PsychologyNow Team

Βιογραφία: William James, ο Ψυχολόγος που θεμελίωσε την πειραματική Ψυχολογία στις ΗΠΑ

Βιογραφία: William James, ο Ψυχολόγος που θεμελίωσε την πειραματική Ψυχολογία στις ΗΠΑ

PsychologyNow Team
Ο William James

Ο William James, ήταν θεμελιωτής του κλάδου της ψυχολογίας στις ΗΠΑ, της μελέτης της προσωπικότητας και της κλινικής ψυχολογίας και έκανε τις βιολογικές επιστήμες κύρια θεμελιακή σπουδή και μοντέλο για τη ψυχολογία. Το βιβλίο του «Οι Αρχές της Ψυχολογίας» είναι ένα μνημειώδες έργο για το χώρο της ψυχολογίας.


O William James (1842-1910) ήταν μια γοητευτική και αινιγματική φυσιογνωμία. Όλοι αναγνώρισαν την μεγαλοσύνη του, αλλά είναι δύσκολος ο προσδιορισμός συγκεκριμένων επιτευγμάτων στην ψυχολογία σαν μια βάση της φήμης του. Κατάγονταν από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια και είχε αδελφό τον νουβελογράφο Henry James. Ξεκίνησε σαν σπουδαστής των καλών τεχνών, στράφηκε προς την τεχνολογική εκπαίδευση και τελικά σπούδασε γιατρός, αλλά ουδέποτε άσκησε ενεργά την ιατρική. Διορίστηκε παρασκευαστής ανατομίας και φυσιολογίας στο Χάρβαρντ.

Στο διάστημα αυτής της περιόδου άρχισε να ενδιαφέρεται για την πειραματική ψυχολογία και στα 1875-6 έστησε ένα μικρό εργαστήριο, παρουσιάζοντας μια σειρά μαθημάτων με τίτλο «Οι σχέσεις μεταξύ φυσιολογίας και ψυχολογίας». Αυτή η σειρά μαθημάτων θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πρώτη επίσημη διδασκαλία στην πειραματική ψυχολογία που έγινε ποτέ στο πανεπιστήμιο. Κατά τη δεκαετία του 1880, ενώ επισήμως ήταν δάσκαλος της φυσιολογίας, ο James έγραψε μια σειρά άρθρων για το βρετανικό περιοδικό Νους, αφιερωμένα περισσότερο στην φιλοσοφία παρά στην ψυχολογία.

Στα 1890 δημοσίευσε το έργο του Οι Αρχές της Ψυχολογίας, την κυριότερη συμβολή του στην φιλολογία του θέματος. Αμέσως μετά τα ενδιαφέροντα του James στράφηκαν στα φιλοσοφικά προβλήματα και άρχισε η μεγαλύτερη του περίοδος παραγωγικότητας, με αποτέλεσμα τουλάχιστον έξι μείζονα βιβλία για τη φιλοσοφία, τα οποία προώθησαν μια νέα θεωρία της γνώσης. Στα 1897 έγινε καθηγητής της φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ και η σύνδεση του με την ψυχολογία διεκόπει οριστικά. Είχε γίνει ο πρώτος καθηγητής ψυχολογίας στο Χάρβαρντ (1899-97) και είχε ιδρύσει εκεί μια σημαντική σχολή, η οποία έκτοτε έγινε κέντρο ψυχολογικών σπουδών.

Κοιτάζοντας το δημοσιευμένο έργο του James μπορούμε κάλλιστα να διερωτηθούμε τι πέτυχε. Είναι αποδεκτό ότι πέτυχε τη μετάβαση από τη φιλοσοφία της νόησης στην πειραματική ψυχολογία, στην Αμερική, με έναν απλό αλλά σαφή τρόπο: Ότι έβαλε την ψυχολογία, στεγανά και ξεκάθαρα, στο ακαδημαϊκό πλαίσιο σαν εμπειρική επιστήμη. Αλλά τι άλλο; Δεν επινόησε ούτε ανέπτυξε καινούργιες και αποδοτικές μεθόδους ή τεχνικές, όπως ο Fechner ή ο Helmholtz. Δεν συστηματοποίησε τα αποτελέσματα της πειραματικής εργασίας και δεν διαμόρφωσε κάποια θεωρία σχετικά με την μεθοδολογία της νέας επιστήμης, όπως έκανε ο Wundt. Δεν προσδιόρισε μια καινούργια περιοχή έρευνας, όπως ο Galton όταν αποδείκνυε πως είναι δυνατή η μέτρηση ατομικών διαφορών στην εφηβεία και σ’ άλλα βασικά πράγματα.

Ούτε επεξέτεινε κάποια θεωρία, ώστε να κεντρίσει τη σκέψη γύρω από ψυχολογικά ερωτήματα, όπως έκαναν ο Δαρβίνος, ο Dewey, o Φρόιντ και ο Watson. Δεν ήταν πειραματιστής, εκτός της πρώιμης φάσης του και άφησε λίγα αυθεντικά πειραματικά αποτελέσματα. Τότε τι υπάρχει στα γραφτά του που δίνει στο James τη θέση ενός από τους διακεκριμένους θεμελιωτές της ψυχολογίας;

Ο Boring υποστηρίζει ότι ο James είχε δύο συμβολές:

(1) Αντιτάχθηκε στην ακαμψία και στενότητα του γερμανικού πειραματισμού του Wundt

(2) Στην επεξεργασία μιας εναλλακτικής προσέγγισης, απέφυγε ένα άκαμπτο σύστημα ή σχολή, χαράζοντας αντ’ αυτών ένα μεγάλο αριθμό γόνιμων κατευθύνσεων ανάπτυξης.

Αυτές προώθησαν σαφώς τα δύο αμερικάνικα «κινήματα», του λειτουργισμού και του μπηχεβιορισμού, τα οποία επαναστατικοποίησαν την αντίληψη μας για τον ορίζοντα και τις μεθόδους της ψυχολογίας. Επίσης έβαλε τα θεμέλια για τους τυπικούς κλάδους της ψυχολογίας, της μελέτης της προσωπικότητας και της κλινικής ψυχολογίας (σε διαχωρισμό από την ψυχομετρική, που είναι μια μεθοδολογία αξιοποιήσιμη σε αυτούς τους ευρύτερους κλάδους) και έκανε τις βιολογικές επιστήμες κύρια θεμελιακή σπουδή και μοντέλο για τη ψυχολογία.

Χωρίς επεξεργασία στις λεπτομέρειες, ο James διαμόρφωσε ένα καλοσχεδιασμένο ευρύτερο πλάνο, δείχνοντας στους άλλους σε ποιες κατευθύνσεις να κινηθούν και πώς να κάνουν τα πρώτα βήματα. Αυτή είναι η αλήθεια για τον James. Ακόμη έχει μια πιο βάσιμη αξίωση μεγαλοσύνης. Η αυθεντικότητα του και η δύναμη του ως ψυχολόγου προέρχεται από τη μέθοδο του για την επεξεργασία των ψυχολογικών δεδομένων και τούτο είναι ένα προσωπικό στιλ σκέψης μάλλον παρά μια τυπική μέθοδος ή θεωρία.

Τα διαθέσιμα δεδομένα του James είναι τώρα παλιομοδίτικα και έχουν παραμεριστεί, αλλά Οι Αρχές της Ψυχολογίας αξίζουν ακόμα την μελέτη σαν μοντέλο του πως πρέπει να αντιμετωπίζονται τα ψυχολογικά δεδομένα. Είναι ατυχία το ότι ο James είχε λίγους μιμητές απ’ αυτή την άποψη. Προσεγγίζει πάντοτε το υλικό του ελεύθερος από το στενό κορσέ περίπλοκων θεωριών και τεχνητών ακατάληπτων γλωσσών που ψοφάνε για μπέρδεμα. Αποφεύγει εσκεμμένως την «δόμηση» των ακατέργαστων δεδομένων με ορολογία υποκρυπτόμενων προσποιήσεων. Πολλοί μεταγενέστεροι ψυχολόγοι έχουν γίνει υπεραγχώδεις στην προσέγγιση καθιερωμένων εμπειρικών νόμων που εξηγούν μια ποικιλία ιδιαίτερων καταστάσεων ενός παρατηρημένου γεγονότος.

Στη συνέχεια έχουν πρεσάρει τον περιορισμένο αριθμό των παρατηρήσεων τους σε ένα περίτεχνο πλαίσιο συγκροτημένο προσεκτικά για να ταιριάζει σε αφηρημένους και μοντέρνους κανόνες της «επιστημονικής μεθόδου». Ο Wundt ήταν ένα πρώιμο παράδειγμα αυτής της τάσης, ενώ οι C.L. Hall και B.F. Skinner με τον μπηχεβιοριστικό κανόνα είναι σύγχρονα παραδείγματα της. Ο James ήθελε να αντιμετωπίζει τα δεδομένα όσο το δυνατόν παρθένα και ανεπεξέργαστα. Είχε την διαίσθηση των βιολογικών επιστημόνων ότι μια φράση φυσικής ιστορίας συχνά προσφέρει μια περισσότερο εκλεπτυσμένη εργαστηριακή-πειραματική φάση στην ανάπτυξη των επιστημών της ζωής. Η ψυχολογία μόλις ξεκινούσε και ο James ήθελε απλή περιγραφή και ταξινόμηση των βασικών γεγονότων μαζί με τον ορισμό των κρίσιμων προβλημάτων στη πρώτη φάση.

Από δω και η μεγάλη ποικιλία των δεδομένων που παρουσιάζονται στο βιβλίο του καθώς και η ανεξαρτησία του από τις φιλοσοφικές θεωρίες που προέρχονταν από τον βρετανικό εμπειρισμό, το γερμανικό πειραματισμό και την γαλλική ψυχιατρική. Ο James ενδιαφέρονταν κατ’ αρχήν για τα προβλήματα που έθεταν τα γεγονότα της ψυχολογίας. Δεν αντιμετώπιζε την ψυχολογία όπως ο Wundt, σαν ένα σύνολο τεχνικών που προωθούν την απάντηση σε συγκεκριμένα ερωτήματα, σύμφωνα με τους κανόνες της πειραματικής επιστήμης. Η ψυχολογία ήταν μια ομάδα προβλημάτων που ζητούσαν λύση μέσα από αρκετές, διαφορετικές πορείες δράσεις.

Έτσι ο James δεν προλάβαινε να σχεδιάσει μια αρχή ταξινόμησης, μια υπόθεση ή μια θεωρία και άρχιζε να την αμφισβητεί. Τον βασάνιζε αν μπορούσε να βρεθεί μια εναλλακτική υπόθεση ως προς μια που είχε προταθεί. Αν υπήρχε ένδειξη ασυμφωνίας με μια γενίκευση, την υποδείκνυε. Αν κάτι ίσχυε σαν απλό συμβάν μιας παρατήρησης, ο James θα αμφισβητούσε την ακρίβεια της παρατήρησης. Η ψυχολογία του ήταν κριτική και προβληματιζόμενη. Επιπλέον έδειξε πως τα προβλήματα που υπεισέρχονται είναι διαφορετικών ειδών: Μερικά μπορούσαν να αφορούν στην σχεδίαση και την εκτέλεση πειραμάτων. Αλλά στην παραβολή διαφορετικών τμημάτων ψυχολογικών γνώσεων. Μερικά με την μέτρηση των ατομικών διαφορών και την πραγματοποίηση της στατιστικής ανάλυσης των αποτελεσμάτων των ποικίλων τεστ. Αλλά με τη θεώρηση μεταξύ δύο ασύνδετων καταστάσεων του γεγονότος. Αλλά με τη συμβολική ή λογική σκέψη, παράγοντας νέες κατηγορίες ή ορισμούς.

Δοθέντος κάποιου προβλήματος που προέκυπτε από τα εμπειρικά δεδομένα, ο James ήθελε να το αναλύει, να το βασανίζει και να το μανουβράρει ώσπου όλες του οι εκδοχές και τα ακραία σημεία του να βγουν στο φως και να προσδιοριστεί ένα ευρύτερο σύνολο προβλημάτων.

Αυτός ο θεωρητικός και αναλυτικός προσανατολισμός έκανε μερικούς να αποκαλέσουν τον James ψυχολόγο του γραφείου. Ωστόσο, είναι διαφορετικός από τους θεωρητικούς του γραφείου των πρωιμότερων εποχών. Συγκεντρώνει αυστηρώς εμπειρικά δεδομένα –πειραματικά αποτελέσματα, ανθρωπολογικές αναφορές και κλινικές εκθέσεις, φυσιολογικές και ζωολογικές γνώσεις. Η σκέψη του κατευθύνεται προς: (α) τον προσδιορισμό προβλημάτων που προκύπτουν άμεσα από τέτοια ασύνδετα δεδομένα, (β) την ένδειξη των κενών στις εμπειρικές αποδείξεις και την υπόδειξη του είδους των δεδομένων που είναι κατάλληλα για την κάλυψη τους. Αν αυτό είναι ψυχολογία του γραφείου, είναι ένα αναπόσπαστο τμήμα της ψυχολογίας, όσο και κάθε άλλης επιστήμης.

Ίσως ο James να είχε ωφεληθεί από την πραγματοποίηση περισσότερης πειραματικής έρευνας. Ίσως ακόμη η επιδεξιότητα που υπεισέρχεται σ’ αυτή τη μορφή ψυχολογίας – αναλυτική ή συστηματική ψυχολογία – να μην σχετίζεται με την επιδεξιότητα που χρειάζεται για να γίνουν καλά πειράματα.

Σε κάθε περίπτωση, οι θεωρήσεις του James είναι πάντα ευλογοφανείς στα πλαίσια που ορίζονται από την υπάρχουσα εμπειρική γνώση. Ο James αποφεύγει την παραδοχή μη παρατηρήσιμων λειτουργιών ή διαδικασιών, που δεν μπορούν να ελεγχθούν έστω έμμεσα και με όρους που εξηγούνται οι έκδηλες καταστάσεις. Παραμένει στενά προσκολλημένος στα γεγονότα του και προεκτείνεται ή διεισδύει πατώντας σταθερά στο έδαφος, κρατώντας την συνολική του θεώρηση αυστηρά εμπειρική και επιστημονική. Πολλοί δραστήριοι πειραματικοί ψυχολόγοι που εντρυφούν στην «συγκρότηση θεωριών» θα μπορούσαν να μάθουν πολλά από τα δεδομένα που είχε στην διάθεση του – τα προϊόντα της ενδοσκόπησης και των πρώιμων πειραμάτων- ήσαν ανεπαρκή αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η τεχνική του James στην τιθάσευση του υλικού ήταν εξαιρετικά αξιόπιστη.

Οι Αρχές (της ψυχολογίας) του James, με την πρώτη ματιά φαίνεται να είναι ένα μη συστηματικό βιβλίο. Αλλά έχει κάποιο σχέδιο. Το κύριο μέλημα του είναι η προσωπικότητα του ατόμου. Τα πρώτα έξι κεφάλαια είναι εισαγωγικά. Ο James παρουσιάζει βιολογικές και φυσιολογικές πληροφορίες που πρόκειται να χρησιμοποιήσει αργότερα. Υποδεικνύει πως η «συνήθεια» είναι θεμελιώδους σημασίας στην νευρική δραστηριότητα και συνεπώς στην συμπεριφορά. Απορρίπτει όλες τις μοντέρνες θεωρίες για τη φύση της «νόησης» σαν ασύμβατες με τη ψυχολογία και υποστηρίζει ότι «υπάρχει μια άμεση αντιστοιχία μεταξύ της αλληλουχίας των καταστάσεων της συνείδησης με την σειρά των συνολικών διαδικασιών του εγκεφάλου». Οποιαδήποτε θεωρία χρησιμοποιεί κάποιος, η διαδικασίες του εγκεφάλου και οι καταστάσεις της συνείδησης είναι δύο εκδοχές του αυτού τύπου φυσικών φαινομένων. Τα βιολογικά θεμέλια της ψυχολογίας τονίζονται καθαρά και σταθερά σ’ αυτά τα εισαγωγικά κεφάλαια.

Αφού συζητήσει τις μεθόδους και τις παγίδες που συνοδεύουν την ψυχολογική παρατήρηση, ο James καταπιάνεται, σ’ ένα λαμπρό τμήμα του κειμένου, με το κεντρικό του θέμα «Το Ρεύμα της Συνείδησης». Υποστηρίζει, σε αντίθεση με τη βρετανική εμπειριστική ψυχολογία και τη γερμανική σχολή του Wundt, ότι η συνείδηση δεν διαμορφώνεται από διαχωρισμένα στοιχεία που συνενώνονται. Είναι ένα συνεχές δυναμικό σύμπλεγμα – ένα ρεύμα. Είναι βασικά «προσωπική» και ακόμη καταγίνεται με αντικείμενα και συμβάντα διαφορετικά απ’ αυτήν: Το κύριο μέλημα της είναι η προσαρμογή στον μεταβαλλόμενο ερεθισμό από το περιβάλλον. Το υπόλοιπο του Τόμου I είναι μια επεξεργασία αυτού του κεφαλαίου. Το κεφάλαιο για τον «εαυτό» διευρύνει την αντίληψη ότι η εμπειρία είναι εξαιρετικά προσωπική. Οι διαδικασίες της επιλογής και κατηγόρησης των «εισαγόμενων» πληροφοριών από τον έξω κόσμο, μελετώνται σε τρία κεφάλαια( «Προσοχή», «Αντίληψη», «Διάκριση και Σύγκριση» ) και το υπόλοιπο του τόμου καταγίνεται με το θέμα της «συνέχειας και αλλαγής» στο ρεύμα της συνείδησης.

Ο Τόμος II μοιάζει συμβατικότερος, με εναρκτήρια κεφάλαια όπως «Συναίσθημα», «Αντίληψη», «Δοξασία», «Συλλογισμός», «Ένστικτο» και «Βούληση». Εντούτοις εδώ ο James εκμεταλλεύεται τις προηγούμενες παρουσιάσεις του των ψυχολογικών δεδομένων. Ακολουθεί τη λειτουργία του νευρικού συστήματος ως βάσης της συμπεριφοράς, ξεκινώντας από το περιφερειακό αισθητήριο σύστημα, συνεχίζοντας με την αντιληπτική οργάνωση του αισθητηριακού ερεθισμού και υποστηρίζοντας ότι οι γνωστικές λειτουργίες είναι ένα ραφινάρισμα και μια επεξεργασία της κεντρομόλου προσληπτικής οργάνωσης. Η κίνηση – το απαγωγό σύστημα – είναι η βάση της πραγμάτευσης του για το ένστικτο, τη συγκίνηση και τη βουλητική δράση.

Το βιβλίο είναι επαναστατικό και προωθημένης αντίληψης. Παρά την εμμονή του στη «συνείδηση» ως κύριου δεδομένου και στην «ενδοσκόπηση» ως έγκυρης μεθόδου, η εργασία του James είναι κατά βάση μοντέρνου πνεύματος και σκοπιάς.

Το κεφάλαιο περί «εαυτού» είναι σε πολλά σημεία τυπικό. Ο «εαυτός» δεν αφορά κάποια οντότητα. Καθένας έχει μια σύνθετη εικόνα ή ιδέα του εαυτού του ως προσώπου. Το σώμα, τα ρούχα του, το σπίτι στο οποίο ζει κάποιος, η ιδιοκτησία του, είναι όλα τμήματα αυτής της αντίληψης. Αλλά ο «εαυτός» έχει επίσης και μια συμπεριφορική άποψη – το ρόλο ή τη συμμετοχή που έχει κάποιος σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Οι ρόλοι αυτοί ποικίλουν : ένας άντρας είναι ένα είδος «προσώπου» στην οικογένεια του, άλλο στη λέσχη του, άλλο καθώς εργάζεται. Η εκάστοτε ιδέα είναι επηρεασμένη από την επιτυχία ή αποτυχία των επιδιωκόμενων στόχων. Στο κέντρο αυτής της αντίληψης είναι η φυσική δραστηριότητα: λειτουργία των αισθήσεων, η αντίδραση και ένταση των μυών, οι κινήσεις – όλα συμβάλουν στην αίσθηση ενός κέντρου εξερχόμενης δραστηριότητας. Αυτό το υπόστρωμα αισθημάτων, είναι βάση για την αίσθηση ή εικόνα του «εαυτού» παραμένει διαμέσου μιας ποικιλίας δραστηριοτήτων. Οι εικόνες και οι ιδέες διαμορφώνονται γύρω απ’ αυτόν τον φυσικό πυρήνα για να μας δώσουν την αίσθηση μιας συμπαγούς οντότητας ή οργανισμού. Όμως δεν υπάρχει απλώς κάποια ομοιογενής δύναμη ή συνιστώσα δυνάμεων πίσω απ’ αυτή την εντύπωση. Δεν υπάρχει καμιά οντότητα ή υπόσταση ή τμήμα του ανθρώπινου όντος που είναι ο «εαυτός». Οι μεταβατικές καταστάσεις της συνείδησης που υφιστάμεθα και οι ακολουθίες των αποκρίσεων που παρουσιάζουμε γεννούν ένα αίσθημα σύνδεσης μεταξύ τους και αποδίδουν μια «αίσθηση» αλληλουχίας, η οποία βοηθά στον σχηματισμό της αυτό- αναγνώρισής μας.

Ο James δεν χρησιμοποίησε κάποιο «εγώ» ή κάποιον αριθμό «παραγόντων» που συντάσσονται για την διαμόρφωση μιας προσωπικότητας. Ο εαυτός είναι απλώς μια ιδέα ή έννοια εξίσου με άλλες έννοιες που σχηματίζουμε. Το σύστημα των αντιδράσεων που γεννά τέτοιες αυτ-απεικονίσεις είναι ασταθές – η σύγκρουση και η ένταση μπορεί να οδηγήσουν σε ξαφνικές αλλαγές στο ρόλο που παίζεται ή στην εικόνα, με όρους της οποίας σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας ή το πρόσωπο μας. Σε ακραίες περιπτώσεις εμφανίζεται «ψυχική αποσύνδεση» κι ένα ανθρώπινο ον μπορεί να παρουσιάζει δύο διαφορετικά πρόσωπα ή εαυτούς, συχνά σε αντίθεση μεταξύ τους.

Σ’ αυτό το χαρακτηριστικό κεφάλαιο, ο James σκιαγραφεί πολλές έννοιες που χρησιμοποιήθηκαν στη θεωρία της προσωπικότητας και στην κλινική ψυχολογία. Η μελλοντικοί ψυχολόγοι επρόκειτο να εκμεταλλευτούν τις έννοιες του συστηματικότερα και αυστηρότερα, αλλά οι αρχικές συλλήψεις και διορατικές παρατηρήσεις προήλθαν από το ν William James. Μια εξέταση πολλών τμημάτων των Αρχών θα αποκαλύψει παρόμοιες προωθημένες τάσεις αντιμετώπισης παράλληλα με μια λεπτομερή γνώση όλων των σχετικών δεδομένων που ήσαν διαθέσιμα στην δεκαετία του 1880.

Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να εκτιμηθεί η σημασία του James ως θεμελιωτή της σύγχρονης ψυχολογίας. Αντιμετωπίζει την ψυχολογία σαν μια φυσική επιστήμη που ασχολείται με το ζωντανό οργανισμό καθώς αγωνίζεται να προσαρμοστεί στο περιβάλλον του. Οι ψυχολογικές λειτουργίες αντιμετωπίζονται σαν παράγωγα βασικών βιολογικών λειτουργιών – η εμπειρία και η συμπεριφορά υπηρετούν μια ποικιλία σκοπών στη συνολική ζωή του οργανισμού. Θεωρεί τον ψυχικό βίο σαν μια βιολογική λειτουργία που συμβάλλει στο να γίνει ικανό το ανθρώπινο ον για προσαρμογή στο περιβάλλον.

Έτσι ο James εμφανίστηκε στην ψυχολογία όταν αυτή ήταν ακόμα κλάδος της μεταφυσικής και αντλώντας περισσότερο από την δαρβινική παράδοση παρά από τα γερμανικά μοντέλα μετασχημάτισε το θέμα σε εμπειρική επιστήμη. Αυτό δεν ήταν καθόλου μικρό επίτευγμα, παίρνοντας υπ’ ‘όψη ότι το πλείστο των μελετών που έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1870 και στις αρχές της δεκαετίας του 1880 – συγχρόνως με τις πρώιμες εργασίες του Wundt.

Το μόνιμο στοιχείο στη γενική άποψη του James για την ψυχολογία : είχε μια λογικότερη και διορατικότερη αντίληψη του τι είναι περίπου η ψυχολογία, (ή μάλλον το πώς έπρεπε να σκέφτεται κάθε ψυχολόγος γι’ αυτήν σ’ οποιαδήποτε περίοδο της ιστορίας της), απ΄ όσο οι περισσότεροι των διαδόχων του. Στην σκέψη του, το επιστημονικό σθένος, η κοινή λογική και η φιλοσοφική διαύγεια ισορροπούσαν με ακρίβεια. Υπεράνω όλων υπογράμμισε την ανάγκη μελέτης της προσωπικότητας.

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...