Η φετινή Eurovision, έφερε στο προσκήνιο τις περιβεβλημένες τον μανδύα της τέχνης, εκκλήσεις βοήθειας των δύο φύλων που πνίγονται και αποζητώντας τη στεριά της εξισορρόπησης, καταλήγουν, όχι σπάνια πια, ματαιωμένα σε ένα μετέωρο, περιδινούμενο, (εξ ου και η σκηνογραφική προσέγγιση του τραγουδιού του Νέμο), απροσδιόριστο, μεσοδιάστημα μεταξύ τους.
Από τον καιρό της επικής ποίησης γνωρίζουμε πως κάθε ψυχοπνευματική δημιουργία επιδιώκει μια σύνδεση με τις μούσες, με τις υπερκόσμιες αυτές πηγές της έμπνευσης, που φωτίζουν τον νου του δημιουργού. Είναι όμως λιγότερο γνωστό ότι, πριν από τις οικίες σε όλους μας εννέα, στις πλαγιές και τα δάση του Ελικώνα έστηναν χορό, τρεις άλλες, αρχαιότερες, κόρες του Ουρανού και της Γης, η Μνήμη, η Μελέτη και η Αοιδή (= ἀοιδή > ᾠδή = άσμα – τραγούδι). Διαπιστώνουμε, επομένως, ότι «η Αοιδή», το τραγούδι δηλαδή, από τις απαρχές του πολιτισμού, από εκείνους τους πρώτους παλμούς της θεϊκής απολλώνιας λύρας, βρίσκεται υψωμένο στη σφαίρα της αθανασίας. Η μουσική, άλλωστε, ανέκαθεν αποτελούσε έναν πανανθρώπινο κώδικα, ένα μέσο έκφρασης του συναισθήματος, μια παγκόσμια γλώσσα σύνδεσης, που μιλά στα βάθη της ψυχής, ένα «λιμάνι απανεμιάς» για τον πόνο, τον καημό, τον θάνατο, αλλά και μια φιλόξενη αγκάλη για τη χαρά, τον έρωτα και τη ζωή.
Ενεργοποιώντας και τη «Μνήμη», στη συνέχεια, ας θυμηθούμε τι ακριβώς συνέβη πριν από μερικές ημέρες, στις 11 Μαΐου 2024, όταν, στο Μάλμε της Σουηδίας, έλαβε χώρα ο τελικός του 68ου Διαγωνισμού Τραγουδιού της Eurovision, ενός ευρωπαϊκού καλλιτεχνικού θεσμού με ιστορία από το 1956.
Στο τέλος της μουσικής βραδιάς ο «κότινος της νίκης» απονεμήθηκε στο τραγούδι του εκπροσώπου της Ελβετίας, Νέμο Μέτλερ, με τίτλο: «The Code», «Ο Κώδικας», που, σύμφωνα με τις δηλώσεις του ιδίου, αφορά ένα ταξίδι που ξεκίνησε με τη συνειδητοποίηση ότι δεν είναι, ούτε άνδρας, ούτε γυναίκα, αλλά ένα μη δυαδικό, (non-binary), άτομο.
Στους στίχους εντοπίζουμε τον κώδικα να σπάει, («έσπασα τον κώδικα – I broke the code»), αμφισβητώντας τα στεγανά του DNA και της ανδρικής σεξουαλικής ταυτότητας, επιδιώκοντας την ίδια στιγμή την τοποθέτηση του εαυτού «κάπου ανάμεσα στα μηδενικά και τις μονάδες», το 0-1 των ηλεκτρονικών υπολογιστών, (τον δυαδικό κώδικα δηλαδή – binary code), προβάλλοντας το non – binary, ως μια συμβολική αναγέννηση σε μια διάσταση έξω από νόρμες και κατεστημένα πλαίσια. Θιασώτες αυτής της άποψης ήταν και ερμηνευτές από άλλες χώρες, όπως «το» Bambie Thug, (thug= κακοποιό στοιχείο) με επίσης μη-δυαδικό αυτοπροσδιορισμό, «το οποίο» δήλωσε: «ο κόσμος μίλησε, τα non – binary κερδίζουν», αλλά και με πιο έμμεσο τρόπο, με το «Είμαι ο βασιλιάς, είμαι η βασίλισσα – I am the king, I am the queen», της φινλανδικής συμμετοχής.
Αυτή η αποδόμηση διαπέρασε τούτη τη νύχτα του Μαγιού και δεν περιορίστηκε μόνο στη θεματική του φύλου, αλλά επεκτάθηκε σε μια γενικευμένη κριτική αμφισβήτηση των κοινωνιών, αλλά και του ηθικού κώδικα συλλήβδην, με το παγιωμένο δίπολο του καλού και του κακού να δοκιμάζεται έντονα, (Νέμο, «Τhe code», Ελβετία: «Ποιος αποφασίζει τι είναι λάθος και τι σωστό; – Who decides what’s wrong, what’s right?» & Windows95man, «No Rules», Φινλανδία: «Καν δεν με νοιάζει τι είναι λάθος ή σωστό – I don’t even care what’s wrong or right»), μη αφήνοντας τις θρησκείες απ’ έξω, είτε καταφανώς με τους σατανιστικούς συμβολισμούς του τραγουδιού της Ιρλανδίας, (Bambie Thug, «Doomsday Blue»), είτε πιο υπόρρητα, (Dons, «Hollow», Λετονία: «Προσπάθησε να με κάνεις άλλον έναν πιστό, όλοι προσποιούνται ότι είναι κήρυκες – Try to make me just another believer, everybody just pretending they’re preachers»), αρνούμενη παντός είδους σωτήρες.
Σε μερικές δε συμμετοχές φαίνεται πως ο σκεπτικισμός απέναντι στις εξουσίες έφτασε ως την καθολική άρνηση των κανόνων και των κοινωνικών δομών, δηλώνοντας χαρακτηριστικά, δια στόματος του γυμνού, Φινλανδού, τραγουδιστή: «…ζω μονάχα με έναν κανόνα και αυτός είναι πως δεν υπάρχουν κανόνες», (βλ. «… I only live by one rule, and the rule is no rules). Η απόταξη αυτή υποδηλώνει τη σαφέστατη κοινωνική κόπωση μιας ανθρωπότητας, που στέκει πάνω στην πυροστιά, σαν άλλο καζάνι που βράζει, εκφράζοντας τα πυρφόρα συναισθήματά της, τα οποία, αν δεν ερμηνευτούν, δύνανται να εκτονωθούν κατά τρόπο εκρηκτικό, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους, («Doomsday Blue»: «μιλάω για να καταστρέψω, τα συναισθήματα που έχω, δεν μπορώ να τα αποφύγω – I speak to destroy, the feelings I have, I cannot avoid» & «No Rules»: «δες με να σφάζω – see me slay»).
Πώς όμως εξηγείται συνολικά αυτός ο συμφυρμός φαινομένων ατομικής συναισθηματικής συμφόρησης, αναζήτησης και αναπροσδιορισμού της σεξουαλικής ταυτότητας, αδυναμίας ταύτισης με τα βιολογικά φύλα και καθολικής κοινωνικής αμφισβήτησης, που αντηχεί ανάμεσα σε στίχους και μουσικούς φθόγγους;
Αντιλαμβανόμενοι και συμμεριζόμενοι πλήρως την κοινωνική ανάγκη για απαντήσεις, θα αποπειραθούμε, μέσα από την κλινική μας εμπειρία, ως ειδικοί του χώρου της ψυχικής υγείας, να διενεργήσουμε μια «ανατομία» των φαινομένων αυτών. Ας έχει δε ο αναγνώστης κατά νου πως μια «ανατομική» διαδικασία, ενδέχεται να συμπεριλαμβάνει σκιερές, οδυνηρές ή «δύσκολες» εκφάνσεις, που όμως, σε καμία περίπτωση, δεν ενέχουν κάποια διάθεση επίκρισης, αλλά μιας ουσιαστικότερης κατανόησης και συμπερίληψης, ενός πραγματικού εναγκαλισμού κάθε οντότητας, που συνδιαμορφώνει το κοινωνικό οικοδόμημα.
Για τη «Μελέτη» και την ερμηνεία των παραπάνω φαινομένων θα χρησιμοποιήσουμε, από πλευράς μας, τον ευρυγώνιο φακό που παρέχει η συστημική ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, ώστε αυτά να αποκαλυφθούν με εντελώς διαφορετικές διαστάσεις, αφού θα προσεγγιστούν ως εγγενές ζήτημα ολόκληρου του κοινωνικού συστήματος στο οποίο εκδηλώνονται, μιας κοινωνίας σε κρίση, μιας Ευρώπης, αλλά και ενός κόσμου γενικότερα, «ορφανού» από πατέρες.
Αρχής γενομένης, λοιπόν, από το θέμα, το οποίο απασχόλησε φέτος έντονα τον διαγωνισμό, αυτό της σεξουαλικής ταυτότητας, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θα διαφωνούσαν με μια ψυχοκοινωνική ερμηνευτική προσέγγιση, αφού πιστεύουν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός καθορίζεται αποκλειστικά από τον γονιδιακό παράγοντα. Αν και η επίδρασή του δεν μπορεί να παραβλεφθεί, ο καθηγητής ψυχιατρικής στην ιατρική σχολή του UCLA, Daniel Siegel, δίνοντας μια άλλη διάσταση, σημειώνει ότι τα γονίδια καθορίζονται, σε μεγάλο βαθμό, από τις εμπειρίες που αποκτούμε στη ζωή μας, καθώς η ίδια η νευρωνική πλαστικότητα του εγκεφάλου υποδηλώνει ότι η προσωπικότητά μας δεν είναι γενετικά προδιαγεγραμμένη.
Αυτή την άποψη ήρθε να ενισχύσει μελέτη, που δημοσιεύτηκε, το 2019, στο περιοδικό «Science», από διεθνή ομάδα ερευνητών με συν-επικεφαλής τον Benjamin Neale, διευθυντή γενετικής στο Κέντρο Ψυχιατρικής Έρευνας Stanley του Ινστιτούτου Broad και καθηγητή Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Harvard (HMS), η οποία αναφέρει ότι: «…δεν υπάρχει ένα μοναδικό γονίδιο που καθορίζει την ομοφυλοφιλία… Στον βαθμό που η σεξουαλικότητα επηρεάζεται από τα γονίδια, είναι πιο πιθανό να εμπλέκονται εκατοντάδες ή χιλιάδες γενετικές παραλλαγές, η καθεμία με μικρή επίδραση. Αυτές οι παραλλαγές, μαζί με το περιβάλλον και τις εμπειρίες, διαμορφώνουν εκβάσεις, όπως η ομοφυλοφιλική σεξουαλική συμπεριφορά».
Συνεπώς, τον ίδιο δρόμο των εμπειριών πορευόμενοι και προκειμένου να εντοπιστεί η άκρη του φιτιλιού, που οδήγησε στην έκρηξη του συνόλου των προαναφερθέντων ζητημάτων, υπό το πρίσμα της πατρικής απουσίας, αλλά και για να αναδυθούν ευκολότερα οι ατομικές, διαπροσωπικές και κοινωνικές της προεκτάσεις, απαιτείται μια αναδρομή στο παρελθόν. Πραγματοποιώντας την, παρατηρούμε ότι, από τις απαρχές των ιστορικών χρόνων, η ψυχοδιανοητική κατεύθυνση των ανδρών ήταν απόλυτα προσανατολισμένη στον εξωτερικό κόσμο.
Κατ΄ επέκταση, οι άνδρες εκπαιδεύονταν, από πολύ μικρή ηλικία, στην ψυχρή λογική, στην αντοχή και τη σκληράδα, σφυρηλατώντας την πανοπλία που θα εξασφάλιζε στην υπόστασή τους τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στις επιταγές και τους κοινωνικούς ρόλους, που θέλουν τον άνδρα σκληρό και ανθεκτικό, μαχητή, χορηγό και κουβαλητή, επιφορτισμένο με το χρέος για την επιβίωση της οικογένειας και τη διαφύλαξη της πατρίδας. Το στερεότυπο αυτό δημιούργησε τεράστια κενά, κρατώντας τον μακριά από την εστία, την οικογένεια αλλά και από τον ίδιο του τον εαυτό!
Γνωρίζοντας δε, βάσει των σύγχρονων ερευνών, ότι ο τρόπος με τον οποίο θα αποτυπώσει το παιδί την εικόνα του πατέρα, μέσα του, θα αποτελέσει πυξίδα για τη μελλοντική του ζωή, αντιλαμβανόμαστε ότι η πατρική απουσία, προκάλεσε, όσον αφορά τα αγόρια, αδυναμία ταύτισης με το ίδιο φύλο και ως εκ τούτου δυσκολία, μεταξύ άλλων, στην ανεύρεση της ισορροπίας, ανάμεσα στην ανδρική διεκδικητικότητα και την αυτοσυγκράτηση, στον σεβασμό δηλαδή των ορίων, αλλά και στη δημιουργία σύνθετων κοινωνικών, υγειών και διαπροσωπικών σχέσεων, (φιλίες, σχέσεις). Όσο για τα κορίτσια, όταν ο πατέρας απουσιάζει από τη ζωή τους, εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες για πρόωρη σεξουαλική δραστηριότητα, μειωμένη αυτοεκτίμηση ή και δυσκολίες αυτονόμησης κατά την ενηλικίωση, ενώ μειώνεται παράλληλα το ενδεχόμενο να αναπτύξουν καλές σχέσεις με τους άνδρες, όταν ενηλικιωθούν.
Ταυτόχρονα, η προαιώνια ανδρική απουσία άφησε τη γυναίκα «μοναχικό στυλοβάτη» του οίκου, για χιλιετίες. Ως εκ τούτου για να τα καταφέρει αναγκάστηκε να διανείμει ρόλους στα παιδιά της, κυρίως στα αγόρια, με αποτέλεσμα την πρόκληση συγχωνευμένων σχέσεων υποκατάστασης, που ενισχύουν την αίσθηση του χρέους και παρακωλύουν τη συναισθηματική και ουσιαστική αυτονόμησή τους. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι, παρά τις σημαντικές μεταβολές, αυτός ο τύπος συσχέτισης, (μητέρας – γιου), συνεχίζεται απρόσκοπτα έως και τις μέρες μας, δημιουργώντας αγκυλώσεις στις σχέσεις των δύο φύλων.
Με δεδομένη όμως τη διαχρονικότητα αυτού του χάσματος στην ανδρική και τη γυναικεία όχθη είναι δικαιολογημένη η πιθανή απορία για το πώς προκύπτει «ξαφνικά» η επίταση της απορριπτικής τάσης και του θυμού, που χαρακτηρίζει τη σημερινή εποχή.
Μια πιο προσεκτική ματιά, για να απαντήσει ενδελεχέστερα στο έμμεσο αυτό ερώτημα, θα εστίαζε στις πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες του ευρωπαϊκού χώρου, από τη μεταπολεμική περίοδο και μετά.
Οι γενιές των πολέμων, που επεξέτειναν την πατρική ορφάνια, αποτελώντας, ταυτόχρονα, τους πρωταγωνιστές και τα πρώτα θύματα των τραγικών για την ανθρωπότητα εκείνων χρόνων και μη έχοντας το περιθώριο να ανοίξουν αποτελεσματικά τα φτερά τους, παρέμειναν εγκλωβισμένες και ανήμπορες να μοχθούν, με πρωταρχικό σκοπό την επιβίωση και τη μόρφωση των παιδιών τους. Παράλληλα όμως οι εκπρόσωποί τους, αντιλαμβανόμενοι το βάθος του τραύματος και την κρισιμότητα των συνθηκών, άρχισαν να αρθρώνουν το κοινό ευρωπαϊκό όραμα της ομόνοιας, της αλληλεγγύης και του πολιτισμού.
Η γενιά που ακολούθησε, η πρώτη καθαρά μεταπολεμική γενιά, όσοι έγιναν γονείς στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, (baby boomers – η δική μας γενιά), έχοντας πάντα ως οδηγό το χρέος προς εκείνους, που θυσιάστηκαν για εμάς, αισθάνθηκε πως όφειλε να χτίσει πάνω στα ερείπια με καινούργια και ενίοτε άγνωστα υλικά και να ξεχρεώσει, εκπληρώνοντας μαζί με τα δικά της και τα, ανεκπλήρωτα εκείνα, όνειρα των γονιών της. Κυρίαρχη επιδίωξή της υπήρξε η ανατολή ενός «νέου ήλιου», η διεκδίκηση της ελευθερίας και των δικαιωμάτων, σε μια κατακερματισμένη κοινωνία διακρίσεων και δεινών, μέσα στην οποία αρχικά έζησε. Χρειάστηκε, εντούτοις, να προσπεράσει το τραύμα, εστιάζοντας στην ανάπτυξη, για να μπορέσει να αλλάξει τη μοίρα της.
Στα χρόνια της ακμής της άλλαξαν πολλά, σημειώθηκε οικονομική και μεγάλη τεχνολογική πρόοδος, ενώ ολοκληρώθηκε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η γυναικεία χειραφέτηση. Συνειδητοποιώντας συνεπώς τη δύναμή της, η γυναίκα βγήκε προς τα έξω, διεκδικώντας τη θέση της, και καθώς τα επαγγελματικά οχυρά έπεφταν, το ένα μετά το άλλο, κατέκτησε χώρους παραδοσιακά ανδρικούς: ανέβηκε στα έδρανα της πολιτικής, βρέθηκε να πρυτανεύει, να οδηγεί και να πιλοτάρει, αυξάνοντας την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή της, χάρη στη σκληρή δουλειά και την αμέριστη αφοσίωση στους στόχους της. Κάτι όμως, που δεν συνέβη χωρίς μεγάλο τίμημα, αφού αναγκάστηκε να υιοθετήσει κάποια από τα προαναφερθέντα ανδρικά γνωρίσματα, όπως ο ανταγωνισμός, η ψυχρή λογική και η σκληρότητα, δοκιμασμένα και κατάλληλα για τη σύγχρονη εργασιακή αρένα. Εκπληρώνοντας έτσι πολλά καταπιεσμένα και ανεκπλήρωτα όνειρα αιώνων, ταυτόχρονα όμως, θυσιάζοντας, στον βωμό της καταξίωσης, κάποιες από τις θηλυκές της πλευρές.
Όλες οι παραπάνω έντονες διαφοροποιήσεις, ως αποτέλεσμα των ραγδαίων κοινωνικών μεταβολών, επηρέασαν την οντότητα και τη σχέση των δύο φύλων, αναφορικά με τις συμπεριφορές και τους ρόλους, χωρίς συγχρόνως να γίνουν αντικείμενο βαθύτερης νοητικής και συναισθηματικής επεξεργασίας, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Έτσι το κληροδοτηθέν από το παρελθόν βάρος της σιωπής και του ανέκφραστου πόνου, δομώντας ένα φορτίο ασήκωτο, παρέμεινε κλεισμένο στην ψυχή, προκαλώντας ψυχικά και περαιτέρω συναισθηματικά ελλείμματα, συμβιωτικές σχέσεις, πόνο και ψυχικές διαταραχές, που όντας ανεπεξέργαστα μεταβιβάσθηκαν στην κατοπινή γενιά, αλλά καθώς τα χρόνια περνούσαν και στις επόμενες γενιές.
Ενώ, προϊόντος του χρόνου, και οι ίδιοι οι Ταγοί της αλλαγής, πάσχοντες επίσης από το πατρικό κενό και μη έχοντες συνεπώς διδαχτεί τον αυτοέλεγχο, τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, την ανάληψη ευθυνών, την αντίσταση στις πιέσεις κ.ο.κ., εμφανίστηκαν απροετοίμαστοι να διαχειριστούν τις διαμορφούμενες καταστάσεις, και εξαιτίας του συναισθηματικού τους ελλείμματος, αναπαράγοντας στην πολιτική τους τα έντονα αδιέξοδα της προσωπικής τους ζωής, προέβησαν σε πράξεις υλικής υπερπλήρωσης που οδήγησαν στις πολυεπίπεδες κρίσεις των τελευταίων ετών, με προεξάρχουσες την οικονομική κρίση και την πανδημία, τρέποντας «τον ήλιο σε δύση» και την Ευρώπη των πολιτισμών και της προόδου σε μια αδιέξοδη γεωπολιτική σκακιέρα μικροπολιτικής και σκοπιμοτήτων, (όψεις τις οποίες αντικρίσαμε και στους κόλπους του διαγωνισμού).
Μέσα σε αυτό το κλίμα, αναζητώντας τη σύγχρονη γυναίκα, τη συναντάμε σαφώς πιο δυναμική, ενδεδυμένη ξεκάθαρα την ανδρική περιβολή της ψυχρότητας, της ανεξαρτησίας, της διεκδικητικότητας και του ατομικισμού, που υιοθέτησε, επιθυμώντας, κατ’ επέκταση, να είναι ο «άνδρας» στη σχέση της.
Ενώ, εμφανίζει καταφανή στοιχεία πρόκλησης προς τον αντίθετο πόλο, [Nebulossa, Ισπανία, «Zorra»: «y esa zorra que tanto temías se fue empoderando…, yo soy una mujer real … y si me pongo visceral de zorra pasaré a chacal, te habrás metido en un zarzal – Και αυτή η πόρνη / αλεπού, που τόσο φοβόσουν ενδυναμώθηκε… είμαι μια πραγματική γυναίκα… και αν γίνω ενστικτώδης, από αλεπού γίνομαι τσακάλι και θα έχεις μπλέξει με τα αγκάθια» (κυριολεκτικά βατομουριά ή ακανθώδης τόπος.)], ενδόμυχα φοβούμενη για την απώλεια της αποκεκτημένης, έπειτα από αγώνες αιώνων, δύναμής της, γεγονός, που ενίοτε εκφράζεται μέσα από την προβαλλόμενη αδιαφορία και την απόρριψή της προς αυτόν, («Zorra»: «Lapídame, si ya total – Λιθοβόλησέ με, εάν θες»).
Ακολουθώντας την ίδια κατεύθυνση η προβολή αυτή μοιάζει συχνά να οδηγεί στην επιλογή ομοφυλοφιλικού σεξουαλικού προσανατολισμού για τα κορίτσια. Μια επιλογή που σε βαθύτερο επίπεδο σχετίζεται, όπως προκύπτει από την κλινική μου εμπειρία, με παραστάσεις συχνών εξωσυζυγικών σχέσεων από την πλευρά του πατέρα, με τη συνύπαρξη λεκτικής ασέβειας, σωματικής ή και σεξουαλικής κακοποίησης προς τη μητέρα τους, κατά την παιδική ηλικία, οδηγώντας κατά συνέπεια στην αποφυγή του ανδρικού πόλου στην ενήλικη ζωή, αφού, πώς θα ήταν δυνατόν να προσεγγίσει κανείς την πηγή του κινδύνου και να συσχετιστεί μαζί της;
Ο άνδρας από την άλλη εντοπίζεται, στην εποχή μας, φορώντας ακόμα, σε πολλές περιπτώσεις, την πανοπλία, που του επιβάλλουν τα πατριαρχικά στερεότυπα επί αιώνες, δηλαδή του ισχυρού και κυρίαρχου αρσενικού, αποδυναμωμένος όμως από την απώλεια των σκήπτρων της δημόσιας σφαίρας, (Dons, «Hollow», εκδοχή στην Λετονική γλώσσα, «Lauzto šķēpu karaļvalsts»: «Deg manu lauzto šķēpu karaļvalsts – Το βασίλειό μου με τα σπασμένα δόρατα καίγεται»).
Συχνά άνεργος, φοβισμένος, απογοητευμένος, συντετριμμένος, (Dons, «Hollow» = κούφιος, κενός, λετονική εκδοχή: «Es sagrauts, bet dzīvs – Είμαι συντετριμμένος, αλλά ζωντανός») και εγκλωβισμένος σε μια «Κυκλώπεια νήσο», («Don’t know how, Oh, will I ever find my own way out – Δεν ξέρω πώς, Ω, θα βρω ποτέ τη δική μου διέξοδο;»), όπου αναγκάζεται έξαφνα να είναι ο «Κανένας»! Χωρίς ταυτότητα, κοντοστέκεται σαστισμένος, (Αγγλία, Olly Alexander, “Dizzy” = ζαλισμένος), ατενίζοντας το άγνωστο που υψώνεται μπροστά του και αναζητεί να βρει καινούργιο προσανατολισμό, ψάχνοντας απεγνωσμένα «σχεδίες», καταφύγια και γιατρειά για τον ψυχικό του πόνο, (Dons, «Hollow»: «Oh you’ll see me crying rivers.. – Ω, θα με δεις με ποτάμια τα δάκρυα…»).
Παράλληλα, τα διφορούμενα μηνύματα αναφορικά με την έννοια του ανδρισμού, που κυριαρχούν σήμερα, ακροβατώντας ανάμεσα στο παλιό και στο καινούργιο, συμβάλλουν στη σύγχυση που βιώνει. Συνειδητοποιώντας σταδιακά πως ο παραδοσιακός ανδρικός τρόπος δεν επαρκεί για την εσωτερική του πληρότητα, ξεκίνησε προς αναζήτηση της θηλυκής πλευράς.
Σε εξωτερικό επίπεδο, όμως, εισπράττει, όλο και συχνότερα, τη γυναικεία απόρριψη, αδυνατώντας, συνήθως, να την υπερνικήσει, πλησιάζοντας τη γυναίκα βαθύτερα, αφού, είτε δεν ξέρει πώς, είτε φοβάται ότι, αν αυτό συμβεί, θα καταλήξει να την αναλάβει ολοκληρωτικά, να τη «χρεωθεί» και εκείνη, θα λέγαμε, όπως άλλοτε συνέβη με τη μητέρα του.
Η εισπραχθείσα απόρριψη καταλήγει συνεπώς, αφ’ ενός να εκπορεύεται μέσα από το μοναδικά επιτρεπτό και κυρίαρχο ανδρικό συναίσθημα του θυμού, το οποίο τρεπόμενο σε μίσος οδηγεί τον φορέα του στην αναζήτηση του υπαίτιου της εσωτερικής του δυσφορίας στον άλλο πόλο, ωθώντας τον ενίοτε σε πράξεις νοσηρής παθογένειας, (κακοποιήσεις, βιασμοί, γυναικτονίες), που ταλανίζουν την εποχή μας, (στον διαγωνισμό, το φαινόμενο προβλήθηκε μέσω της συμμετοχής του τραγουδιού, «Veronika», της Σλοβενίας: «σιωπηλές εκκλήσεις για βοήθεια…, παραδίνομαι στο φως… Είμαι απλώς μια αντανάκλαση των φόβων σας», με τα ιστορικά αίτια της πράξης ωστόσο, που συνετελέσθη το 1425, να διαφέρουν) και αφ’ ετέρου να οδηγεί ασυνείδητα τον άνδρα, αφού η ανεύρεση των «θηλυκών» συναισθημάτων της τρυφερότητας, της συμπόνιας, της αποδοχής και της αγάπης παρουσιάζει δυσκολίες, στην υιοθέτηση εξωτερικών θηλυκών στοιχείων, συμπεριφορικών ή ενδυματολογικών, (βλ. το τραγούδι της Ισπανίας με τους άντρες χορευτές με τα δικτυωτά καλσόν – στο οποίο οι άνδρες φέρουν θηλυκή περιβολή, ενώ η γυναίκα αρσενική συμπεριφορά, εμφανίζοντας μια πλήρη αντιστροφή των ρόλων).
Αυτή η τελευταία κατεύθυνση επεκτείνεται ως την ανδρική – ψυχοκοινωνικής βάσης – ομοφυλοφιλία, με τον άνδρα, άλλοτε να προσδοκά, πέραν από τη «θηλυκή» του πλήρωση, την κατανόηση και την αποδοχή από το όμοιο και, έμμεσα, τη συνάντηση – μέσω του ερωτικού συντρόφου – με τον απόντα από τη ζωή του πατέρα. Ο δρόμος της συνάντησης αυτής, λόγω της αδυναμίας ταύτισης, ωθείται εξ ανάγκης να περνά μέσα από τη θηλυπρέπεια, ήτοι από τον δρόμο της «μητέρας».
Συνοψίζοντας, η μεν γυναίκα, αφού ξέχασε τη θηλυκή της πλευρά, την οποία φοβάται, όπως προείπαμε, να ξαναπλησιάσει, δεν μπορεί τελικά να αισθανθεί ολοκληρωμένη στην ανδρική όχθη. Ο δε άνδρας, αντιλαμβανόμενος την ανεπάρκειά του, επιθυμεί να βρει την εσωτερική πυξίδα, η οποία θα του δείξει τον δρόμο προς την ψυχική πληρότητα, χωρίς, πολλές φορές, ακόμα να ξέρει πού να κοιτάξει.
Η φετινή Eurovision, λοιπόν, έφερε στο προσκήνιο τις περιβεβλημένες τον μανδύα της τέχνης, εκκλήσεις βοήθειας των δύο φύλων που πνίγονται, (Raiven, «Veronika»: «nemi klici na pomoč … utopim se v sebi» & «σιωπηλές εκκλήσεις για βοήθεια, πνίγομαι στον εαυτό μου» & Dons, «Hollow»: «I might drown – μπορεί να πνιγώ» ) και αποζητώντας τη στεριά της εξισορρόπησης, καταλήγουν, όχι σπάνια πια, ματαιωμένα σε ένα μετέωρο, περιδινούμενο, (εξ ου και η σκηνογραφική προσέγγιση του τραγουδιού του Νέμο), απροσδιόριστο, μεσοδιάστημα μεταξύ τους, σε ένα κενό, ένα ουδέτερο «το», που μοιάζει το λιγότερο οδυνηρό, μέσα στην ταραχώδη προσπάθεια ανεύρεσης του εαυτού, (Nemo, «The code»: «I got so much on my mind, and I been awake all night – Έχω τόσα πολλά στο μυαλό μου, και είμαι ξύπνιος όλο το βράδυ» & «I, I went to Hell and back to find myself on track» – «Πήγα στην κόλαση και γύρισα, τον εαυτό μου για να βρω στη διαδρομή / στον σωστό δρόμο»).
Μια δεύτερη ανάγνωση της τοποθέτησης αυτής φέρνει στην επιφάνεια έναν προβληματισμό, που μέλει να απασχολήσει την ψυχοθεραπευτική έρευνα, πως ίσως, η υιοθέτηση της μη δυαδικότητας, κατά κάποιον τρόπο, εκφράζει την εσώτερη ανάγκη της ατομικής ψυχής για εξισορρόπηση των δύο πόλων της, (αρσενικού – θηλυκού), που στον δρόμο για την αυτοπραγμάτωση τείνει ανεπεξέργαστη να εκδηλώνεται υπό τη μορφή αυτή.
Μια απόπειρα, που, όπως και να έχει, αν δεν βρει μια σταθερότερη έδρα, κινδυνεύουν τα δύο φύλα να παραμείνουν παγιδευμένα στη δίνη.
Όλες οι παραπάνω εκδηλώσεις και συμπεριφορές, σε κάθε περίπτωση, μοιάζει να αποτελούν μέρος των ψυχικών θραυσμάτων του διαγενεακού τραύματος, το οποίο φέρνουν σήμερα στην επιφάνεια οι νέοι, με κάθε τρόπο, άλλοτε συνειδητά, τις περισσότερες όμως φορές ασυνείδητα.
Εκδηλωμένο με ποικίλους τρόπους, και εν προκειμένω μέσα από την παγκόσμια μουσική γλώσσα, το μήνυμα αυτό της νιότης προσπαθεί να διαπεράσει τα στεγανά, αποζητώντας τη λύτρωση.
Είναι, ένεκα τούτου, ευτυχές που η εποχή μας, παρά τις εγγενείς δυσκολίες, τις αντιφάσεις και τις αντιξοότητες, φέρει και καλλιεργεί ταυτόχρονα τον κρυμμένο σπόρο της ελπίδας, ο οποίος τροφοδοτείται και αναπτύσσεται σταθερά από τα αυξανόμενα, με τα χρόνια, ερεθίσματα, αναφορικά με θέματα ψυχικής υγείας, που αναδεικνύουν, μεταξύ άλλων, τη σημασία της συναισθηματικής νοημοσύνης, της ενσυναίσθησης, της ψυχικής ανθεκτικότητας κ.α., προβάλλοντας έναν πιο σίγουρο δρόμο προς τη σύνθεση του ολοκληρωμένου ανθρώπου, αυτόν της αυτογνωσίας, που περνά μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία.
Η επιλογή αυτής της διαδρομής προσφέρει ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου μπορεί κανείς να ακουστεί, να γίνει αποδεκτός και να γνωρίσει πτυχές του εαυτού του, που μέχρι εκείνη τη στιγμή παρέμεναν αθέατες.
Ιδίως μέσα σε μια μεικτή θεραπευτική ομάδα, με τις οποίες για δεκαετίες δουλεύω, έχει παρατηρηθεί ότι αμφισβητούνται ευκολότερα και αποτελεσματικότερα τα στερεότυπα και οι αντιλήψεις αιώνων για τους ρόλους και τις σχέσεις των δύο φύλων και κατανοούν αμφότερα, μέσα από την προστατευμένη αλληλεπίδραση, το ένα τις ανάγκες και τις δυσκολίες του άλλου, αποκτώντας, έτσι, μια διαφορετική οπτική για τον άλλο πόλο.
Ως αποτέλεσμα αυτού, οι γυναίκες, απελευθερωμένες εσωτερικά, λόγω των διορθωτικών εμπειριών της θεραπευτικής διαδρομής, επιδιώκουν τη συσχέτιση με τον άνδρα, χωρίς να νοιώθουν πλέον ότι απειλείται η προσωπική τους δύναμη. Ενώ οι άνδρες μέσα στους κόλπους της, λύνουν τη σιωπή τους, εκφράζουν τον πόνο τους, ( Slimane, «Mon amour», Γαλλία: «Tu n’entends pas ma peine?» – «δεν κατανοείς τον πόνο μου;»), εκθέτουν τις πληγές τους στο φως γιατρεύοντάς τες, ερχόμενοι σε επαφή με μια διαφορετικού τύπου δύναμη, ενώ, την ίδια στιγμή, οικειοποιούνται άλλες, πιο «θηλυκές», αρετές, όπως η αγάπη, η ειρήνη, η τρυφερότητα και ανακαλύπτουν συνηχήσεις, ομοιότητες και κοινές συγκινήσεις με το άλλο φύλο, που σε άλλες εποχές θα τους ήταν αδιανόητες.
Με τον τρόπο αυτόν, ο αχός της εσωτερικής διαπάλης των πόλων της ατομικής ψυχής κατασιγάται και συνεπώς επιτυγχάνεται η σύνθεση της αρμονικής προσωπικότητας, ενώ, σε εξωτερικό επίπεδο, εκτονώνεται η πόλωση, η αγάπη επιστρέφει και επέρχεται, εν τέλει, η συμφιλίωση.
Συναντιούνται, έτσι, οι δυο τους, ο άνδρας και η γυναίκα, και κρατούν πλέον ο ένας το χέρι του άλλου. Μέσα από την ανοιχτή επικοινωνία και την έκφραση των συναισθημάτων τους, τα δύο φύλα γνωρίζονται εκ νέου και συνδέονται βαθύτερα, απαλλαγμένα, συνεπώς, από τις κληρονομιές του παρελθόντος και εξαλείφοντας τους μνηστήρες των διαπροσωπικών τους προκαταλήψεων, θα κατορθώσουν να οδηγήσουν την ανθρωπότητα σε μια νέα σύνθεση πραγματικότητας, σε ένα καινούργιο και διαφορετικό «μαζί» ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων, σε μια κοινωνία, διορθωτικών εμπειριών, («Mon amour»: «Dis-moi l’endroit – πες μου το μέρος») – (Ιδού το μέρος), όπου το τραύμα, ατομικό και συλλογικό, μπορεί να γίνει θαύμα, οδηγώντας στην ανατολή ενός ήλιου που δεν θα δύσει ποτέ!
Συγγραφέας: Ελισάβετ Μπαρμπαλιού, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, Επιστημονική Υπεύθυνη ΚΕΣΥΨΕ
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*