PsychologyNow Team

Ο αυτισμός και η ΔΕΠ-Υ συνδέονται με τη διαταραγμένη χλωρίδα του εντέρου από τον πρώτο χρόνο της ζωής του βρέφους

Ο αυτισμός και η ΔΕΠ-Υ συνδέονται με τη διαταραγμένη χλωρίδα του εντέρου από τον πρώτο χρόνο της ζωής του βρέφους

PsychologyNow Team
οικογένεια με παιδί που έχει διαταραγμένη χλωρίδα του εντέρου
Image credit: v.ivash/ freepik.com

Οι ερευνητές βρήκαν πολλούς βιολογικούς δείκτες που φαίνεται να συσχετίζονται με μελλοντικές διαταραχές μίας νευρολογικής ανάπτυξης, όπως η διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, η ΔΕΠΥ, η διαταραχή της επικοινωνίας και η νοητική αναπηρία.


Η διαταραγμένη εντερική χλωρίδα κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής σχετίζεται με διαγνώσεις όπως ο αυτισμός και η ΔΕΠ-Υ αργότερα στη ζωή. Αυτό προκύπτει από μελέτη με επικεφαλής ερευνητές του Πανεπιστημίου της Φλόριντα και του Πανεπιστημίου του Λίνκεπινγκ, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cell.

Η μελέτη είναι η πρώτη εμπροσθοβαρής ή προοπτική μελέτη που εξετάζει τη σύνθεση της εντερικής χλωρίδας και μια μεγάλη ποικιλία άλλων παραγόντων σε βρέφη, σε σχέση με την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος των παιδιών. Οι ερευνητές βρήκαν πολλούς βιολογικούς δείκτες που φαίνεται να σχετίζονται με μελλοντικές διαταραχές της νευρολογικής ανάπτυξης, όπως η διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, η ΔΕΠΥ, η διαταραχή της επικοινωνίας και η νοητική αναπηρία.

Το αξιοσημείωτο της μελέτης μας είναι ότι αυτοί οι βιοδείκτες βρέθηκαν κατά τη γέννηση στο αίμα του ομφάλιου λώρου ή στα κόπρανα του παιδιού σε ηλικία ενός έτους, πάνω από μια δεκαετία πριν από τη διάγνωση, λέει ο Έρικ Τρίπλετ, καθηγητής στο Τμήμα Μικροβιολογίας και Κυτταρικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου της Φλόριντα στις ΗΠΑ, ένας από τους ερευνητές που ηγήθηκε της μελέτης.

AUTISMOS DEPY XLWRIDA ENTEROU E

Η μελέτη αποτελεί μέρος της μελέτης ABIS (All Babies in Southeast Sweden) με επικεφαλής τον Τζόνι Λούντβιγκσον από το Πανεπιστήμιο Linköping. Περισσότερα από 16.000 παιδιά που γεννήθηκαν την περίοδο 1997-1999 και αντιπροσωπεύουν το γενικό πληθυσμό, παρακολουθήθηκαν από τη γέννηση μέχρι τα είκοσι τους χρόνια. Από αυτά, 1.197 παιδιά, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 7,3%, έχουν διαγνωστεί με διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, ΔΕΠΥ, διαταραχή επικοινωνίας ή νοητική αναπηρία.

Ένας μεγάλος αριθμός παραγόντων του τρόπου ζωής και του περιβάλλοντος εντοπίστηκε μέσω ερευνών που διεξήχθησαν αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ανατροφής των παιδιών. Για ορισμένα από τα παιδιά, οι ερευνητές ανέλυσαν ουσίες στο αίμα του ομφάλιου λώρου και βακτήρια στα κόπρανά τους στην ηλικία του 1 έτους.

Στη μελέτη βλέπουμε ότι υπάρχουν σαφείς διαφορές στην εντερική χλωρίδα ήδη κατά τον πρώτο χρόνο ζωής μεταξύ εκείνων που αναπτύσσουν αυτισμό ή ΔΕΠΥ και εκείνων που δεν αναπτύσσουν. Βρήκαμε συσχετίσεις με ορισμένους παράγοντες που επηρεάζουν τα βακτήρια του εντέρου, όπως η θεραπεία με αντιβιοτικά κατά τον πρώτο χρόνο του παιδιού, η οποία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αυτών των ασθενειών, λέει ο Λούντβιγκσον.


Διαβάστε σχετικά: Οι μεγαλύτεροι μύθοι για τη ΔΕΠΥ


Τα παιδιά που είχαν επανειλημμένες ωτίτιδες κατά το πρώτο έτος της ζωής τους είχαν αυξημένο κίνδυνο να διαγνωστούν με μια αναπτυξιακή νευρολογική διαταραχή αργότερα στη ζωή τους. Πιθανόν να μην είναι η ίδια η λοίμωξη ο ένοχος, αλλά οι ερευνητές υποψιάζονται ότι υπάρχει σχέση με τη θεραπεία με αντιβιοτικά. Διαπίστωσαν ότι η παρουσία βακτηρίων Citrobacter ή η απουσία βακτηρίων Coprococcus αύξανε τον κίνδυνο μελλοντικής διάγνωσης.

Μια πιθανή εξήγηση μπορεί να είναι ότι η θεραπεία με αντιβιοτικά έχει διαταράξει τη σύνθεση της χλωρίδας του εντέρου με τρόπο που συμβάλλει στις νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Ο κίνδυνος η αντιβιοτική θεραπεία να βλάψει τη χλωρίδα του εντέρου και να αυξήσει τον κίνδυνο ασθενειών που συνδέονται με το ανοσοποιητικό σύστημα, όπως ο διαβήτης τύπου 1 και οι παιδικοί «ρευματισμοί», έχει αποδειχθεί σε προηγούμενες μελέτες.

Τα βακτήρια Coprococcus και Akkermansia muciniphila έχουν πιθανές προστατευτικές επιδράσεις. Τα βακτήρια αυτά συσχετίστηκαν με σημαντικές ουσίες στα κόπρανα, όπως η βιταμίνη Β και πρόδρομες ουσίες νευροδιαβιβαστών που παίζουν ζωτικό ρόλο στην ενορχήστρωση της σηματοδότησης στον εγκέφαλο. Συνολικά, είδαμε ελλείμματα σε αυτά τα βακτήρια σε παιδιά που αργότερα έλαβαν αναπτυξιακή νευρολογική διάγνωση, υποστηρίζουν οι ερευνητές.

Η παρούσα μελέτη επιβεβαιώνει επίσης ότι ο κίνδυνος αναπτυξιακής νευρολογικής διάγνωσης στο παιδί αυξάνεται εάν οι γονείς καπνίζουν. Αντίθετα, ο θηλασμός έχει προστατευτική επίδραση, σύμφωνα με τη μελέτη.

Στο αίμα του ομφάλιου λώρου που ελήφθη κατά τη γέννηση των παιδιών, οι ερευνητές ανέλυσαν τις ποσότητες διαφόρων ουσιών από το μεταβολισμό του οργανισμού, όπως λιπαρά οξέα και αμινοξέα. Μέτρησαν επίσης κάποιες βλαβερές ουσίες που προέρχονται από το εξωτερικό, όπως η νικοτίνη και οι περιβαλλοντικές τοξίνες. Συνέκριναν τις ουσίες στο αίμα του ομφάλιου λώρου 27 παιδιών που είχαν διαγνωστεί με αυτισμό με τον ίδιο αριθμό παιδιών χωρίς διάγνωση.

Αποδείχθηκε ότι τα παιδιά που διαγνώστηκαν αργότερα είχαν χαμηλά επίπεδα αρκετών σημαντικών λιπαρών ουσιών στο αίμα του ομφάλιου λώρου. Ένα από αυτά ήταν το λινολενικό οξύ, το οποίο είναι απαραίτητο για τον σχηματισμό των ωμέγα 3 λιπαρών οξέων που είναι αντιφλεγμονώδη και έχουν διάφορες άλλες επιδράσεις στον εγκέφαλο.

Δεν είναι βέβαιο ότι οι συσχετίσεις που διαπίστωσε η ερευνητική ομάδα στα σουηδικά παιδιά μπορούν να γενικευτούν σε άλλους πληθυσμούς, αλλά τα θέματα αυτά πρέπει να μελετηθούν και σε άλλες ομάδες. Ένα άλλο ερώτημα είναι αν η ανισορροπία της εντερικής χλωρίδας είναι ένας εκλυτικός παράγοντας ή αν έχει εμφανιστεί ως αποτέλεσμα υποκείμενων παραγόντων, όπως η διατροφή ή τα αντιβιοτικά.

Ωστόσο, ακόμη και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους παράγοντες κινδύνου που μπορεί να επηρεάζουν τη χλωρίδα του εντέρου, διαπίστωσαν ότι η σχέση μεταξύ μελλοντικής διάγνωσης παρέμεινε για πολλά από τα βακτήρια. Αυτό δείχνει ότι ορισμένες από τις διαφορές στη χλωρίδα του εντέρου μεταξύ των παιδιών με και χωρίς μελλοντική διάγνωση δεν εξηγούνται από τέτοιους παράγοντες κινδύνου.

Η έρευνα βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο και χρειάζονται περισσότερες μελέτες, αλλά η ανακάλυψη ότι πολλοί βιοδείκτες για μελλοντικές αναπτυξιακές νευρολογικές διαταραχές μπορούν να παρατηρηθούν σε νεαρή ηλικία ανοίγει τη δυνατότητα ανάπτυξης πρωτοκόλλων διαλογής και προληπτικών μέτρων μακροπρόθεσμα.


Έρευνα: Angelica P. Ahrens et al, Infant microbes and metabolites point to childhood neurodevelopmental disorders, Cell (2024).
Απόδοση - Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Διαβαστε ακομη

Βρείτε μας στα...