Ποιο είναι το σκοτεινό και το φωτεινό παιδί που κρύβουμε μέσα μας;
Όλοι μας έχουμε στιγμές που νιώθουμε ότι αντιδρούμε υπερβολικά. Μια απλή παρατήρηση μάς ταράζει χωρίς να καταλαβαίνουμε αμέσως το γιατί. Μια μικρή αδιαφορία μας προκαλεί αναστάτωση, ενώ ένα ουδέτερο σχόλιο πυροδοτεί υπερβολικό θυμό. Σαν κάτι μέσα μας να τραντάζεται από γεγονότα που, αντικειμενικά, δεν φαίνονται σοβαρά. Και τότε, χωρίς καν να το καταλαβαίνουμε, δεν είναι ο ενήλικας που αντιδρά — αλλά το παιδί μέσα μας.
Όσα χρόνια κι αν πέρασαν, το παιδί αυτό δεν έφυγε ποτέ. Ζει μέσα μας, σιωπηλό αλλά δραστήριο. Είναι εκείνο που κάποτε ήθελε απλώς να νιώσει αποδεκτό, αρκετό, ασφαλές. Αν το κατάφερε, τότε σήμερα πιθανόν να διαχειριζόμαστε τις δυσκολίες με ψυχραιμία και εμπιστοσύνη. Αν όμως ένιωσε απόρριψη, κριτική, αδιαφορία ή αβεβαιότητα, τότε αυτό το παλιό βίωμα μπορεί ακόμη να καθορίζει τις σχέσεις και την αυτοεικόνα μας.
Πολλοί άνθρωποι λένε πως η παιδική τους ηλικία ήταν «κανονική». Κι όμως, η ψυχή θυμάται λεπτομέρειες που η μνήμη έχει διαγράψει. Μια μητέρα που δεν αγκάλιαζε, ένας πατέρας που έθετε όρους στην αποδοχή, μια ατμόσφαιρα συνεχούς προσδοκίας χωρίς επιβράβευση. Όλα αυτά χαράσσονται μέσα μας σαν σκιές. Και όσο τα αγνοούμε, τόσο αυτά μαζεύονται και πληθαίνουν.
Το παιδί που κάποτε ένιωσε πως δεν είναι αρκετό, θα μεγαλώσει και θα συνεχίσει να αναζητά αποδείξεις για το αντίθετο. Μόνο που τώρα δεν τις ψάχνει μόνο στους γονείς, αλλά και σε συντρόφους, φίλους, συναδέλφους. Θα υπερπροσπαθεί για να κερδίσει την αποδοχή, ή θα απορρίπτει ανθρώπους και συνθήκες πρώτος προκειμένου να προστατευτεί. Εξωτερικά θα φέρεται σαν ενήλικας, αλλά μέσα του θα πονά σαν παιδί.
Σε αυτό το σημείο, αποκτά μεγάλη αξία η εσωτερική κατανόηση. Γιατί δεν αρκεί να γνωρίζουμε ότι κάτι μας πληγώνει. Πρέπει να καταλάβουμε ποιος μέσα μας πληγώνεται — και γιατί. Σε αυτό το κομβικό ερώτημα έρχεται να απαντήσει η Stefanie Stahl, μέσα από το βιβλίο της Το παιδί που κρύβουμε μέσα μας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Η Stahl, ψυχολόγος με πολυετή εμπειρία, χρησιμοποιεί μια καθαρή και κατανοητή μεταφορά: όλοι μας έχουμε μέσα μας δύο πτυχές του «εσωτερικού παιδιού» — το «σκοτεινό παιδί», που κουβαλά τα τραύματα, τις ανασφάλειες και τις αρνητικές πεποιθήσεις, και το «φωτεινό παιδί», που εκπροσωπεί τη χαρά, την ελπίδα και την ανεμελιά. Το πρόβλημα ξεκινά όταν αφήνουμε το σκοτεινό παιδί να καθοδηγεί τις αντιδράσεις μας χωρίς να το γνωρίζουμε. Όσο το αγνοούμε, τόσο πιο δυνατά φωνάζει.
Το παράδειγμα που φέρνει η ίδια η συγγραφέας είναι απλό: ένας άντρας εξοργίζεται επειδή η σύντροφός του ξέχασε να αγοράσει κάτι για εκείνον. Δεν είναι όμως το «σαλάμι» η αιτία — είναι η εσωτερική πληγή που του λέει «οι επιθυμίες σου δεν έχουν σημασία». Κι έτσι, μικρά γεγονότα αποκτούν τεράστια συναισθηματική βαρύτητα, γιατί αγγίζουν παλιές, άλυτες πληγές.
Η μόνη λύση σε αυτό δεν είναι μόνο το να κατηγορήσουμε το παρελθόν και να αποδώσουμε ευθύνες στους γονείς μας. Κυρίως είναι το να γίνουμε εμείς οι ίδιοι γονείς για τον εαυτό μας. Να αναγνωρίσουμε το σκοτεινό παιδί που υποφέρει και να του δώσουμε αυτό που του έλειψε: αποδοχή, φροντίδα, ασφάλεια. Να το ακούσουμε, αντί να το καταπνίξουμε.
Αυτός ο διάλογος με τον εσωτερικό μας κόσμο δεν χρειάζεται να γίνει με θεαματικό τρόπο. Μπορεί να ξεκινήσει με μικρές πράξεις: μια άσκηση ενδοσκόπησης, μια φράση που λέμε στον εαυτό μας, μια απόφαση να αντιδράσουμε αλλιώς απ’ ό,τι μας επιβάλλει το παλιό μοτίβο. Και κάθε φορά που θα το καταφέρνουμε, το σκοτεινό παιδί θα ησυχάζει — και το φωτεινό παιδί θα βρίσκει χώρο να εμφανιστεί.
Ίσως στην αρχή η διαδικασία αυτή να μοιάζει αμήχανη ή αφύσικη γιατί μπορεί να μην έχουμε μάθει να φροντίζουμε τον εαυτό μας με τον τρόπο που χρειαζόμαστε. Όταν όμως αυτό συμβεί, δεν αλλάζει μόνο η σχέση μας με τον εαυτό μας, αλλά και με τους άλλους. Δεν ζητιανεύουμε πια αποδοχή. Δεν ζούμε με τον φόβο της απόρριψης. Δεν ψάχνουμε συνεχώς την αγάπη που μας έλειψε, γιατί αρχίζουμε να τη δίνουμε εμείς στον εαυτό μας.
Το παιδί που κρύβουμε μέσα μας δεν είναι αδύναμο. Είναι πληγωμένο. Και μπορεί να θεραπευτεί, αν του δώσουμε την ευκαιρία να μας μιλήσει και αν εμείς σταθούμε, επιτέλους, να το ακούσουμε.