Oι γυναίκες, κατά μέσο όρο, είναι καλύτερες από τους άνδρες στο «να μπαίνουν στη θέση των άλλων» και να φαντάζονται τι σκέφτεται ή αισθάνεται ο άλλος, δείχνει μια νέα μελέτη με 300.000 άτομα σε 57 χώρες.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες, κατά μέσο όρο, σημειώνουν υψηλότερη βαθμολογία από τους άνδρες στο ευρέως χρησιμοποιούμενο τεστ “Reading the Mind in the Eyes”, το οποίο μετρά τη «Θεωρία του Νου» (γνωστή και ως «γνωστική ενσυναίσθηση»). Το εύρημα αυτό παρατηρήθηκε σε όλες τις ηλικίες και στις περισσότερες χώρες.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences, είναι η μεγαλύτερη μελέτη της «Θεωρίας του νου» μέχρι σήμερα.
Ένα θεμελιώδες συστατικό της ανθρώπινης κοινωνικής αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας περιλαμβάνει την τοποθέτησή μας στη θέση των άλλων ανθρώπων, ώστε να φανταστούμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα ενός άλλου ατόμου. Αυτό είναι γνωστό ως «Θεωρία του Νου» (γνωστή και ως «γνωστική ενσυναίσθηση»).
Εδώ και δεκαετίες, οι ερευνητές μελετούν την ανάπτυξη της Θεωρίας του Νου, από τη βρεφική ηλικία έως την τρίτη ηλικία. Ένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα τεστ με τα οποία μελετάται η θεωρία του νου είναι το ψυχομετρικό τεστ “Reading the Mind in the Eyes”, το οποίο ζητά από τους συμμετέχοντες να επιλέξουν ποια λέξη περιγράφει καλύτερα αυτό που σκέφτεται ή αισθάνεται το άτομο στη φωτογραφία, μόνο και μόνο βλέποντας φωτογραφίες της περιοχής των ματιών του προσώπου.
Το συγκεκριμένο τεστ αναπτύχθηκε για πρώτη φορά το 1997 από τον καθηγητή Σερ Σιμόν Μπάρον Κόεν και την ερευνητική του ομάδα στο Cambridge, αναθεωρήθηκε το 2001 και έχει γίνει μια καθιερωμένη αξιολόγηση της θεωρίας του νου. Αναφέρεται ως ένα από τα δύο συνιστώμενα τεστ για τη μέτρηση των ατομικών διαφορών στην “Κατανόηση των νοητικών καταστάσεων” από το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας των ΗΠΑ.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, πολλές ανεξάρτητες ερευνητικές μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι οι γυναίκες σημειώνουν κατά μέσο όρο υψηλότερη βαθμολογία από τους άνδρες στις δοκιμασίες της θεωρίας του νου. Ωστόσο, οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες περιορίστηκαν σε σχετικά μικρά δείγματα, χωρίς μεγάλη ποικιλομορφία όσον αφορά τη γεωγραφία, την κουλτούρα ή/και την ηλικία.
Διαβάστε σχετικά: 5 ασκήσεις που αυξάνουν την ενσυναίσθηση
Για να αντιμετωπίσει αυτές τις ελλείψεις, μια ομάδα διεπιστημονικών ερευνητών με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και με συνεργάτες στα Πανεπιστήμια Bar-Ilan, Χάρβαρντ, Ουάσινγκτον και Χάιφα, καθώς και στο IMT Lucca, συγχώνευσε μεγάλα δείγματα από διαφορετικές διαδικτυακές πλατφόρμες για να αναλύσει δεδομένα από 305.726 συμμετέχοντες σε 57 χώρες.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε όλες τις 57 χώρες, οι γυναίκες κατά μέσο όρο σημείωσαν σημαντικά υψηλότερη βαθμολογία από τους άνδρες (σε 36 χώρες) ή παρόμοια με τους άνδρες (σε 21 χώρες) στο Test. Σημαντικό είναι ότι δεν υπήρχε καμία χώρα όπου οι άνδρες κατά μέσο όρο σημείωναν σημαντικά υψηλότερη βαθμολογία από τις γυναίκες. Η μέση διαφορά φύλου παρατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια της ζωής, από τα 16 έως τα 70 έτη. Η ομάδα επιβεβαίωσε επίσης αυτή τη μέση διαφορά φύλου σε τρία ανεξάρτητα σύνολα δεδομένων και σε μη αγγλικές εκδόσεις του Test, που καλύπτουν οκτώ γλώσσες.
Ο Δρ. Ντέιβιντ Γκρίνμπεργκ, επικεφαλής επιστήμονας της μελέτης δήλωσε: Τα αποτελέσματά μας, παρέχουν μερικές από τις πρώτες ενδείξεις ότι το γνωστό φαινόμενο – ότι οι γυναίκες είναι κατά μέσο όρο πιο ενσυναισθητικές από τους άνδρες- παρουσιάζεται σε ευρύ φάσμα χωρών σε όλο τον κόσμο. Μόνο με τη χρήση πολύ μεγάλων συνόλων δεδομένων μπορούμε να το πούμε αυτό με σιγουριά.
Αν και η μελέτη αυτή δεν μπορεί να διακρίνει την αιτία αυτής της κατά μέσο όρο διαφοράς μεταξύ των δύο φύλων, οι συγγραφείς συζητούν με βάση προηγούμενες έρευνες ότι αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα τόσο βιολογικών όσο και κοινωνικών παραγόντων.
Ο καθηγητής Σερ Σιμόν Μπάρον Κόεν, Διευθυντής του Κέντρου Έρευνας για τον Αυτισμό στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και κύριος συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε: Οι μελέτες για τις διαφορές φύλου δεν λένε τίποτα για το μυαλό ή τις ικανότητες ενός ατόμου. Το συγκεκριμένο τεστ αποκαλύπτει ότι πολλά άτομα δυσκολεύονται να διαβάσουν τις εκφράσεις του προσώπου, για διάφορους λόγους και πιστεύουμε ότι θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμη υποστήριξη για όσους την αναζητούν.
Οι ερευνητές έδειξαν επίσης ότι, εκτός από το φύλο, τα “D-scores” (η διαφορά μεταξύ της τάσης ενός ατόμου να συστηματοποιεί και της τάσης του να ενσυναισθάνεται) αποτελούν σημαντικό αρνητικό προγνωστικό παράγοντα για τη βαθμολογία στο Test. Αυτό το αποτέλεσμα έρχεται να προστεθεί σε μια προηγούμενη μελέτη με επικεφαλής τον Γκρίνμπεργκ το 2018 με περισσότερους από 650.000 συμμετέχοντες, η οποία επίσης δημοσιεύθηκε στο PNAS και η οποία διαπίστωσε ότι τα D-scores αντιπροσώπευαν 19 φορές περισσότερο τη διακύμανση των αυτιστικών χαρακτηριστικών από ό,τι το φύλο ή όντως οποιαδήποτε άλλη δημογραφική μεταβλητή. Έτσι, τα D-scores φαίνεται να παίζουν σημαντικότερο ρόλο από το φύλο σε πτυχές της ανθρώπινης νόησης.
Έρευνα: Greenberg, David M., Sex and age differences in “theory of mind” across 57 countries using the English version of the “Reading the Mind in the Eyes” Test, Proceedings of the National Academy of Sciences (2022). DOI: 10.1073/pnas.2022385119.
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*