειτουργεί ως πεδίο εφαρμογής των αρχών και των τεχνικών της Θετικής Ψυχολογίας.

 

ΜΚ: Ακούγοντας όλα αυτά, σκεφτόμουν ότι η ανάπτυξη του coaching psychology θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη στην Ελλάδα, καθώς υπάρχει τόσο μεγάλος αριθμός οικογενειακών επιχειρήσεων, που επιβάλλει τον συνδυασμό και των δύο…

ΧΠ: Έχεις απόλυτο δίκιο. Έτυχε αρκετές φορές να εργαστώ σε οικογενειακές επιχειρήσεις, κι αυτό που παρατηρώ είναι ότι σχεδόν όλες οι τεχνικές της συστημικής -της συμβουλευτικής και της ψυχοθεραπείας- έχουν βρει διέξοδο και εφαρμόζονται ήδη και στο coaching: η εστίαση στη λύση, η αξιοποίηση πηγών, η επίτευξη στόχων, η διαδικασία της αλλαγής, η θεώρηση ότι το πρόβλημα δεν είναι το ίδιο το πρόβλημα αλλά ο τρόπος αντιμετώπισής του. Όλες αυτές είναι αρχές συστημικής σκέψης οπότε πιστεύω ότι ένας συστημικός θα έχει πολλά να προσφέρει στις ελληνικές επιχειρήσεις.

 

ΜΚ: Θέλεις να μου μιλήσεις για τα εκπαιδευτικά σας προγράμματα;

ΧΠ: Βεβαίως. Το πρόγραμμα για το οποίο είναι περισσότερο γνωστό το Ινστιτούτο, είναι το μονοετές πρόγραμμα AccreditedDiplomainCoaching, που είναι το μόνο βιωματικό και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα. Οι συμμετέχοντες, ολοκληρώνοντας την εκπαίδευση και την απαιτούμενη πρακτική τους, θα είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν τα βήματά τους στον χώρο. Θα έλεγα ότι είναι ένα πρόγραμμα, που ενσωματώνει τις έννοιες της ανάπτυξης και της αυτοβελτίωσης καθώς βοηθάει τον άνθρωπο να μεταμορφωθεί. Ο εκπαιδευόμενος εισέρχεται ως απλός πολίτης χωρίς καμία επαφή με τον χώρο και αρχίζει να αλλάζει αποκτώντας γνώση. Είναι βιωματικό, οπότε ο καθένας θα πρέπει να εισέλθει συνειδητά σε μια διαδικασία προσωπικής ανάπτυξης. Φυσικά, είναι διπλά πιστοποιημένο από τους σχετικούς συλλόγους που έχουμε στον κλάδο.

 

ΜΚ: Μάλιστα. Θεωρώ πολύ σημαντικό ότι ανέφερες ότι περιέχεται και ένα μεγάλο βιωματικό κομμάτι στο εν λόγω πρόγραμμα. Είναι γεγονός ότι, μόνο μέσα από την εμπειρία και τη γνώση, μπορεί να αποκτήσει κανείς μια ολοκληρωμένη εικόνα. Διαβάζοντας μόνο, δεν μπορείς να κατανοήσεις κάτι, χρειάζεται να συνδυάσεις διάφορα πράγματα.

ΧΠ: Ακριβώς. Ο τρόπος που εργαζόμαστε στα προγράμματά μας διαφέρει στα εξής: Πρώτον, υπακούει στις αρχές του πραγματικού coaching, οτιδήποτε διδάσκουμε έχει προέλθει από την έρευνα. Έχει προηγηθεί μελέτη πάνω στο καθετί για να ενταχθεί στην ύλη. Δεύτερον, ο εκπαιδευόμενος θα αποκτήσει την ψυχολογική σκέψη που χρειάζεται ένας Coach και θα έρθει σε επαφή με εργαλεία και τεχνικές που είναι πάρα πολύ σύγχρονα. Το τρίτο στοιχείο αφορά στη βιωματική εκπαίδευση. Δεν υπάρχει εκπαίδευση στο χώρο μας που να είναι αποτελεσματική και να μην είναι βιωματική.  Η συνεδρία και το coaching δεν μαθαίνονται διαφορετικά. Ασφαλώς και η μελέτη είναι απαραίτητη, αλλά η βάση πρέπει να είναι το βίωμα και ο αναστοχασμός.

Για να μπορέσει κανείς να ανταποκριθεί με αποτελεσματικότητα σε αυτό το αντικείμενο και να είμαστε και εμείς περήφανοι για τη βεβαίωση, που του δώσαμε, θα πρέπει πρώτον να είναι έτοιμος, ως ένα βαθμό, να δεχτεί και να εσωτερικεύσει την προσέγγιση στην οποία εκπαιδεύεται και δεύτερον επειδή μου αρέσει να δουλεύω σε υψηλό επίπεδο, να δεσμευτεί απόλυτα στις υποχρεώσεις και το χρονοδιάγραμμα του προγράμματος. Εάν, λοιπόν, κάποιος είναι έτοιμος να αλλάξει, να αποκτήσει νέα γνώση, να μπει σε ένα ταξίδι βιωματικής εκπαίδευσης και επιθυμεί να βοηθήσει και άλλους να αποκτήσουν στόχους, τότε ναι, ξεκινάμε και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνουμε εμείς. Δεν γίνονται όλοι δεκτοί στο πρόγραμμα.

 

ΜΚ: Εγώ, προσωπικά, το βρίσκω ιδιαίτερα ανακουφιστικό αυτό που ακούω. Δεν κερδίζει, δηλαδή, μόνο την εμπιστοσύνη του ανθρώπου, που θα επιλέξει το πρόγραμμα αλλά και εκείνου που θα επιλέξει αργότερα τον εκπαιδευόμενό σας.

ΧΠ: Ακριβώς. Αυτό, μάλιστα, που με χαροποιεί ιδιαίτερα είναι τα μηνύματα που λαμβάνω από τους μαθητές που συνειδητοποιούν τις διαφορές τους από τους συνήθεις Coaches. Εδώ εργαζόμαστε για ένα Coaching με βάθος και ουσία. Δεν περιοριζόμαστε σε μια επιφανειακή διαδικασία καθώς δεν μαθαίνουμε απλώς μοντέλα. Το μοντέλο βοηθάει τον coach να μάθει, δεν βοηθάει τον πελάτη να αναπτυχθεί. Επομένως, δημιουργούμε μια βαθύτερη σχέση με αυτό που ονομάζεται γνώση και δεξιότητα. Είμαι πολύ περήφανος για αυτό που καταφέραμε και όσοι είναι σε αυτή την κουλτούρα, που επιθυμούν κάτι ουσιαστικό, αποτελεσματικό και ασφαλές, είναι καλοδεχούμενοι.

 

ΜΚ: Πέρσι είχες βγάλει και το βιβλίο «Η τέχνη του coaching»…

ΧΠ: Ο τίτλος είναι «Η τέχνη του coaching. Εισαγωγή στη θεωρία και πρακτική της coaching ψυχολογίας». Χρειάστηκα τέσσερα περίπου χρόνια να το ετοιμάσω. Έχει αρκετή προσωπική έρευνα, όχι αποκλειστικά βιβλιογραφική αλλά και εμπειρική μέσα από τις ανθρώπους με τους οποίους εργαστήκαμε σε συνεδρίες και σε εκπαιδευτικά σεμινάρια. Θα ήθελα και από αυτό το βήμα να ευχαριστήσω όλους για τις εμπειρίες που μοιραστήκαμε. Το βιβλίο είναι ένα εγχειρίδιο, που απευθύνεται στον εκείνον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το Coaching και να το γνωρίσει ουσιαστικά. Στο πρώτο μέρος του, επιχειρώ μια ανθρωπολογική προσέγγιση του φαινομένου και το συνδέω με αυτό που ονομάζω «θετική στροφή» στην Ψυχολογία, έναν όρο που δανείστηκα από την Ιστορία και τη Φιλοσοφία. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου αποτελεί, ουσιαστικά, έναν οδηγό για τον επαγγελματία. Περιλαμβάνει τεχνικές, μοντέλα και στάσεις που πρέπει να έχει ένας σύγχρονος Coach στο ρεπερτόριό του, πρωτόκολλα και ασκήσεις που μπορούν να εφαρμοστούν τόσο σε ατομικό – προσωπικό επίπεδο όσο και σε οργανωσιακό – ομαδικό.

 

ΜΚ: Απ΄ ότι πληροφορηθήκαμε, ετοιμάζεις κάτι καινούριο…

ΧΠ: Ετοιμάζω κάτι καινούριο, ναι. Ελπίζω να έχει βγει μέχρι το καλοκαίρι [γιατί το πρόγραμμα μου είναι λίγο βαρύ]. Το επόμενο βιβλίο, που ετοιμάζω, θα περιέχει συγκεκριμένες τεχνικές, ψυχομετρικά εργαλεία και στρατηγικές παρέμβασης. Σε αυτό το βιβλίο με ενδιαφέρει να αναδείξω της σύγχρονες τάσεις στην έρευνα αναφορικά με τη σύνθεση και ολοκλήρωση της Coaching πρακτικής. Δηλαδή, πέρα από τα εργαλεία και τις τεχνικές που θα περιλαμβάνει, τα οποία θα μπορούσε να αξιοποιήσει ένας ψυχολόγος, ένας coach ακόμα και ένας manager στην ομάδα του, με ενδιαφέρει να αναδείξω ότι, πλέον, στο Coaching αξιοποιούμε πρωτόκολλα από την Τραυματοθεραπεία, την Ύπνωση, τον Νευρο-γλωσσικό Προγραμματισμό και άλλους επιμέρους κλάδους της Ψυχολογίας. Νομίζω ότι η σύνθεση όλων των παραπάνω με τη δυναμική που προσφέρει η θετική ψυχολογία μπορεί να φέρει σπουδαία αποτελέσματα.

 

ΜΚ: Επομένως, είναι μια μορφή θετικής ψυχολογίας και καταρρίπτει και τον μύθο τι είναι coaching στην Ελλάδα. Νομίζω, εξάλλου, ότι όλη αυτή περιστρέφεται γύρω από αυτό, καθώς υπάρχει μια στρεβλή εικόνα της πλειοψηφίας των ανθρώπων σχετικά με το τι είναι coaching.

ΧΠ: Για να μην πάμε και πολύ μακριά, θεωρώ ότι τα μοτίβα επαναλαμβάνονται και ότι οι στρεβλές εικόνες αποτελούν αποκλειστική ευθύνη των επαγγελματιών που υπηρετούν τον κάθε κλάδο. Ομοίως, υπήρχε μια στρεβλή εικόνα και για την Ψυχοθεραπεία. Μην ξεχνάμε ότι η αναπαράσταση μιας αυθεντίας που καθόταν σε μια πολυθρόνα με χιλιάδες πτυχία σαν εικονίσματα που παραπέμπουν στην κατοχή μιας μυστικής γνώσης για τον άνθρωπο και η δημιουργία μιας ιδιότυπης σχέσης συμβολικής εξουσίας «ειδικού – ασθενή», δεν είναι πολύ μακρινή. Η απάντησή μου σε αυτά είναι ότι πρέπει να σταθούμε κριτικά, αλλά με θετικότητα και αισιοδοξία αναζητώντας απαντήσεις στις ανάγκες που λανθάνουν σε κάθε εκδοχή.

 

ΜΚ: Πάντως, είναι πολύ ωραίο να ακούς ότι όποιος θέλει να απευθυνθεί σε αυτό είναι ένας άνθρωπος που θέλει να δραστηριοποιηθεί και επιθυμεί να αλλάξει τον εαυτό του. Δεν αναμένει την παρέμβαση ενός γκουρού. Απλώς, θέλει κάποιον να του παρέχει τα εργαλεία και το πλαίσιο.

ΧΠ: Μα μόνο έτσι… Οι γκουρού της ευτυχίας και οι συνταγές, που κυκλοφορούν δεν ταιριάζουν σε ανθρώπους που διατηρούν μια κριτική στάση απέναντι στη ζωή. Με άλλα λόγια, πιστεύω ότι ένας άνθρωπος που αναζητά να ζήσει τη ζωή του με αυθεντικότητα, που είναι συνδεδεμένος με το εδώ και τώρα, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του, θα παραμείνει διστακτικός απέναντι σε τέτοιες εύκολες συνταγές επιτυχίας. Πραγματικά, αισθάνομαι πολύ άβολα ως άνθρωπος, ως φύση, ως οντότητα απέναντι σε ανθρώπους που επικαλούνται μαγικές φόρμουλες […] και προσπαθώ να κάνω κάτι διαφορετικό στον χώρο μου. Νομίζω ότι μπορούν να γίνουν θετικά βήματα. Χρειάζεται χρόνος και ο σωστός τρόπος.

 

ΜΚ: Πάντως, το βιβλίο αντικατοπτρίζει και την προσωπική σου εξέλιξη. Τώρα, είναι σαν να εξελίσσεσαι και στον τρόπο του να δώσεις και τα εργαλεία, δηλαδή και μια μορφή ψυχοεκπαίδευσης στο πώς μπορείς αυτό να το κάνεις εφαρμογή.

ΧΠ: Εννοείται. Είναι το έργο που κάνει τον δημιουργό, δεν είναι ο δημιουργός που κάνει το έργο, το έργο σου δίνει ταυτότητα. Υπό αυτή την έννοια, η συγγραφή όπως και η διδασκαλία αποτελούν ένα εσωτερικό στοίχημα, μια εσωτερική διαδικασία ανάπτυξης. Ο εκπαιδευτής αναπτύσσεται μέσα από την εκπαίδευση και ο συγγραφέας μέσα από τη συγγραφή του. Μόνο έτσι έχει νόημα. Υπάρχει πάντοτε ο στόχος για εξέλιξη, αυτή η αγάπη για μάθηση και εξέλιξη δεν φεύγει.

 

ΜΚ: Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που τους έδωσες κάτι, ανυπομονούν για τη συνέχεια, οπότε είναι πολύ ωραίο που αποφάσισες να τους προσφέρεις μια συνέχεια σε αυτό.

ΧΠ: Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, καλή συνέχεια και σε σένα.


Συνέντευξη και επιμέλεια: Μιρέλλα Κορομπίλια, Ψυχολόγος

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...