Καθώς η παγκόσμια θερμοκρασία αυξάνεται, θα επηρεάζονται αυξητικά και οι ψυχικές διαταραχές, υποστηρίζει μία νέα πρωτοποριακή μελέτη του ΜΙΤ.
Ανεξάρτητα από το πού ζούμε, το κλίμα και η θερμοκρασία αγγίζει καθημερινά τον καθένα από εμάς και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης έχουν καθοριστική επίδραση στο φυσικό περιβάλλον.
Η αύξηση των μέσων μηνιαίων θερμοκρασιών συνδέεται με μια μικρή αύξηση των ψυχολογικών προβλημάτων, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PNAS. Και μέσα σε πέντε χρόνια, η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κατά έναν βαθμό Κελσίου, θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερο επιπολασμό ψυχολογικών προβλημάτων.
Δεν γνωρίζουμε ακριβώς γιατί οι υψηλές θερμοκρασίες ή οι αυξανόμενες θερμοκρασίες σχετίζονται με την πρόκληση ψυχολογικών προβλημάτων, δήλωσε ο Nικ Ομπράντοβιτς, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επιστήμονας ερευνητής στο Media Lab του Massachusetts Institute of Technology. Για παράδειγμα, υπάρχει συσχέτιση του κακού ύπνου λόγω των θερμών θερμοκρασιών, με την πρόκληση ψυχολογικών προβλημάτων; Έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε για να υπολογίσουμε με ακρίβεια τι το προκαλεί αυτό.
Λίγες απαντήσεις για πολλές ερωτήσεις
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν στοιχεία από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των Η.Π.Α., τα οποία περιλαμβάνουν αυτοαναφορικά στοιχεία προσωπικής ψυχικής υγείας για περίπου 2 εκατομμύρια Αμερικανούς κατοίκους τυχαίας δειγματοληψίας, με ημερήσια μετεωρολογικά δεδομένα από το 2002 έως 2012.
Η έρευνα Behavioral Risk Factor Surveillance μπορεί να είναι η μεγαλύτερη έρευνα παρακολούθησης της δημόσιας υγείας στον κόσμο, εξήγησε ο Ομπράντοβιτς. Συγκεντρώσαμε υλικό περίπου μιας δεκαετίας από αυτή την έρευνα, στην οποία περίπου 2 εκατομμύρια άνθρωποι απαντούν στο ίδιο βασικά ερώτημα: Πώς ήταν, κατά την πρόσφατη περίοδο, η ψυχική υγεία σας;
Οι ερωτηθέντες ανέφεραν οτιδήποτε εμπίπτει στο φάσμα του άγχους, της κατάθλιψης, των συναισθηματικών προβλημάτων, δηλαδή καταστάσεις λιγότερο ακραίες από τη νοσηλεία και την αυτοκτονία, αλλά πιο σημαντικές από άλλες όπως η κακομεταχείριση ή η καθημερινή συναισθηματική αναταραχή, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Στη συνέχεια, ο ίδιος και οι συνάδελφοί του συνέδεσαν τις εκθέσεις για την ψυχική υγεία με μετεωρολογικά δεδομένα από την πόλη όπου ζούσαν οι ερωτώμενοι. Είχαμε αυτή την πολύτιμη πληροφόρηση, με δεδομένα για μία δεκαετία, για το πώς οι περιβαλλοντικές συνθήκες σχετίζονταν με τον τρόπο που οι άνθρωποι ανέφεραν την κατάσταση ψυχικής υγείας τους, δήλωσαν οι ερευνητές.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε τα δεδομένα με τρεις τρόπους.
Πρώτον, εξέτασαν τις θερμοκρασίες και τις βροχοπτώσεις σε διάστημα 30 ημερών και συνέκριναν τα ευρήματα με την ψυχική υγεία. Η έκθεση σε θερμότερες θερμοκρασίες και υψηλότερα ποσοστά βροχόπτωσης την εποχή εκείνη προκάλεσε αυξημένη πιθανότητα αυτοαναοφοράς για κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα κατά την περίοδο αυτή, δήλωσε ο Ομπράντοβιτς.
Συγκεκριμένα, η μετατόπιση από τις μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες μεταξύ 25 βαθμών Κελσίου και 30 βαθμών Κελσίου σε μέσες τιμές μεγαλύτερες από 30, αφορούσε αύξηση κατά 0,5 εκατοστιαίες μονάδες στην πιθανότητα παρουσίασης ψυχολογικών προβλημάτων. Αν αυτή η ακριβής αλλαγή θερμοκρασίας γενικευόταν σε ολόκληρο το έθνος, θα έκανε περίπου 2 εκατομμύρια επιπλέον άτομα να αυτοαναφέρουν ψυχολογικά προβλήματα, εξήγησε ο Ομπράντοβιτς.
Στη συνέχεια, η ομάδα ανέλυσε αναφορές για την μακροπρόθεσμη υπερθέρμανση και την ψυχική υγεία σε μεμονωμένες πόλεις. Εδώ, διαπίστωσαν ότι η πενταετής αύξηση της θερμοκρασίας του κλίματος κατά ενός βαθμού Κελσίου συνδέεται με αύξηση των επιπέδων ψυχολογικών προβλημάτων κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες.
Τέλος, η ομάδα εξέτασε τις αναφορές ψυχικής υγείας των ανθρώπων που επλήγησαν από τον τυφώνα Κατρίνα και τις συνέκρινε με αναφορές από άτομα σε συγκρίσιμα μεγέθη που δεν είχαν επηρεαστεί από τον καταστροφικό τυφώνα. Η εμπειρία της Κατρίνα συνδέθηκε με την αύξηση κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες του επιπολασμού των ψυχολογικών προβλημάτων.
Συνολικά, όσοι μελετήθηκαν ότι παρουσιάζουν ευαλωτότητα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής περιλαμβάνουν άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα, άτομα με υπάρχοντα προβλήματα ψυχικής υγείας και γυναίκες, ανέφερε η έρευνα.
Οπότε, γιατί οι άνθρωποι που ζουν σε θερμότερους χώρους γενικά έχουν χειρότερη ψυχική υγεία από τους ανθρώπους σε ψυχρότερους χώρους; Ο Ομπράντοβιτς δήλωσε ότι είναι ένα από τα εκκρεμή ζητήματα στον προσδιορισμό των κοινωνικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Επειδή ορισμένοι παράγοντες, όπως η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, δεν μπορούν να υπολογιστούν, η νέα μελέτη επιτρέπει στους ερευνητές να δηλώνουν μόνο ότι, κατά μέσο όρο, η αύξηση της θερμοκρασίας συνδέεται με την επιδείνωση της ψυχικής υγείας με την πάροδο του χρόνου. Υπάρχουν πολλοί άλλοι ειδικοί παράγοντες που μπορεί να μετριάσουν το αποτέλεσμα.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ακόμη ότι η μελέτη δεν συμπεριλαμβάνει και τις αρνητικές δευτερογενείς επιπτώσεις που συνδέονται με το μεταβαλλόμενο κλίμα και μπορεί να εμφανίζονται συμπτώματα «άγχους και απελπισίας» τα οποία σχετίζονται με την αδυναμία των κυβερνήσεων και των βιομηχανιών να αντιδράσουν με το ρυθμό που συνιστούν οι πολλαπλές επιστημονικές εκτιμήσεις
Έρευνα: Empirical evidence of mental health risks posed by climate change
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr