Ο Δρ. Μπέσελ βαν ντερ Κολκ, o διεθνούς κύρους μελετητής του ψυχικού τραύματος και ιδρυτής του Trauma Research Foundation (TRF), μίλησε στο PsychologyNow.gr για την επίδραση που αυτό έχει αυτό στην ψυχοσύνθεση μας.
Δέκα χρόνια από την έκδοση του έργου του «Το σώμα δεν ξεχνά» (εκδ. Κλειδάριθμος) και λίγο καιρό πριν τη παρουσίαση του στη Σύρο, στο διεθνές συνέδριο Syros Healing Waves Festival, o Ολλανδός ψυχολόγος που ζει στη Βοστώνη, χαρτογραφεί το ψυχικό τραύμα, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, περιγράφει την επίδραση που αυτό μπορεί να έχει στον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους στη ζωή μας και δίνει συμβουλές σε νεότερους συναδέλφους του, προτρέποντας τους να θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα την ενδοσκόπηση.
Ι.Φ. Για πολλά χρόνια, η επιστημονική κοινότητα είχε υποτιμήσει τη βαρύτητα του ψυχικού τραύματος και τη σημασία του στη διαμόρφωση κάθε ανθρώπου. Ουσιαστικά έμφαση ξεκίνησε να δίνεται τη δεκαετία του ’70. Είστε από τους πρώτους ψυχιάτρους που μελέτησαν συστηματικά την επίδραση του ψυχικού τραύματος. Έχετε την αίσθηση ότι πλέον γνωρίζουμε επαρκώς πώς λειτουργεί το τραύμα;
VAN DER KOLK: Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. Αν το δούμε ιστορικά, δεν είμαστε οι πρώτοι επιστήμονες που ασχολούμαστε με το θέμα. Οι πρώτες παρατηρήσεις για το σώμα και το ψυχικό τραύμα έγιναν, όπως είναι ευρέως γνωστό, στη Γαλλία, στο νοσοκομείο Salpêtrière των Παρισίων τον 19ο αιώνα.
Όταν ο Φρόυντ έφτασε στη Γαλλία, έμαθε για το τραύμα. Τα πρώτα του επιστημονικά άρθρα αφορούν το τραύμα. Ο Φρόυντ στράφηκε ερευνητικά στο τραύμα και ο κόσμος τον ακολούθησε, με τη λογική, όμως, ότι ήταν όλα μια λειτουργία του εσωτερικού μας κόσμου και δεν είχε καμία σχέση με τις εξωτερικές επιρροές.
Μετά ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και αντικρίσαμε ξανά το τραύμα και μετά πάλι το ξεχάσαμε. Μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου και πάλι εμφανίστηκε το τραύμα… για να εξαφανιστεί εκ νέου. Θέλω, δηλαδή, να πω ότι η ευαισθητοποίηση και η επίγνωση γύρω από το εν λόγω θέμα ακολούθησε μια κυκλική πορεία.
Και έχω την αίσθηση ότι αυτή τη στιγμή το 2025 πολλοί άνθρωποι συζητούν δημόσια για το τραύμα. Αλλά δεν θα με εξέπληττε αν περνούσαμε πάλι σε μια περίοδο, κατά την οποία οι άνθρωποι θα αρνούνταν την ύπαρξη του και θα το αποσιωπούσαν. Διότι η ιστορία έχει δείξει ότι αυτό συμβαίνει.
Ι.Φ.: Στις μέρες μας, όμως, τελικά έχουμε καταλήξει να μιλάμε πιο συχνά από ποτέ για το τραύμα. Τείνουμε να χαρακτηρίζουμε ως «τραύμα» ακόμα και ήσσονος σημασίας γεγονότα, όπως μια αγχωτική μέρα στη δουλειά, την κριτική του διευθυντή μας, κάποιο περιστατικό έντασης στη διάρκεια της οδήγησης…
VAN DER KOLK: Κάνω σαφή διάκριση μεταξύ του ψυχικού τραύματος και των προβλημάτων των ανθρώπων. Παρατηρείται μια υπερβολή, οι άνθρωποι τείνουν να διευρύνουν την έννοια του τραύματος. Επί της ουσίας, το τραύμα είναι μια βαθιά πληγή μέσα στην ψυχή μας. Κάθε ζωή έχει δυσκολίες και προκλήσεις. Όταν, όμως, φέρεις ένα ψυχικό τραύμα, ζεις μέσα σε αυτό. Σε καταστρέφει και σε αλλάζει για πάντα.
Ι.Φ.: Το ψυχικό τραύμα στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας αφήνει πιο έντονο αποτύπωμα στην ψυχοδομή του ατόμου και στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του; Και αν ναι, γιατί αυτό συμβαίνει;
VAN DER KOLK: Προφανώς όταν είσαι μικρό παιδί, πολύ περισσότερο όταν είσαι μωρό, δεν έχεις τις ίδιες ψυχικές και σωματικές αντοχές, την ίδια ψυχική ανθεκτικότητα, που αργότερα αποκτάς. Επομένως, κάθε παιδί είναι πιο ευάλωτο από έναν ενήλικα.
Όμως το πόσο εκτίθεται εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους οικείους του, που είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον να δημιουργούν για χάρη τους ένα ασφαλές περιβάλλον. Κάθε πολιτισμός προσπαθεί να προστατεύει τα παιδιά, όλοι το ξέρουμε αυτό. Αυτός είναι ο ρόλος των γονέων και των κοινοτήτων, να προφυλάσσουν τα παιδιά από τραυματικά γεγονότα στην πρώιμη φάση της ζωής τους.
Στα πρώτα χρόνια της ζωής μας δημιουργείται βάσει των βιωμάτων μας ένας «χάρτης» που μας υποδεικνύει ασυνείδητα πως θα σχετιζόμαστε με τους γύρω μας στην υπόλοιπη ζωή μας. Καθορίζονται, επίσης, τα πρότυπα της κοινωνικής μας συμπεριφοράς.
Γι’ αυτό, λοιπόν, αν έχετε βιώσει ένα τραύμα ως παιδί ή αν ζήσατε ακραία παραμέληση, αυτό θα επηρεάσει την ικανότητα σας να δημιουργείτε σχέσεις, ενώ έχει επίδραση και στον τρόπο που θα αντιμετωπίσετε επόμενα τραύματα και μελλοντικές προκλήσεις.
Ι.Φ.: Αντιλαμβάνομαι, λοιπόν, ότι υπάρχει το προσωπικό αλλά και το συλλογικό τραύμα. Στη δεύτερη περίπτωση τι περιθώρια πρόληψης έχουμε; Διότι έχοντας επίγνωση για τη σοβαρότητα του τραύματος μπορούμε να λάβουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να αποφύγουμε την πρόκληση τραυμάτων στις επόμενες γενιές. Αν, όμως, σε παγκόσμιο επίπεδο συμβεί κάτι, όπως ένας πόλεμος, μια πανδημία ή μια γενικευμένη κρίση, γεγονότα ξεπερνούν τις δυνάμεις του κάθε ατόμου. Εκεί πώς μπορούμε να προστατευτούμε και να προστατεύσουμε τους άλλους; Πώς μπορούμε να θεραπεύσουμε τα τραύματα που θα προκύψουν;
VAN DER KOLK: Φαίνεται ότι και τώρα η ανθρωπότητα διανύει μια καθοδική πορεία με όσα τρομερά συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία. Όσοι εμπλέκονται δεν δίνουν δεκάρα για το πόσο φρικτές θα είναι οι επιπτώσεις σε ψυχολογικό επίπεδο, για το συλλογικό ψυχικό τραύμα που θα προκληθεί.
Και μετά, συνήθως, έρχεται η κατάπαυση του πυρός και τότε όλοι λένε δημοσίως «Θεέ μου, πόσο πολύ πόνεσε ο πόλεμος τους ανθρώπους». Θα ήθελα πολύ να έχω την απάντηση, να ξέρω τι πρέπει να κάνουμε (σ.σ. εμείς ως επιστημονική κοινότητα). Αλλά παρόλο που έχω πάει αρκετές φορές στη ζωή μου στον Λευκό Οίκο, δεν μπόρεσα να αλλάξω τον ρου της ιστορίας.
Ι.Φ.: Παρατηρούμε κλινικά ανθρώπους με αποσυνδετική διαταραχή, όπου ενώ έχουν μία φαινομενικά καλή λειτουργικότητα, ξαφνικά, χωρίς κανένα προειδοποιητικό σημάδι, εμφανίζουν σημάδια αποσύνδεσης: δε γνωρίζουν που βρίσκονται, τι κάνουν, δεν έχουν συναίσθηση της κατάστασης τους και φυσικά δεν θυμούνται τίποτα μετά. Μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται και επικίνδυνη ταυτόχρονα. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να έχουν βιώσει ένα τραύμα που να πυροδοτείται από ασυνείδητα ερεθίσματα; Μπορούμε να εντοπίσουμε θεραπευτικά κάποια προειδοποιητικά σημάδια μέσω του σώματος ή άλλης πηγής και πώς μπορούμε να βοηθήσουμε θεραπευτικά αυτούς τους ανθρώπους, αν πρόκειται για ασυνείδητη επαναβίωση του τραύματος;
VAN DER KOLK: Αν ως παιδί σε κακοποιούν σεξουαλικά ή δέχεσαι σωματική βία, μαθαίνεις να καταπνίγεις τα συναισθήματα σου και να αποσυνδέεσαι. Αυτό είναι βέβαια πολύ χρήσιμο για να επιβιώσεις. Αλλά εξελίσσεται στον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνοντας διαχειρίζεσαι τις αντιξοότητες. Κλείνεσαι, δηλαδή, στον εαυτό σου.
Οι άνθρωποι, επομένως, με σοβαρό τραύμα πρώιμης παιδικής ηλικίας, όταν αργότερα εκτίθενται σε δύσκολες και πιεστικές καταστάσεις, μπορεί να επαναλάβουν τον ίδιο τρόπο αντίδρασης: να αποσύρονται, να κλείνονται στον εαυτό τους και να αποσυνδέονται.
Σε επίπεδο σωματικό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και μια δεξιότητα, που θα μπορούσε κανείς να μάθει παρατηρώντας τις αισθήσεις στο σώμα, όταν αρχίζει κάποιος να αγχώνεται ή να αναστατώνεται. Είναι μια μορφή θεραπείας. Όταν μαθαίνεις να κλείνεσαι στον εαυτό σου ενώπιον δύσκολων καταστάσεων, κάτι που πολλοί άνθρωποι κάνουν, τότε αυτό θα συμβεί ξανά στο μέλλον.
Για να τους βοηθήσουμε να το ξεπεράσουν, πρέπει να τους υποστηρίξουμε ώστε να συνειδητοποιήσουν τις σωματικές τους αισθήσεις και να έρθουν κοντά με τον εσωτερικό τους κόσμο. Και μπορεί να είστε σε θέση να το κάνετε αυτό με διάφορες τεχνικές, αλλά προπαντός έχοντας έναν θεραπευτή που να σας καθοδηγεί.
Ι.Φ.: Υπάρχουν άλλοι τύποι θεραπείας, πέραν της ψυχοθεραπείας, που μπορούν να βοηθήσουν;
VAN DER KOLK: Ασχολούμαστε με όλα αυτά μόλις 30 χρόνια. Οπότε έχουμε εξερευνήσει μόνο μερικές θεραπείες. Στο παρελθόν συνηθιζόταν πολύ η ύπνωση, με αρκετά καλά αποτελέσματα.
Σήμερα, χρησιμοποιείται ευρέως η ψυχοθεραπεία EMDR (σ.σ. συνδυάζει γνωσιακή- συμπεριφορική, ψυχοδυναμική, διαπροσωπική θεραπευτική, βιωματική και σωματική ψυχοθεραπεία). Η νευροανάδραση μπορεί να είναι αρκετά αποτελεσματική.
Η εμπειρία επίσης έχει δείξει ότι και τα ψυχεδελικά φάρμακα είναι πολύ αποτελεσματικά. Αλλά πάνω από όλα είναι κρίσιμο να βοηθήσουμε τους ανθρώπους με την αισθητηριακή επίγνωση του εαυτού τους.
Ι.Φ.: Δεδομένου ότι είστε και μέντορας στη νεότερη γενιά ψυχολόγων, ποιες είναι οι οδηγίες που τους δίνετε; Ποια είναι η συμβουλή σας προς έναν νέο ψυχοθεραπευτή;
VAN DER KOLK: Λοιπόν, νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό για τους νέους θεραπευτές να συνειδητοποιήσουν ότι όλοι μας κουβαλάμε βαριά βάρη. Και η πρώτη προτεραιότητα είναι να έρθουν σε επαφή με τον εαυτό τους, τις δικές τους δυσκολίες που έχουν βιώσει στη ζωή τους, και να νιώσουν πραγματικά σε ποιο βαθμό τους έχουν επηρεάσει.
Και το άλλο πράγμα είναι να ακούνε πολύ προσεκτικά τους ανθρώπους με τους οποίους εργάζονται και να συνειδητοποιήσουν πόσο αδαείς είστε. Μερικοί θεραπευτές μαθαίνουν, διαβάζουν κάποια βιβλία και λένε «Τώρα ξέρω κάτι». Αλλά χρειάζεται πολύς χρόνος δουλειάς με ανθρώπους για να καταλάβεις ποιες είναι οι εμπειρίες τους, οι ανάγκες τους, τα τραύματα τους.






