banner2
banner2
thumb

Η ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών στο πλαίσιο του σχολείου – Ο ρόλος των εκπαιδευτικών

- Σχολική Ψυχολογία
30 Σεπτεμβρίου 2018

Τα συναισθήματα σπάνια έχουν θέση στα σχολεία. Πέρα από τον παιδικό σταθμό και το νηπιαγωγείο, σχεδόν όλες οι προσπάθειες επικεντρώνονται στις γνωστικές δεξιότητες (ανάγνωση, γραφή, μαθηματικά). Γιατί λείπει ένα «σχολείο συναισθημάτων» όπου τα παιδιά θα μπορούσαν να μάθουν δεξιότητες συναισθηματικής νοημοσύνης;


Από το 1995 που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το βιβλίο του Goleman «Συναισθηματική νοημοσύνη» και που ο όρος και η έννοια της συναισθηματικής νοημοσύνης διαδόθηκε ευρύτατα, έχουν γίνει πολυάριθμες μελέτες σχετικά με τον ρόλο της συναισθηματικής νοημοσύνης στην προσωπική βελτίωση, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, των σχέσεων με τον εαυτό και με τους άλλους. Εκτός από τους ενήλικες, οι σχετικές μελέτες έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών και με τους παράγοντες που συντελούν στην ανάπτυξή της (Παππά, 2013).

«Συναισθηματική νοημοσύνη» (emotional intelligence) ή «συναισθηματικός αλφαβητισμός» (emotional literacy) είναι η ικανότητα κάποιου:

α) να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, να τα διαφοροποιεί και να τα λεκτικοποιεί

β) να τα κατανοεί

γ) να ακούει τους άλλους και να τους συναισθάνεται, και

δ) να εκφράζει τα συναισθήματά του με παραγωγικό τρόπο (Στάινερ, 2006· Παππά, 2013).

H συναισθηματική νοημοσύνη βοηθά να διαχειριστεί κάποιος τα συναισθήματά του μ’ έναν τρόπο που αυξάνει το αίσθημα αυτοαξίας του και βελτιώνει την ποιότητα της ζωής του. Επιπλέον, συντελεί σημαντικά στη βελτίωση των σχέσεων και καθιστά δυνατή τη συνεργασία. Δεν απελευθερώνει μόνο τα συναισθήματα, αλλά και την ικανότητα κάποιου να τα κατανοεί, να τα διαχειρίζεται με αποτελεσματικό τρόπο και να τα ελέγχει.

Η συναισθηματική νοημοσύνη αυξάνει τα κίνητρα, την αισιοδοξία, τη χαρά και την αίσθηση του σκοπού, ενώ καταστέλλει τη βία και συμβάλλει στη μείωση της κατάθλιψης και της κοινωνικής απομόνωσης (Goleman, 2011·Gottman, 2009·Steiner & Perry, 1997· Στάινερ, 2006· Παππά, 2013).

Κατά τον Goleman (2011), η συναισθηματική νοημοσύνη συνίσταται σε 5 δεξιότητες:

  • Να γνωρίζει κάποιος τα συναισθήματά του: Να τα κατονομάζει, να ξέρει από πού προέρχονται, τι τα προκαλεί, να μπορεί να λέει πόσο έντονα είναι, να αναγνωρίζει τις διαβαθμίσεις τους.
  • Να έχει ενσυναίσθηση: Να αναγνωρίζει τα συναισθήματα των άλλων, τα αίτια αυτών των συναισθημάτων, να μπορεί να συμμετέχει στη συναισθηματική εμπειρία του άλλου, να «αισθάνεται για» τον άλλο.
  • Να μαθαίνει να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του: Να τα ελέγχει, να ξέρει πότε είναι καλό να τα εκφράζει, να ξέρει πότε και πώς η έκφραση ή η μη έκφραση των συναισθημάτων επηρεάζει τους άλλους, να μάθει να διεκδικεί τα θετικά συναισθήματα, όπως είναι η ελπίδα, η αγάπη, η χαρά. Να ξέρει πώς να εκφράζει τα αρνητικά συναισθήματα όπως τον θυμό, τον φόβο, ή την ενοχή με έναν ακίνδυνο και παραγωγικό τρόπο και να αναβάλλει την έκφρασή τους.
  • Να ανασκευάζει τη συναισθηματική ζημία: Να ξέρει να δίνει εξηγήσεις και να ζητά συγγνώμη. Να ξέρει να αναγνωρίζει το λάθος του και να το διορθώνει. Να αναλαμβάνει την ευθύνη. Να αλλάζει τη συμπεριφορά του.
  • Να μπορεί να τα συνδυάζει όλα μαζί: Μόλις κάποιος βελτιώσει τη συναισθηματική του νοημοσύνη, αναπτύσσει μία δεξιότητα που λέγεται «συναισθηματική αλληλεπίδραση». Αυτό σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να συντονίζεται με τα συναισθήματα των ανθρώπων γύρω του, να τα νιώθει και να αλληλεπιδρά με αυτές αποτελεσματικά (Στάινερ, 2006).


Διαβάστε σχετικά: Όταν καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας, καταπιέζουμε αυτό που είμαστε


Η συναισθηματική νοημοσύνη είναι κάτι που μαθαίνεται, γι’ αυτό είναι σημαντικό να ασκηθεί κάποιος στις δεξιότητές της. Από την αρχή οι μελέτες στράφηκαν στα παιδιά και στους τρόπους εκμάθησής της από αυτά (Gottman, 2009).

Η συναισθηματική νοημοσύνη αναπτύσσεται καλύτερα στα παιδιά απ’ ό,τι στους ενήλικες, όταν η πληροφορία μεταδίδεται μέσα από παραδείγματα, όπως π.χ. μαθαίνεται πιο εύκολα η ανάγνωση, αλλά και η απόκτηση άλλων δεξιοτήτων όπως τα αθλήματα, η εκμάθηση ξένων γλωσσών, η μουσική. Από την περίοδο της προσχολικής ηλικίας, τα παιδιά υιοθετούν διάφορες στάσεις: Αρχίζουν να φαντασιώνουν τους εαυτούς τους ως καλούς ή κακούς, επιδέξιους ή αδέξιους, ευτυχισμένους ή δυστυχισμένους.

Μπορεί επίσης να θεωρήσουν τους εαυτούς τους φανταστικούς χαρακτήρες. Μερικά παιδιά θα ταυτιστούν με τη Χιονάτη ή με έναν από τους επτά νάνους. Άλλα θα δουν τον εαυτό τους σαν τον Σούπερμαν κτλ. Θα υιοθετήσουν επίσης τις συναισθηματικές συνήθειες που ταιριάζουν στην άποψή τους για τον εαυτό: αν είναι π.χ. ήρεμα, γλυκά, περίεργα, ανυπόμονα.

Μόλις τα παιδιά αρχίσουν να συμπεριφέρονται με αυτό τον συγκεκριμένο τρόπο, θα αντιμετωπιστούν από τους άλλους με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και θα χαρακτηριστούν ως συνεργάσιμα ή μη συνεργάσιμα, ευτυχισμένα ή δυστυχισμένα. Στο μεγαλύτερο μέρος τους, αυτά τα «συναισθηματικά πρότυπα» (emotional patterns) μαθαίνονται από τους γονείς, καθώς και από τους «σημαντικούς άλλους» του περιβάλλοντός τους.

Μόλις οι παραπάνω στάσεις και συμπεριφορές υιοθετηθούν, μεταβάλλονται σε «πρότυπα» ή «σενάρια» σχετικά με αυτό που είναι η ζωή και με αυτό που θα μοιάζει στο μέλλον. Τα «σενάρια» αυτά μπορεί να διαρκέσουν μία ζωή, εκτός εάν συμβεί κάτι σημαντικό που θα τα αλλάξει. Έτσι, για παράδειγμα:

  • Το παιδί που είναι συνήθως λυπημένο και φοβισμένο μπορεί να γίνει ένας καταθλιπτικός και αυτοκτονικός ενήλικας.
  • Το παιδί που μαθαίνει να καταπιέζει τα δάκρυά του μπορεί να γίνει σκληρό και συναισθηματικά άτρωτο.
  • Το παιδί που δεν μπορεί να ελέγξει τις εκρήξεις θυμού του μπορεί να έχει ως ενήλικας προδιάθεση για συμπεριφορές εθισμού.

Εκτός από τους γονείς, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών διαδραματίζουν οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι αναμφίβολα αποτελούν τους «σημαντικούς άλλους» στη ζωή του παιδιού.

Το σύγχρονο σχολείο ως δομή και το εκπαιδευτικό σύστημα εν γένει συνήθως δεν προωθούν τη συναισθηματική νοημοσύνη κι αυτό γιατί η σχολική πράξη:

  • Δίνει ποσοτική αξία σε ποιοτικά φαινόμενα (όπως είναι η συμπεριφορά, αλλά και η γνώση καθαυτή), αφού χρησιμοποιεί βαθμούς ή διαβαθμιστικούς χαρακτηρισμούς (αρκετά καλά, καλά, πολύ καλά, άριστα) για να αξιολογήσει την επίδοση των παιδιών.
  • Ενθαρρύνει τον ατομικό ανταγωνισμό παρά την ομαδική συνεργασία και τη δέσμευση στην ομάδα.
  • Ωθεί το παιδί να πιστέψει ότι η μάθηση είναι μία σπάνια πολυτέλεια, που συμβαίνει μόνο σε συγκεκριμένα μέρη σε συγκεκριμένο χρόνο, με προκαθορισμένα θέματα και με τη βοήθεια ειδικών.
  • Δίνει έμφαση στη λογική ενώ παραμελεί τα συναισθήματα και τις διαπροσωπικές σχέσεις.

Πολλοί γονείς, αλλά και εκπαιδευτικοί, θα ισχυριστούν ότι υπεύθυνοι για την εκμάθηση συναισθηματικών δεξιοτήτων είναι περισσότερο οι γονείς και όχι το σχολείο. Παρ’ όλ’ αυτά, η συρρίκνωση της οικογένειας των δυτικών κοινωνιών από εκτεταμένη σε αυστηρά πυρηνική ή σε διπυρηνική1 καθώς και ο πολύ λιγότερος χρόνος που διαθέτουν οι γονείς για τα παιδιά τους είναι σημαντικά επιχειρήματα υπέρ του σχολείου (Παππά, 2016). Επιπλέον, οι γονείς δεν είναι πάντοτε σε θέση να διαχειριστούν ή να μεταδώσουν τέτοιου είδους συναισθηματικές δεξιότητες.

Η έρευνα υποδεικνύει ότι η διαμόρφωση συναισθηματικών δεξιοτήτων είναι πολύ πιο εύκολη κατά τη διάρκεια των χρόνων διαμόρφωσης της προσωπικότητας του παιδιού, ιδιαίτερα από τη γέννηση ως τα τρία έτη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι συναισθηματικές δεξιότητες δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκμάθησης κατά τη μέση παιδική ηλικία και την εφηβεία (Παππά, 2013).Από τις υπάρχουσες δομές, το σχολείο είναι η κύρια δραστηριότητα του παιδιού κατά τη διάρκεια των παραπάνω χρόνων.

Ωστόσο, τα συναισθήματα σπάνια έχουν θέση στα σχολεία. Πέρα από τον παιδικό σταθμό και το νηπιαγωγείο,σχεδόν όλες οι προσπάθειες επικεντρώνονται στις γνωστικές δεξιότητες (ανάγνωση, γραφή, μαθηματικά). Επίσης, υπάρχουν λίγα ή καθόλου εφόδια στην καθορισμένη εκπαίδευση των εκπαιδευτικών που να τους προετοιμάζουν για κάτι τέτοιο. Μία πιθανή λύση της εισαγωγής τέτοιων δεξιοτήτων στο σχολείο είναι το διάλειμμα, για παράδειγμα.

Ο Goleman (2011) περιγράφει πώς οι διαμεσολαβητές των μαθητών επιλύουν τις συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του διαλείμματος στο προαύλιο. Ένα τέτοιο «σχολείο συναισθημάτων» θα μπορούσε να είναι μία βασισμένη στην κοινότητα δραστηριότητα σε συνδυασμό με άλλες δραστηριότητες, όπως οι πρόσκοποι, οι σύλλογοι γονέων-εκπαιδευτικών, οι ομάδες καλλιτεχνικής έκφρασης κ.ά.


Διαβάστε σχετικά: Πώς να έρθουμε σε επαφή με τα συναισθήματά μας όταν δεν έχουμε διδαχθεί τον τρόπο


Ποιες είναι αυτές οι δεξιότητες;

Ο Goleman (2011) υπέδειξε μια σειρά από τέτοιες δεξιότητες, όπως:

  • Αυτεπίγνωση (self-awareness). Μία από τις βασικές συναισθηματικές δεξιότητες περιλαμβάνει το να είναι κανείς ικανός να αναγνωρίζει τα συναισθήματα και να τα κατονομάζει. Είναι επίσης σημαντικό να έχει συνείδηση της σχέσης μεταξύ σκέψεων, αισθημάτων και πράξεων. Ποια σκέψη προκάλεσε αυτό το συναίσθημα; Ποιο συναίσθημα βρισκόταν πίσω από εκείνη την πράξη;

  • Διαχείριση συναισθημάτων (managing emotions). Είναι σημαντικό να συνειδητοποιεί κανείς αυτό που βρίσκεται πίσω από τα συναισθήματα. Οι πεποιθήσεις ασκούν μία θεμελιώδη επίδραση στην ικανότητα για δράση και στο πώς γίνονται τα πράγματα. Πολλοί άνθρωποι συνεχώς δίνουν στους εαυτούς τους αρνητικά μηνύματα. Η ελπίδα μπορεί να είναι πολύτιμο εφόδιο. Επιπλέον, το να βρίσκει κανείς τρόπους να διαχειριστεί τον θυμό, τον φόβο, το άγχος και τη θλίψη είναι σημαντικό. Το να μάθει κανείς, για παράδειγμα, πώς να ηρεμεί τον εαυτό του όταν είναι ταραγμένος. Η κατανόηση του τι συμβαίνει όταν τα συναισθήματα έχουν το πάνω χέρι και πώς να κερδίσει χρόνο για να κρίνει εάν αυτό που πρόκειται να ειπωθεί ή να γίνει πάνω στην έξαψη της στιγμής είναι αλήθεια το καλύτερο πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος. Το να μπορεί να κατευθύνει τα συναισθήματα προς μία θετική έκβαση είναι μία ικανότητα-κλειδί.

  • Ενσυναίσθηση (empathy). Το να βρίσκει κανείς το μέτρο μίας κατάστασης και να μπορεί να ενεργεί κατάλληλα απαιτεί κατανόηση των αισθημάτων των άλλων που εμπλέκονται και το να είναι ικανός να μπει στη θέση τους. Είναι σημαντικό να μπορεί κάποιος να ακούει τους άλλους χωρίς να παρασύρεται από προσωπικά συναισθήματα. Υπάρχει ανάγκη να είναι κάποιος ικανός να διαχωρίζει μεταξύ του τι κάνουν ή λένε οι άλλοι και των προσωπικών αντιδράσεων και κρίσεών του.

  • Επικοινωνία (communicating). Το να αναπτύσσει κάποιος ποιοτικές σχέσεις έχει μία πολύ θετική επίδραση σε όλους όσοι εμπλέκονται. Ποια συναισθήματα μεταδίδονται στους άλλους; Ο ενθουσιασμός και η αισιοδοξία είναι μεταδοτικά, όπως είναι και η απαισιοδοξία και ο αρνητισμός. Το να είναι κανείς ικανός να εκφράσει προσωπικές ανησυχίες χωρίς θυμό ή παθητικότητα είναι ένα σημαντικό προσόν.

  • Συνεργασία (cooperation). Το να ξέρει κάποιος πώς και πότε να είναι αρχηγός και πότε να ακολουθεί είναι σημαντικό για την αποτελεσματική συνεργασία. Η αποτελεσματική αρχηγία δεν οικοδομείται πάνω στην κυριαρχία αλλά στην τέχνη του να βοηθά κάποιος τους άλλους και να εργάζεται μαζί τους για την επίτευξη κοινών στόχων. Το να αναγνωρίζει την αξία της συνεισφοράς των άλλων και να ενθαρρύνει τη συμμετοχή τους μπορεί συχνά να κάνει περισσότερο καλό, από το να δίνει διαταγές ή να παραπονιέται. Ταυτόχρονα, υπάρχει ανάγκη να αναλαμβάνει υπευθυνότητες και να αναγνωρίζει τις συνέπειες των αποφάσεων και των ενεργειών,καθώς και να είναι συνεπής στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει.

  • Επίλυση συγκρούσεων (resolving conflicts). Στην επίλυση συγκρούσεων υπάρχει ανάγκη να καταλάβει κανείς τους μηχανισμούς που είναι αποδοτικοί. Οι άνθρωποι που συγκρούονται γενικά οχυρώνονται πίσω από μία αυτοδιαιωνιζόμενη συναισθηματική σπείρα, στην οποία το δηλωμένο υποκείμενο της σύγκρουσης είναι σπανίως το θέμα-κλειδί. Σε πολλές από τις συγκρούσεις που επιλύονται κάποιος χρειάζεται να χρησιμοποιεί τις υπόλοιπες συναισθηματικές δεξιότητες.

Οι εκπαιδευτικοί, όπως και οι γονείς, αποτελούν συναισθηματικά πρότυπα για τα παιδιά, γι’ αυτό και είναι σημαντικό να είναι θετικά συναισθηματικά πρότυπα ή «συναισθηματικοί μέντορες» (Gottman, 2009·Goleman & Senge, 2015). Για να επιτευχθεί αυτό είναι απαραίτητο να εξελίξουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις δικές τους συναισθηματικές δεξιότητες και να προσεγγίζουν τα παιδιά με υπομονή και σεβασμό, με οριοθέτηση, ενθάρρυνση και θετική διάθεση.


Βιβλιογραφικές αναφορές

  • Goleman, D. (2011). Η συναισθηματική νοημοσύνη. Γιατί το «EQ» είναι πιο σημαντικό από το «IQ» (Μτφρ.: Α. Παπασταύρου, Επιμ.: Ι. Ν. Νέστορος & Χ. Ξενάκη). Αθήνα: Πεδίο.
  • Goleman, D. & Senge, P. (2015). Τριπλή εστίαση. Μια νέα προσέγγιση στην εκπαίδευση (Μτφρ.: Ν. Γάσπαρης, Επιμ.: Δ. Ιορδάνογλου & Χ. Ξενάκη). Αθήνα: Πεδίο.
  • Gottman, J. Μ. & DeclaireJ. (2009). Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Ένας πρακτικός οδηγός για γονείς – Πώς να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη (Μτφρ.: Χ. Ξενάκη, Επιμ.: Χ. Γ. Χατζηχρήστου). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 
  • Παππά, Β. (2013). Η λογική των συναισθημάτων – Συναισθηματική ανάπτυξη και συναισθηματική νοημοσύνη. Αθήνα: Οκτώ.
  • Παππά, Β. (2016). Επάγγελμα γονέας. Τύποι γονέων και συμπεριφορά παιδιών και εφήβων. Αθήνα: Οκτώ.
  • Στάινερ, Κ. (2006). Συναισθηματική νοημοσύνη με καρδιά (Μτφρ.: Β. Παππά). Αθήνα: Καστανιώτης.
  • Steiner, C. & Perry, P. (1997). Achieving Emotional Literacy: A Personal Program to Increase Emotional Intelligence. New York: Avon.

1Ο όρος «διπυρηνική» έχει πρόσφατα αντικαταστήσει τον όρο «μονογονική» (Παππά, 2016).

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια