Γιατί τα παιδιά δεν πρέπει να νιώθουν ενοχοποιημένα και αβοήθητα;
Ο Seligman (1975) με το μοντέλο αυτό διατύπωσε την υπόθεση ότι όταν ένα άτομο (ακόμη και τα πολύ μικρά παιδιά και τα ζώα) εκτεθεί σε έντονα αγχόγονες και αρνητικές καταστάσεις τις οποίες δε μπορεί να φέρει εις πέρας, οδηγείται στο να γενικεύσει αυτή τη συμπεριφορά πιστεύοντας ότι γενικά δεν μπορεί να καταφέρει τίποτα και να ελέγξει καταστάσεις στη ζωή του κι έτσι νιώθει «αβοήθητο» (Κλεφτάρας, 1998).
Οι Abramson, Metalsky, και Alloy (1989) μετά από το παραπάνω μοντέλο ανέπτυξαν την έννοια του «καταθλιπτικού γνωσιακού προφίλ», σύμφωνα με το οποίο, το άτομο που αποδίδει τα αρνητικά γεγονότα στον εαυτό του, καταλήγει να αισθάνεται αβοήθητο και καταθλιπτικό, αλλά εκείνο που αποδίδει τέτοια περιστατικά σε εξωτερικές αιτίες είναι πιθανό να δραστηριοποιηθεί, ώστε να λύσει το πρόβλημα και εν τέλει να αποφύγει τις αρνητικές συνέπειες (Κλεφτάρας,1998).
Σε μία έρευνα που δημοσιεύθηκε το 2007, οι Cole, Warren, Dallaire, Lagrange, Travis, και Ciesla, μελέτησαν το πως οι θετικές και αρνητικές συμπεριφορές στην ανατροφή των παιδιών και η εμπειρία αρνητικών γεγονότων μπορούν να οδηγήσουν τα μικρά παιδιά (περίπου 5 ετών) να αναπτύξουν το αίσθημα του αβοήθητου. Χορηγήθηκαν ερωτηματολόγια στους γονείς και βιντεοσκοπήθηκαν τα παιδιά, τα οποία έπρεπε να ολοκληρώσουν 7 παζλ διαφορετικής δυσκολίας το καθένα. Στα παζλ που ήταν πιο εύκολα οι θετικές συμπεριφορές ήταν υψηλότερες και οι αρνητικές χαμηλότερες, ενώ στα πιο δύσκολα επικράτησε το αντίστροφο και εμφανίστηκαν ενδείξεις μαθημένης αβοηθησίας.
Επίσης, οι εκθέσεις των γονέων για τυχόν αρνητικά γεγονότα που έχουν βιώσει τα παιδιά και οι πληροφορίες για την ανατροφή τους μπόρεσαν να προβλέψουν τις επιμέρους διαφορές στο πως το κάθε παιδί αντιδρούσε όταν δεν μπορούσε να φτιάξει ένα παζλ και στην κινητοποίηση που έδειχνε να προχωρήσει στο επόμενο παρά την προηγούμενη αποτυχία του. Δηλαδή, παιδιά τα οποία είχαν κάποια αρνητική εμπειρία ή οι γονείς τους είχαν κυρίως αρνητικές συμπεριφορές απέναντί τους και δεν τα κατάφερναν με τα παζλ, τα παρατούσαν πιο εύκολα και δεν ήθελαν να συνεχίσουν με το επόμενο.
Τα αποτελέσματα της έρευνας οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι το αίσθημα του αβοήθητου μπορεί να αρχίσει να αναπτύσσεται από πολύ μικρή ηλικία, ξεκινώντας μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον, από τον τρόπο ανατροφής των παιδιών. Οι συνέπειες όμως των αρνητικών γεγονότων και της λανθασμένης ανατροφής αρχίζουν να εμφανίζονται περίπου στη μέση παιδική ηλικία και όλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες επικινδυνότητας για την εκδήλωση κατάθλιψης, κυρίως στην εφηβική και ενήλικη ζωή.
Οι γονείς λοιπόν δεν πρέπει να αποθαρρύνουν τις προσπάθειες των παιδιών τους ακόμα και όταν είναι λανθασμένες. Πρέπει να τους εξηγούν πως και το λάθος είναι φυσιολογικό και πως για να φτάσεις το σωστό κάποιες φορές κάνεις πρώτα λάθη. Και βέβαια ο γονιός δεν θα πρέπει να αναλαμβάνει να διεκπεραιώνει όσα το παιδί ισχυρίζεται πως δεν μπορεί να κάνει μόνο του. Οπλίζοντάς τα με επιμονή και ενισχύοντας την αυτοεκτίμησή τους, όχι μόνο καταφέρνουν να τα κάνουν να πετύχουν το στόχο τους, αλλάένα τέτοιο μοτίβο ανατροφής προστατεύει το παιδί από τυχόν εμφάνιση ψυχοπαθολογίας.
Βιβλιογραφία
Cole, A. C., Dana E., Warren, D. E., Dallaire, D. H., Lagrange, B., Travis, R., & Ciesla, J. A. (2007). Early Predictors of Helpless Thoughts and Behaviors in Children: Developmental Precursors to Depressive Cognitions. Clinical Child Psychology and Psychiatry, 12(2), 295–312. doi: 10.1177/1359104507075936
Κλεφτάρας, Γ. (1998). Η κατάθλιψη σήμερα: Περιγραφή, διάγνωση, θεωρίες και ερευνητικά δεδομένα. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.