Συχνά αναρωτιέμαι για τη διαφορά ανάμεσα στο τέλειο και το εξαιρετικό. Το πρώτο το κυνηγάς και σε οδηγεί στο δεύτερο, που είναι η προϋπόθεση για το πρώτο, κι ας ξέρεις πως μάλλον δεν υπάρχει.
Η τελειότητα είναι μια έννοια τόσο συγκεκριμένη όσο και αφηρημένη. Στο μυαλό μας όλοι έχουμε την εικόνα και την αίσθηση του δικού μας τέλειου σύμπαντος, που όμως είναι τόσο διαφορετική από την εικόνα και την αίσθηση του τέλειου για τον διπλανό μας. Άρα το τέλειο δεν είναι αντικειμενικό, και κάτι που δεν είναι αντικειμενικό δεν μπορεί να είναι τέλειο.
Βγαίνοντας από τη φυλακή της τελειότητας αρχίζεις να αισθάνεσαι την ελευθερία που σου δίνει η αποδοχή του λάθους. Απελευθερωμένος από τη φυλακή σου, δημιουργείς την κιβωτό που θα σε σώσει. Μα και τον κόσμο τον έσωσε μια κιβωτός φτιαγμένη από ερασιτέχνες. Από ανθρώπους, δηλαδή, που έκαναν λάθη, από ανθρώπους που δεν ήξεραν αλλά τολμούσαν, γιατί ήθελαν και λαχταρούσαν. Και καταλάβαιναν και ένα πράγμα ακόμα: πως έπρεπε να κάνουν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει. Η προσωπική απόφαση να αναλάβει κάποιος την ευθύνη για κάτι νέο και μοναδικό είναι το απόλυτα ελεύθερο πεδίο δράσης. Δεν υπάρχουν προηγούμενα, δεν υπάρχουν συγκρίσεις, δεν υπάρχουν ανταγωνισμοί. Υπάρχει μόνο η δίψα της πραγματοποίησης του πρώτου βήματος.
Η υπέρβαση είναι πάντα ένα μονοπάτι που εξελίχθηκε σε λεωφόρο. Βαδίζεις ατελείωτα και δεν το καταλαβαίνεις, γυρίζεις προς τα πίσω και το συνειδητοποιείς. Και τότε για πρώτη φορά αντιλαμβάνεσαι ποια είναι η ουσία της τελειότητας. Είναι η άφαντη εκείνη κλωστή που ενώνει τις καλές σου προθέσεις, τις παθιασμένες προσπάθειες και τη δύναμη των συναισθημάτων σου, δημιουργώντας.
Είναι όλες εκείνες οι γραμμές που ο ζωγράφος έσβησε για να τραβήξει νέες, μέχρι να δώσει μορφή στο έργο του, που τώρα κρέμεται σε ένα από τα μεγάλα μουσεία του κόσμου. Ήξερε άραγε ο καλλιτέχνης ότι εκείνη τη στιγμή που δούλευε χαμένος στις σκέψεις του και στην έμπνευσή του, δημιουργούσε κάτι μεγαλειώδες; Όχι φυσικά. Χρειαζόταν να το ξέρει; Απαγορευόταν να το ξέρει.
Τελειότητα τελικά είναι η συνειδητοποίηση της μη ύπαρξής της και η απελευθέρωση που σου δίνει η γνώση της μάταιης επιδίωξής της. Όταν αυτή η γνώση γίνει κτήμα σου, τότε μεγαλουργείς και αγγίζεις το εξαιρετικό. Ίσως γιατί είσαι το τελειότερο πλάσμα που φτιάχτηκε ποτέ και επέτρεψες στον εαυτό σου να το δείξει, αφού πρώτα αφέθηκες να το νιώσεις.
Τέλεια είναι μόνο η διαδικασία της δημιουργίας του εξαιρετικού και σπίτι της είναι το μυαλό σου, η καρδιά και η ψυχή σου, και αυτό είναι κάτι που, όταν το διάβασα για πρώτη φορά, χτύπησε ένα καμπανάκι μέσα μου. Και νομίζω πως τώρα, αυτή τη στιγμή της ζωής μου, το καταλαβαίνω πιο καθαρά από ποτέ.
[…]
Όταν έκλεισαν οι κάμερες και πήρα τον δρόμο του γυρισμού προς το Ολυμπιακό χωριό, ερωτήσεις γεννιόνταν στο κεφάλι μου, σαν να έκανα διάλογο με τον παλιό εαυτό μου. Ο καινούριος μου εαυτός είχε σχεδόν όλες τις απαντήσεις:
«Ποιος είναι τελικά ο μεγαλύτερος εχθρός της επιτυχίας;»
«O φόβος της».
«Γιατί δεν αισθάνομαι επιτυχημένος;»
«Γιατί πρέπει ν’ αρχίσεις να αποδέχεσαι όλες τις προκλήσεις που έρχονται στον δρόμο σου και όχι μόνο αυτές που σου αρέσουν».
«Γιατί οι περισσότεροι μου λένε πως δεν μπορώ να τα καταφέρω;»
«Γιατί δεν μπορούν οι ίδιοι».
«Γιατί κρίνουν τις επιλογές μου;»
«Γιατί δεν ξέρουν τις αιτίες τους».
«Γιατί καθετί καλό αργεί τόσο πολύ να έρθει στη ζωή μου;»
«Γιατί τα αστέρια λάμπουν για μας όταν έχουν ήδη πεθάνει»
«Γιατί δεν αισθάνομαι ευτυχισμένος;»
«Γιατί περιμένεις από κάποιον άλλο να σε κάνει».
«Γιατί δεν μου είναι εύκολο να συγχωρώ όσους μου έκαναν κακό;»
«Γιατί δεν είσαι ακόμα σε υψηλότερο επίπεδο από αυτούς».
«Γιατί βρίσκω σπάνια τον τρόπο να κάνω όσα θέλω;»
«Γιατί συνήθως ψάχνεις τη δικαιολογία για το ότι δεν τα κατάφερες».
«Γιατί τόσες καταιγίδες;»
«Γιατί αυτές μετράς, ενώ ξεχνάς τα ουράνια τόξα».
«Γιατί αισθάνομαι να χάνομαι μέσα στις σκέψεις μου;»
«Γιατί είναι μια περιοχή που δεν γνωρίζεις καλά».
«Γιατί υπάρχει τόσος πόνος γύρω μας;»
«Γιατί υπάρχουν και άλλοι τόσοι τρόποι για να τον ξεπερνάμε».
«Γιατί δεν έχω ποτέ αυτό που πραγματικά θέλω;»
«Γιατί δεν ξέρεις τι πραγματικά θέλεις».
Σταματάω για λίγο και ψιθυρίζω:
«Σήμερα όμως ξέρω!!!»
Το λεωφορείο με περνάει από τους πιο φωτεινούς δρόμους του κόσμου, στο Παρίσι.
Βιάζομαι να βρεθώ στο δωμάτιό μου.
Έχω έναν τελικό να ετοιμάσω.
Έχω έναν τελικό να ζήσω.
Κι όταν τον ζήσω μέσα μου, είναι θέμα χρόνου να τον δείξω και στους άλλους.
Μετράω ώρες…
Τελικός άλματος επί κοντώ.
Ολυμπιακοί Αγώνες.
Παρίσι 2024.
Δευτέρα, 5 Αυγούστου 2024.
Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Εμμανουήλ Καραλής: Όταν κοιτάς από ψηλά του Νίκου Μιχαλόπουλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα στο dioptra.gr και σε όλα τα συνεργαζόμενα βιβλιοπωλεία.