psychologist-banner-2
banner2
thumb

Είναι η βία, η “μεταδοτική ασθένεια” της εποχής;

- Βία
16 Μαΐου 2014

Συνηθίζεται να πιστεύουμε ότι η βία λαμβάνει χώρα μόνο σε δρόμους πόλεων με υψηλή εγκληματικότητα και σε καταστάσεις πολέμου. Πλέον γνωρίζουμε ότι η βία κυριαρχεί στις εκκλησίες, στα σχολεία, σε αγροτικές περιοχές και σε μικρές πόλεις. Προκαλεί εκατομμύρια θυμάτων σε όλο τον κόσμο κάθε χρόνο.


Η επιθετικότητα και η βία είναι όροι που χρησιμοποιούνται εναλλάξ. Ωστόσο υπάρχουν μερικές διακρίσεις ανάμεσά τους που θα έπρεπε να επισημανθούν: η βία ορίζεται ως ένας τρόπος φυσικής επίθεσης με πρόθεση τον τραυματισμό ενός άλλου προσώπου ή την καταστροφή της περιουσίας του άλλου. Η βία συνήθως δεν μπορεί να προληφθεί ή να προβλεφθεί από τα άτομα που επηρεάζει. Οι αιτίες που οδηγούν στη βία μπορεί να σχετίζονται με το κοινωνικό επίπεδο, τα προσωπικά χαρακτηριστικά ή να προκαλείται και από θεσμικούς παράγοντες.

Η βία είναι αδιάφορο το ποιον επηρεάζει και βρίσκεται σε πολλούς τομείς της ζωής συμπεριλαμβανουμένου του εργασιακού χώρου, του σπιτιού και δημοσίων χώρων. Η επιθετικότητα μπορεί γενικά να οριστεί ως όλες οι συμπεριφορές που έχουν ως σκοπό τη βλάβη ενός άλλου προσώπου, ψυχολογικά ή σωματικά ή την καταστροφή της περιουσίας του. Η επιθετικότητα είναι πιο πολύ η πρόθεση παρά η ενέργεια. Όταν ένα άτομο αντιτίθεται στους κοινωνικούς κανόνες που εφαρμόζονται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση μπορεί να θεωρηθεί επιθετικό.

 Η επιθετικότητα και η βία μπορούν να είναι η αιτία πολλών διαφορετικών διαταραχών. Τα άτομα με επιθετική ή βίαιη συμπεριφορά μπορεί να υποφέρουν από παθητικο-επιθετική συμπεριφορά με ξεσπάσματα και εκρήξεις θυμού. Επίσης, μπορεί να εμφανίζουν μείζονα κατάθλιψη, γενική ανησυχία, διπολική διαταραχή ή διαταραχή μετατραυματικού στρες από τις οποίες η επιθετικότητα και η βία αποτελούν έμμεσο αποτέλεσμα. Οι επιθετικές και οι βίαιες συμπεριφορές μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα της χρήσης ή της εξάρτησης από ουσίες και αλκοόλ.

Ποιοι παράγοντες καθορίζουν τη βίαιη συμπεριφορά;

Πολυάριθμοι παράγοντες καθορίζουν τη συμπεριφορά και αν ένα άτομο είναι σε κίνδυνο να αναπτύξει βίαιες τάσεις και συμπεριφορές. Αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνουν βιολογικά χαρακτηριστικά, τύπους οικογενειακών δεσμών, ατομικά χαρακτηριστικά, επίπεδο εκπαίδευσης και ευφυίας, χαρακτηριστικά αναπτυξιολογικά, τύπους σχέσεων, κουλτούρα και ψυχική ανθεκτικότητα, δηλαδή τόσο ιδιοσυστασιακά όσο και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Κάθε παράγοντας στη ζωή ενός ατόμου μπορεί να επηρεάσει ή να επηρεαστεί από άλλους παράγοντες. Όταν υπάρχει συσσώρευση αρνητικών παραγόντων (όπως κακοποίηση, χαοτικές γειτονιές ή ψυχολογικά προβλήματα) και απουσιάζουν οι θετικοί παράγοντες (όπως ευκαιρίες για επιτυχίες, μορφωτικά ερεθίσματα, ψυχολογική ανθεκτικότητα), τότε είναι πιο πιθανό η βία να προκύψει ως μέσο διαχείρισης προβλημάτων στη ζωή ενός ατόμου. H βίαιη συμπεριφορά ανακύπτει όταν οι αρνητικοί παράγοντες υπερισχύουν των θετικών και τότε είναι που χάνεται ο έλεγχος.

 Συχνοί προστατευτικοί παράγοντες είναι πέρα από ενδοατομικά χαρακτηριστικά (ευφυία, ανθεκτικότητα), η εγκαθίδρυση μιας στενής σχέσης μ’έναν υποστηρικτικό ενήλικα, η ενθάρρυνση ισότιμων σχέσεων ή η λήψη προστασίας από ένα βίαιο οικογενειακό περιβάλλον. Τέτοιοι παράγοντες μπορούν να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο εάν ένα άτομο θα γίνει κακοποιός ή πνευματικά ισορροπημένος συνεισφέροντας θετικά στην κοινωνία.

Τι προκαλεί τη βία;

Σίγουρα δεν υπάρχει μια απάντηση στο τί προκαλεί τη βία. Μελέτες βίαιων ατόμων έδειξαν ότι υπάρχουν ορισμένες διαδικασίες αρνητικών σκέψεων που κυριεύουν το μυαλό βίαιων ατόμων επηρεάζοντάς τα να εμπλακούν σε βίαιες συμπεριφορές. Πρόκειται για σχήματα-μοτίβα αρνητικών σκέψεων ενάντια στον εαυτό και εχθρικότητας και καχυποψίας εναντίον των υπολοίπων. Τα βίαια άτομα επιδεικνύουν έλλειψη εμπιστοσύνης για το κοινωνικό περιβάλλον και αμφιβολία για το πόσο υποστηρικτικό μπορεί να είναι.

Αυτές οι καχύποπτες σκέψεις ενθαρρύνουν τα άτομα να αναπτύξουν μια στάση άμυνας και αυτοπροστασίας από έναν αντιλαμβανόμενο κίνδυνο. Επειδή η λανθασμένη αντίληψη κάνει την απειλή να φαίνεται αληθινή, τα άτομα αυτά νιώθουν ότι νομιμοποιούνται να ενεργούν βίαια ώστε να προστατεύσουν τον εαυτό τους. Κάνουν συνεχώς αρνητικές σκέψεις για τους συνανθρώπους τους, τους οποίους τους αντιλαμβάνονται ως διαφορετικούς, περίεργους και κακούς. Είναι ευκολότερο να βλάψεις κάποιον που τον αντιλαμβάνεσαι “διαφορετικό” από εσένα. Αυτές οι σκέψεις συνεισφέρουν στην καχυποψία και την έλλειψη εμπιστοσύνης του ατόμου για τον κόσμο γενικότερα. Ένα παράδειγμα “εσωτερικών φωνών” των βίαιων ατόμων είναι: “δε σε συμπαθούν”, “θέλουν να σε υπονομεύσουν”, “μην τους εμπιστεύεσαι”.

Άλλες σκέψεις που οδηγούν στη βία είναι σκέψεις που οδηγούν το άτομο να νιώθει θύμα ή διωκόμενο. Θεωρούν τον εαυτό τους θύμα της κακομεταχείρισης των υπολοίπων. Το άτομο θεωρεί ότι προσβάλλεται, κατηγορείται ή ταπεινώνεται από τους άλλους ανθρώπους. Παράδειγμα τέτοιων σκέψεων είναι: “πρόκειται να σε γελοιοποιήσουν” ή “δε σε παίρνουν στα σοβαρά”. Τα βίαια άτομα κάνουν επίσης σκέψεις αυταπαξιωτικές με αποτέλεσμα να θεωρούν ότι δεν είναι αξιαγάπητοι ή ότι κανένας δεν πρόκειται να τους αγαπήσει ή να νοιαστεί γι αυτούς. Τέτοιες σκέψεις προκρίνουν τη απομόνωση και την απόσυρση από συναναστροφές. Επιτίθενται στους συνανθρώπους τους και τους βλέπουν ως απορριπτικούς. Όλες αυτές οι σκέψεις ενθαρρύνουν τα βίαια άτομα να μην μπορούν να δεχτούν τίποτα από κανέναν.

Παραδείγματα τέτοιων σκέψεων είναι: “πρέπει να προστατεύσεις τον εαυτό σου γιατί κανείς άλλος δε θα φροντίσει γι αυτό” ή “μην περιμένεις τίποτα από κανέναν, μόνο θα απογοητευθείς”. Επίσης, μεγεθυμένες σκέψεις όσον αφορά την αξία ενός ατόμου μπορεί να οδηγήσουν σε βίαιη συμπεριφορά καθώς το άτομο μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο από τους υπόλοιπους και να θεωρεί ότι αξίζει κατά τέτοιο τρόπο να του συμπεριφέρονται. Όταν η υπερτιμημένη αίσθηση της αξίας του εαυτού απειλείται, π.χ από αντιλαμβανόμενη έλλειψη σεβασμού από τους άλλους, το άτομο συνήθως αντιδρά βίαια σε μια προσπάθεια επανάκτησης της μεγεθυμένης, υπερτιμημένης αυτοεικόνας. Στην πραγματικότητα πρόκειται για εύθραυστη αυτοεκτίμηση, εγωιστικού τύπου και με ναρκισσιστικές καθηλώσεις. Παραδείγματα τέτοιων σκέψεων είναι: “είσαι τόσο καλύτερος από αυτούς” ή “πώς τολμούν να σου μιλούν έτσι;”.

Oι επιθετικές σκέψεις συνεισφέρουν σημαντικά στην εκδήλωση βίας. Αυτές οι σκέψεις ευθέως ενθαρρύνουν την ανάληψη επιθετικής δράσης. Πείθουν ένα άτομο ότι το να ενεργήσει επιθετικά και βίαια είναι η κατάλληλη αντίδραση, ότι θα προκληθεί ανακούφιση και ευχαρίστηση. Υπάρχει έλλειμμα τύψεων εκπεφρασμένων από το άτομο που διακατέχεται από τέτοιες σκέψεις. Η κατανόηση του τί συμβαίνει στο μυαλό ενός βίαιου ατόμου επιτρέπει την καλύτερη διαχείριση του κινδύνου για εκδήλωση βίας προστατεύοντας ταυτόχρονα και το θύτη και το θύμα. Πολλοί παράγοντες κινδύνου για εκδήλωση βίας μπορούν να αλλάξουν και ο τρόπος σκέψης ενός βίαιου ατόμου είναι ένας παράγοντας που μπορεί να μεταβληθεί.

Η καταγραφή της μείωσης των επιθετικών σκέψεων κατά τη διάρκεια θεραπείας επιτρέπει την εκτίμηση και αξιολόγηση της βελτίωσης. Επιπλέον, η προσφορά στα βίαια άτομα της κατανόησης τέτοιων σκέψεων τα βοηθά να απαλλαγούν από βίαιες εκδηλώσεις.

Βία στο οικογενειακό πλαίσιο

Πολύ συχνή είναι τα τελευταία χρόνια, επίσης, η εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών εντός του οικογενειακού πλαισίου. Ως ενδοοικογενειακή βία ορίζεται η κακομεταχείριση ενός μέλους της οικογένειας από ένα άλλο με σκοπό να κερδίσει εξουσία και έλεγχο. Η βία μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές μορφές όπως φυσική κακομεταχείριση, συναισθηματική κακομεταχείριση (χλευασμός, απειλές κλπ.), σεξουαλική εκμετάλλευση και παραμέληση (ελλιπής διατροφή, πλημμελής ιατρική φροντίδα κλπ.). Η ενδοοικογενειακή βία επηρεάζει κάθε μέλος μιας οικογένειας και όχι μόνο το θύμα. Η βία φέρνει βία και σε μεγάλο ποσοστό άτομα που έχουν γίνει δέκτες ενδοοικογενειακής βίας έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν τα ίδια βίαιη συμπεριφορά στο μέλλον.

Παιδιά που μεγαλώνουν σε βίαια οικογενειακά περιβάλλοντα έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης δια βίου συναισθηματικών, συμπεριφορικών και σωματικών προβλημάτων. Κατάθλιψη, ανησυχία, βία και ρατσισμός, απόπειρες αυτοκτονίας, χρήση ουσιών, φυγή από το σπίτι, σχολική διαρροή και απουσιασμός είναι φαινόμενα που σχετίζονται με τη βία στο οικογενειακό περιβάλλον.

Πολύ συχνά ένας εκ των γονέων μπορεί να τραυματίσει το παιδί του, στην προσπάθειά του να απειλήσει, να εκφοβίσει ή να ελέγξει τον/την σύζυγό του ενώ επίσης συχνοί τραυματισμοί προκύπτουν όταν προσπαθούν τα παιδιά να εμπλακούν, παρεισφρέουν για να χωρίσουν τους γονείς τους προσπαθώντας να αποτρέψουν κάποιον καβγά. Τα αγόρια έχουν διπλάσια πιθανότητα να γίνουν βίαια σε μελλοντικές τους σχέσεις ενώ τα κορίτσια είναι πιθανό να εμπλακούν σε σχέσεις όπου θα κακοποιούνται και θα θυματοποιούνται. Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε βίαια περιβάλλοντα είναι πιο φοβισμένα και ανίσχυρα ενώ χρειάζονται βοήθεια και προστασία.

Πολλοί ερευνητές τα τελευταία χρόνια έχουν απασχοληθεί με το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας καθώς και της βίας της προερχόμενης από την κοινότητα, όπως το σχολείο, εκτιμώντας τις επιπτώσεις στον ψυχισμό των νεαρών ατόμων. Η έκθεση στη βία των εφήβων και η θυματοποίηση, στην κοινότητα και στο σπίτι, αποτελεί μείζονα ανησυχία για τη δημόσια υγεία στις ΗΠΑ. Ανάμεσα σε νέους ηλικίας 15-17 ετών, το 40% ανέφερε να έχει δεχτεί βία ή φυσική επίθεση στη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Κατά τη διάρκεια του 2010, κοντά στο 1,2 εκ. παιδιά ηλικίας 12-17 ετών ζούσαν σ’ ένα σπίτι στο οποίο ένα βίαιο εγκληματικό περιστατικό είχε συμβεί εναντίον ενός νεαρού μέλους κατά τη διάρκεια του έτους.

Οι έφηβοι που ζουν σε ένα αστικό περιβάλλον που μαστίζεται από φτώχεια, εγκληματικότητα και διακίνηση ναρκωτικών είναι συχνά σε αυξημένο κίνδυνο για έκθεση σε βία και θυματοποίηση συμπεριλαμβανομένων ανθρωποκτονιών, επιθέσεων και φυσικών διαπληκτισμών. Η έκθεση στη βία νεαρών που ζουν σε αστικά περιβάλλοντα αυξάνει τον κίνδυνο για εκδήλωση ψυχολογικών προβλημάτων, όπως είναι η μετατραυματική διαταραχή στρες αλλά και την ανάπτυξη προβλημάτων στο σχολείο, όπως είναι η σχολική υποεπίδοση και η ελλιπής φοίτηση, με συχνές απουσίες.

Εφη-βία

Επίσης, στις μέρες μας οι έφηβοι ξοδεύουν αρκετό από τον ελεύθερό τους χρόνο παρακολουθώντας προγράμματα στην TV και ταινίες που απεικονίζουν τη βία. Λίγες δεκαετίες πριν, οι νέοι δεν εξετίθεντο παρατεταμένα και για πολλές ώρες σε σκηνές βίας μέσω της παρακολούθησης τηλεοπτικών προγραμμάτων ή ταινιών. Τα βραδινά δελτία ειδήσεων δεν προέβαλλαν βίαιες ταραχές, δολοφονίες ή πολέμους. Οι ταινίες δεν βάσιζαν τις εισπράξεις τους στη δίωρη προβολή γκαγκστερικών σκηνών ή σκηνών βίας. Τα βιντεοπαιχνίδια ήταν πιο αθώα.

Αλλά, η κοινωνία έχει αλλάξει και πλέον τώρα η βία βρίσκεται παντού. Τα παιδιά και οι έφηβοι εκτίθενται καθημερινά σε βίαιες εικόνες και η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία δεν είναι ευδιάκριτη. Τώρα πια, οι επιπτώσεις μιας τέτοιας έκθεσης είναι προφανείς και πρόσφατες έρευνες δείχνουν νευρολογική προσαρμογή και απευαισθητοποίηση που οδηγεί στην εχθρικότητα και τη βία στην πραγματική ζωή. Οι έφηβοι δαπανούν σημαντικό χρόνο παρακολουθώντας βίαια τηλεοπτικά προγράμματα, ταινίες και παίζοντας βιντεοπαιχνίδια με βίαιο περιεχόμενο. Μια πρόσφατη νευρολογική εκτίμηση της εγκεφαλικής λειτουργίας των εφήβων έδειξε συσχέτιση ανάμεσα στην έκθεση στη μιντιακή βία και τη μειωμένη εγκεφαλική ενεργοποίηση ως απάντηση στις αυξημένες εικόνες και σκηνές βίας.

Η προσαρμογή αρχικά φάνηκε στο μετωπιαίο-βρεγματικό δίκτυο, μια συγκεκριμένη περιοχή που έχει συσχετιστεί με μειωμένο έλεγχο της επιθετικής συμπεριφοράς. Ουσιαστικά, η επαναλαμβανόμενη έκθεση στη μιντιακή βία αμβλύνει τη συναισθηματική απαντητικότητα στη βία και μειώνει τη σύνδεση της επιθετικότητας με τις συνέπειες οδηγώντας σε πιο επιθετικές στάσεις και συμπεριφορές με το χρόνο. Μια παρόμοια έρευνα έδειξε ότι η παρουσία ενδογενών επιθετικών χαρακτηριστικών προσωπικότητας ή επιθετικές τάσεις τροποποιούν τις απαντήσεις του εγκεφάλου στη μιντιακή βία. Έφηβοι με διαταραχές επιθετικής συμπεριφοράς, με την επαναλαμβανόμενη έκθεση στη μιντιακή βία παρουσίασαν μειωμένη εγκεφαλική δραστηριότητα ως απάντηση σε συναισθηματικά ερεθίσματα σε σύγκριση με υγιείς εφήβους με χαμηλή έκθεση σε μιντιακή βία και σε σύγκριση με επιθετικούς εφήβους με χαμηλή ωστόσο έκθεση σε βίαιες σκηνές. Η βία βρίσκεται παντού.

Ως κοινωνία έχουμε εθιστεί στη θέαση επιθετικών και βίαιων σκηνών καθημερινά. Αλλά ο εθισμός και η έκθεση στη βία μπορεί να αλλάξει το ποιοι είμαστε; Τα ευρήματα των νευρολογικών μελετών δείχνουν ότι η εγκεφαλική λειτουργία στην πραγματικότητα τροποποιείται ως απάντηση στη βία και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα να είναι λιγότερο ικανά να αντιδράσουν συναισθηματικά στη βία και να ελέγξουν τη δική τους εχθρική συμπεριφορά. Οι επιλογές μας στη διασκέδαση γίνονται αυτοεκπληρούμενες προφητείες και όσο πιο πολλή βία βλέπουμε, τόσο πιο βίαιοι γινόμαστε.

Ρατσισμός, μία ιδιότυπη μορφή βίας

Τέλος, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο σημερινός άνθρωπος σε παγκόσμιο επίπεδο είναι μια ιδιότυπη μορφή φανατισμού, ο κοινωνικός ρατσισμός. Ο κοινωνικός ρατσισμός δεν εμφανίζεται μόνο σε στενά τοπικά πλαίσια αλλά χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Θύματα ρατσισμού παγκοσμίως γίνονται οι γυναίκες, οι νέγροι, άνθρωποι άλλων φυλών, άτομα μειονεκτούντα με πνευματικές, ψυχικές ή σωματικές αναπηρίες. Ο ρατσισμός έρχεται να ενισχύσει το γενικότερο κλίμα των αντιθέσεων και των συγκρούσεων που κυριαρχεί στις ανθρώπινες σχέσεις. Απειλεί την κοινωνική συνοχή και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας, πλήττεται η αξία του ανθρώπου και δυναμιτίζεται ο πολιτισμός με το ξέσπασμα συγκρούσεων και την εκδήλωση βίαιων ταραχών, διευρύνεται το χάσμα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων μέσω των διακρίσεων σε “πλούσιους” και “φτωχούς”, “ισχυρούς” και “αδυνάτους” και προσβάλλεται η ανθρώπινη προσωπικότητα με την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αναμφίβολα, τα αίτια της βίας είναι πολυποίκιλα και πολλαπλές οι μορφές έκφρασής της. Το δίπολο δυνάστης και καταδυναστευόμενος δεν αποτελεί σημείο μόνο των καιρών. Ωστόσο, σε μια εποχή όπου έχουν ενταθεί τα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, το αποτέλεσμα είναι οι βίαιες εκδηλώσεις να έχουν διευρυνθεί χωρίς πολλές φορές να είναι άμεσα ορατές. Όσο το πνευματικό και μορφωτικό επίπεδο πολλών ανθρώπων θα εξακολουθεί να παραμένει χαμηλό, η πνευματική ρηχύτητα θα εμποδίζει τον άνθρωπο να προσεγγίσει ηθικά και συναισθηματικά τους συνανθρώπους του μέσα από τις αρχές του αλτρουισμού και του ανθρωπισμού.

Οι ανταγωνιστικές σχέσεις, η μισαλλοδοξία, τα οικονομικά συμφέροντα καλλιεργούν και συντηρούν την εχθρικότητα μεταξύ ατόμων ή ομάδων και οι εκδηλώσεις βίας κλιμακώνονται. Γι αυτό απαιτούνται συντονισμένες, στοχευμένες ενέργειες σε πολλαπλά επίπεδα (οικογένεια – σχολείο – κοινότητα) για την ενίσχυση και απελευθέρωση των υγιών δημιουργικών δυνάμεων που διαθέτει ο άνθρωπος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Smith EL, Truman LJ. (2012). Prevalence of violent crime among households with children, 1993-2010. Washington, DC: Bureau of Justice Statistics, U.S Department of Justice.
  • Finkelhor D, Parner HA, Shattuck A. (2013). Violence, crime and abuse exposure in a national sample of children and youth: an update. JAMA Pediatr,167(7):614-21.
  • Reed E, Lawrence DA, Santana M, Walles CS, Horsburgh CR, Silverman JG et al. (2014). Adolescent experiences of violence and relation to violence perpetration beyond young adulthood among an urban sample of Black and African American males. J. Urban Health, 91:96-106.
  • Kalnin AJ, Edwards CR, Wang Y, Kronenberger WG, Hummer TA, Mosier KM, Dunn DW, Mathews JP (2011). The interacting role of media violence exposure and aggressive-disruptive behavior in adolescent brain activation during an emotional strooptask. Psychiatry research, 192(1), 12-9.
  • Kelly CR, Grinband J, Hirsch J. (2007). Repeated exposure to media violence is associated with diminished response in an inhibitory frontolimbic network. PloSone, 2(12).
  • Mathews VP, Kronenberg WG, Wang Y, Lurito JT, Lowe MJ, Dunn DW (2005). Media violence exposure and frontal lobe activation measured by functional magnetic resonance imaging in aggressive and non aggressive adolescents. Journal of computer assisted tomography, 29(3), 287-92.
  • Strenziok M, Krueger F, Deshpande G, Lenroot RK, Van der Meer E, Grafman J. (2011). Fronto-parietal regulation of media violence exposure in adolescents: a multi-method study. Social cognitive and affective neuroscience, 6(5), 537-47.


Συγγραφέας: Η Ελίνα Τσιούλη είναι ψυχολόγος, μέλος του Π.Ψ.Σ, με μεταπτυχιακή εξειδίκευση στον Έλεγχο του Στρες και την Προαγωγή της Υγείας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Εργάζεται ιδιωτικά στην ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση νευρωσικών και συναισθηματικών διαταραχών και εφαρμόζει εξειδικευμένες τεχνικές διαχείρισης του στρες – προγράμματα χαλάρωσης. Ερευνητικά έχει ασχοληθεί με το Νεανικό Διαβήτη και διαθέτει δύο δημοσιεύσεις στα διεθνή επιστημονικά περιοδικά “Canadian Family Physician Journal” και “Explore: The Journal of Science and Healing”.  

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια