Ο αρχηγός κατευθύνει και κυριαρχεί, ενώ ένας πρόεδρος καθοδηγεί και συντονίζει…
Ένας βασικός ρόλος σε μια ομάδα είναι ο ρόλος του ηγέτη ή «αρχηγού» της, που τελευταία ονομάζεται συντονιστής ή πρόεδρος. Η αλλαγή αυτή της ονομασίας του ηγέτη σε συντονιστή ή πρόεδρο δεν είναι τυχαία, αλλά είναι αποτέλεσμα ορισμένων διαπιστώσεων της Ψυχολογίας γύρω από τον τρόπο συμπεριφοράς του. Ο αρχηγός κατευθύνει και κυριαρχεί, ενώ ο πρόεδρος καθοδηγεί και συντονίζει.
Συγκεκριμένα έχει διαπιστωθεί ότι τις σχέσεις ενός ηγέτη ή συντονιστή μιας ομάδας με τα μέλη της ακολουθούν νομοτελειακά ορισμένες συνέπειες. Οι συνέπειες αυτές σχετίζονται με τους τρεις βασικούς τρόπους ηγεσίας και σχέσεων που είναι: ο αυταρχικός ή κυριαρχικός, ο δημοκρατικός και ο ανεξέλεγκτος τρόπος με την απόλυτη μορφή του, την «ασυδοσία».
Ο Κουρτ Λεβίν (K. Lewin, 1890-1947) πειραματίστηκε με ομάδες 10χρονων και 12χρονων μαθητών. Συναντιόταν σε διάστημα 3-6 μηνών μία φορά την εβδομάδα για διάφορες ασχολίες και παιχνίδια. Τις διάφορες ομάδες διεύθυναν ενήλικοι, που έπρεπε να εφαρμόσουν έναν συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς (ηγεσίας). Τόσο τη συμπεριφορά των ηγετών, όσο και τη συμπεριφορά των ομάδων είχαν παρακολουθήσει περισσότεροι παρατηρητές. Τα κυριότερα γενικά συμπεράσματα των πειραματισμών του Λεβίν ήταν:
- Ο τρόπος της ηγεσίας της ομάδας βρίσκεται σε στενή σχέση με τα βιώματα και τη συμπεριφορά των μελών της.
- Ο τρόπος ηγεσίας της ομάδας συνεχίζει να επηρεάζει τα μέλη της για ένα επιπλέον χρονικό διάστημα μετά την αντικατάσταση του ηγέτη από άλλον.
Τα ειδικά για κάθε τρόπο ηγεσίας συμπεράσματα του πειραματισμού αυτού συνοψίζονται στα παρακάτω:
Στον αυταρχικό τρόπο συμπεριφοράς (ηγεσίας) χαρακτηριστικά είναι ο απόλυτος έλεγχος των μελών της ομάδας και η έντονη καθοδήγησή τους, καμία δηλαδή ελευθερία του ατόμου για ελεύθερη ανάπτυξη. Αυτό αποδείχνεται στις εκφράσεις που χρησιμοποιούνται, όπως «κάνε τούτο», «φέρε εκείνο γρήγορα», «έχεις υποχρέωση», «θέλω να…», κλπ. Σύμφωνα με αυτά κυριαρχούν οι απειλές, οι κατακρίσεις, οι διαταγές και ασφαλώς καμιά κατανόηση για το άτομο που καθοδηγείται.
Οι αντιδράσεις του ατόμου σ’ αυτόν τρόπο αντιμετώπισής του συνοψίζονται ως εξής: η μικρή ελευθερία κινήσεων και πρωτοβουλιών του έχει ως συνέπεια μία ιδιαίτερα τεταμένη ψυχική κατάσταση που εκδηλώνεται κυρίως στις σχέσεις των μελών της ομάδας μεταξύ τους.
Έτσι παρατηρούνται επιθετική συμπεριφορά, τάσεις κυριαρχίας και ευερεθιστότητα. Οι τρόποι αντίδρασης στις επιταγές του ηγέτη είναι υποτακτικότητα (δουλικότητα) ή επιθετικότητα δηλαδή συμπεριφορά των άκρων. Η δραστηριότητα και η εργασία των μελών της ομάδας εξαρτάται από την παρουσία του ηγέτη. Το φταίξιμο για λάθη αποδίδεται σε άλλους, δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεων τους και αναζητούν «εξιλαστήρια θύματα». Η στάση τους είναι υποκριτική. Γίνεται συχνή χρήση των λέξεων «εγώ», «σε μένα», «δικό μου». Ακόμη παρατηρούνται έντονες τάσεις για ατομιστική και εγωιστική συμπεριφορά. Η δομή της ομάδας και των υποομάδων είναι σχεδόν άκαμπτη και κοινές ομαδικές δραστηριότητες είναι σπάνιες.
Δεν είναι δύσκολο, με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, να ερμηνεύσεις κανείς τη συμπεριφορά τόσων ανθρώπων γύρω μας, που μεγάλωσαν μέσα στη γνωστή παραδοσιακή αυταρχική συμπεριφορά γονιών, δασκάλων και της κρατικής εξουσίας στο πρόσφατο παρελθόν.
Ο δημοκρατικός τρόπος συμπεριφοράς (ηγεσίας) χαρακτηρίζεται από κατανόηση και υπομονή των υπεύθυνων προς τα μέλη της ομάδας. Μέτρα που χρειάζεται να ληφθούν συζητούνται και αποφασίζονται από κοινού. Οι κανόνες συμπεριφοράς επεξηγούνται και στις ερωτήσεις των μελών της ομάδας δίνεται απάντηση. Τα μέλη γίνονται αποδεκτά και σεβαστά ως σύντροφοι. Αυθόρμητες συμπεριφορές ή ενέργειες ενισχύονται και τα ατομικά βιώματα αντιμετωπίζονται επίσης με κατανόηση.
Ο ηγέτης δεν παρουσιάζει εκδηλώσεις δύναμης και κυριαρχίας. Αυτό αποδείχνεται στις διατυπώσεις και εκφράσεις που χρησιμοποιεί, π.χ. σε περίπτωση που τα μέλη της ομάδας συζητούν πολύ έντονα τους, λέει: «Είναι πολύ ωραίο να συζητάτε μεταξύ σας, αλλά θα ήθελα και σε μένα να πείτε κάτι. Όμως, μιλάτε παρακαλώ ο ένας μετά τον άλλον. Ο Γιάννης κάτι ήθελε μόλις τώρα να πει, αλλά δεν μπόρεσα να τον καταλάβω…».
Απαγορεύσεις και περιορισμοί είναι απαραίτητα σε σπάνιες περιπτώσεις. Στην ενοχλητική συμπεριφορά ενός μέλους της ομάδας δείχνεται κατανόηση και η απαγόρευση διατυπώνεται στη συνέχεια με διακριτικό τρόπο και με γενική μορφή, π.χ. «κάποιος». Κυρίως γίνεται έκκληση για κατανόηση των ορίων συμπεριφοράς και των απαγορεύσεων που επιβάλλει η κοινωνική ζωή και η συναίσθηση της κατάστασης του άλλου. Και στο δημοκρατικό τρόπο είναι δυνατό να υπάρχουν απαγορεύσεις, αυτό όμως είναι πολύ σπάνιο και ο τρόπος των απαγορεύσεων είναι ευγενικός, με κατανόηση και όχι προσωπικός. Με κατανόηση αντιμετωπίζονται επίσης τα συναισθήματα, τα βιώματα και τα κίνητρα των μελών που θεωρούνται προσωπικότητες άξιες σεβασμού, (όπως παρατηρεί ο Τάους / Tausch). Επιδιώκεται η αλλαγή της συμπεριφοράς του ατόμου με αφορμή την (άμεση) ενοχλητική συμπεριφορά του.
Οι αντιδράσεις των μελών – πάντοτε σύμφωνα με τις πειραματικές διαπιστώσεις του Λεβίν – χαρακτηρίζονται από φιλική και γεμάτη εμπιστοσύνη συμπεριφορά. Κάνουν προτάσεις που αφορούν ολόκληρη την ομάδα εργάζεται ακόμα κι όταν ο ηγέτης της απουσιάζει. Κάθε μέλος αναλαμβάνει τις ευθύνες του και οι λέξεις «εμείς», «σε μας», «δικό μας» κλπ. Χρησιμοποιούνται πολύ συχνότερα. Εκδηλώνεται μάλιστα η επιθυμία, αυτή η κατάσταση και οι σχέσεις αυτές να συνεχιστούν για περισσότερο χρόνο (όπως χαρακτηριστικά φάνηκε στο τέλος του πειράματος). Η δραστηριότητα και η θέληση του μέλους να συμμετέχει ενεργά στα προβλήματα του περιβάλλοντος ενισχύονται ιδιαίτερα. Βέβαια, σε μερικούς νέους συνυπάρχουν με τις παραπάνω συμπεριφορές και τάσεις επιθετικότητας και απροσαρμοστίας, πράγμα που εκδηλώνεται κυρίως όταν αλλάζει ο ηγέτης ή ο τρόπος συμπεριφοράς του. Συγκρούσεις είναι και εδώ πιθανές, όπως και στον αυταρχικό τρόπο, ανάμεσα στους νέους και με τον ηγέτη τους, αλλά είναι πολύ πιο εύκολο να αποκαταστήσει κανείς τις σχέσεις.
Ο ανεξέλεγκτος τρόπος συμπεριφοράς (ηγεσίας), («αφήνετε να κάνει ό,τι θέλει», Laissez-faire), χαρακτηρίζεται από παθητικότητα, υποχωρητικότητα και έλλειψη συμμετοχής και καθοδήγησης εκ μέρους του ηγέτη. Τα μέλη της ομάδας έχουν πλήρη ελευθερία να κάνουν ό,τι αυτά θέλουν. Ο ηγέτης βρίσκεται ουσιαστικά στο περιθώριο της ζωής της ομάδας, απαντά σε ερωτήσεις που απευθύνονται απευθείας στον ίδιο, χωρίς να μετέχει ενεργά σε συζητήσεις. Δεν υπάρχουν απαγορεύσεις και τα μέλη δεν τιμωρούνται για εσφαλμένη συμπεριφορά.
Οι συνέπειες αυτής της μορφής ηγεσίας και σχέσεων – πάντοτε σύμφωνα με τον Λεβίν συνοψίζονται στο ότι οι επιδόσεις της ομάδας είναι πολύ μικρές. Τα ίδια τα μέλη της ομάδας δεν είναι ικανοποιημένα με τις επιδόσεις τους αυτές. Η δραστηριότητα της ομάδας είναι βέβαια έντονη, αλλά τα σχέδια της σπάνια πραγματοποιούνται, γιατί δεν επιτυγχάνεται συμφωνία. Δεν αναπτύσσεται αυτόνομος τρόπος εργασίας και τα μέλη μαθαίνουν μάλλον αναρχική παρά δημοκρατική συμπεριφορά. Οι αντιδράσεις τους είναι έντονα εγωιστικές.
Κατά την απουσία του υπεύθυνου παρουσιάζεται μεγάλη δραστηριότητα, πολυπραγμοσύνη, αλλά καμία δημιουργική και συνθετική ενέργεια. Διαπιστώνεται η τάση να αναλαμβάνει την αρχηγία κάποιο μέλος της ομάδας και να εφαρμόζει στην πράξη αυταρχικές μεθόδους. Απέναντι στον ηγέτη της ομάδας δε δίνεται καμία προσοχή και ανάμεσα στα μέλη παρατηρούνται απροσαρμοστία, αδιαφορία και χαλαρές σχέσεις. Οι τέτοιου είδους σχέσεις οδηγούν εύκολα στην πλήρη ασυδοσία, συμπεριφορά που όχι μόνο δε δίνει λύσεις, αλλά και επισωρεύει προβλήματα τόσο για τα άτομα όσο και για την ομάδα.
Στα παραπάνω πειράματα του Λεβίν ασκήθηκε αξιοπρόσεκτη κριτική, που επιτρέπει κάποια επιφυλακτικότητα ως προς δυνατότητα γενίκευσης των διαπιστώσεών του. Όμως είναι φανερή η συμβολή τους για την κατανόηση καθημερινών καταστάσεων. Ο Μπαβέλας (Bavellas, 1950) με παρόμοιες έρευνές του κατέληξε σε διαπιστώσεις επιβεβαιωτικές για τα πορίσματα του Λεβίν.