Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς πόλωσης, όπου οι ιδεολογίες συχνά χωρίζουν αντί να ενώνουν. Το παρόν κείμενο επιχειρεί να δει πίσω από τις ακραίες θέσεις και να αναζητήσει τις ψυχολογικές ρίζες της ιδεολογικής τύφλωσης, προτείνοντας μια στάση κατανόησης, αυτογνωσίας και ουσιαστικού ανθρωπισμού.
Φαντάζομαι πως οι λέξεις ναρκισσιστικά ελλείμματα και καπιταλισμός που απαρτίζουν τον τίτλο του άρθρου, ίσως φανούν αταίριαστες σε πολλούς αναγνώστες. Πως άραγε συνδέονται μεταξύ τους αυτές οι δύο έννοιες και ποιο είναι το κοινό σημείο που τις ενώνει;
Υπάρχει μια εμμονή της ελληνικής οικογένειας, που επιθυμεί διακαώς το παιδί να είναι τόσο ταυτισμένο με την νοοτροπία της οικογένειας και τις αξίες που την διέπουν, ώστε να μοιάζει ένα αντίγραφο με την πατρική του οικογένεια.
Το να πεθάνει κάνεις σημαίνει, ότι επιτρέπει στον εαυτό του, να βιώσει συναισθήματα δύσκολα στην διαχείριση τους, όπως είναι η θλίψη, η στεναχώρια, η απόγνωση, ο πόνος, η απελπισία.
Μετά από κάθε τραγικό συμβάν, πέρα από τον πόνο που νιώθουμε για τους ανθρώπους που πέθαναν άδικα, μας υπενθυμίζεται με σκληρό τρόπο, πως τίποτα δεν είναι δεδομένο στη ζωή και θα μπορούσαμε κάλλιστα, να είμαστε εμείς στη θέση των θυμάτων.
Αν βιώνουμε αυτές τις γιορτινές μέρες με έναν τρόπο τόσο επιφανειακό, που κυριαρχεί η ύλη και η επίδειξη, ποιο είναι εντέλει το εσωτερικό καύσιμο που μένει εντέλει μέσα στις ψυχές και τα σώματα μας;
Το ερώτημα που γεννιέται και πλανιέται, είναι πόσο ακόμα ως κοινωνία και ως μεμονωμένα άτομα, θα επιτρέπουμε στο αυγό του φιδιού να αναπτύσσεται και να καταπίνει οποιαδήποτε ζωτικότητα υπάρχει μέσα μας και γύρω μας;
Έχω ακούσει σε διάφορες εποχές του χρόνου πολλούς θεραπευόμενους μου και οικεία πρόσωπα, να μου λένε πως είναι σε φάση μεγάλων αλλαγών που δε χωρούν αναβολή και είναι σίγουροι πως αυτή την φορά, θα τα καταφέρουν. Το βλέπεις ζωγραφισμένο στα πρόσωπα τους που λάμπει από δύναμη και βαθιά αυτοπεποίθηση. Η πλειοψηφία όμως δε τα καταφέρνει. Ματαιώνεται σε τόσο ολοκληρωτικό βαθμό που δεν έχει καμία διάθεση, να κάνει ξανά οποιαδήποτε προσπάθεια.