Αναστασία Γκόντη

Το φαινόμενο ‘‘Σύγκρουση Εργασίας - Οικόγενειας’’: Οι συνέπειες του και η ανάγκη Ψυχοκοινωνικής Παρέμβασης για τον περιοριοσμό του

Το φαινόμενο ‘‘Σύγκρουση Εργασίας - Οικόγενειας’’: Οι συνέπειες του και η ανάγκη Ψυχοκοινωνικής Παρέμβασης για τον περιοριοσμό του

Αναστασία Γκόντη

Από την δεκαετία του ’70 και έπειτα, η ολοένα αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και η αύξηση του ποσοστού των ανύπαντρων μητέρων, είχε ως αποτέλεσμα την ανάδυση ενός ψυχοκοινωνικού φαινομένου, γνωστό ως ‘‘Σύγκρουση Εργασίας- Οικογένειας’’ (Work- Family Conflict, Galinsky & Stein, 1990).


Ωστόσο, οι εργαζόμενοι γονείς, τόσο οι γυναίκες όσο και οι άνδρες, αναφέρουν τα ίδια επίπεδα άγχους σχετικά με το ότι δεν αφιερώνουν τον απαραίτητο χρόνο με τα παιδιά τους. Αυτό συμβαίνει επειδή η απουσία και των δύο από το σπίτι, συνεπάγεται αυξανόμενο άγχος, χαμηλότερη αίσθηση ευημερίας, μη επαγγελματική ικανοποίηση, και συν τοις άλλοις, εξασθενημένη παραγωγικότητα.

Την περίοδο μεταξύ 2007-2009, διεξήχθη μια μεγάλη έρευνα με την πρωτοβουλία του New York Council. Το ερευνητικό πρόγραμμα “Εργαζόμενοι Γονείς για μια Εργαζόμενη Νέα Υόρκη” (Working Parents for a Working New York) έδειξε κάτι πολύ σημαντικό: Η διασφάλιση της φροντίδας των παιδιών των συμμετεχόντων γονέων στην έρευνα, μέσα από κατάλληλες εργασιακές, πολιτικές και ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις για την εξασφάλιση της ισορροπίας μεταξύ της οικογένειας και της εργασίας, μπορεί να συνεισφέρει θετικά στην επίλυση της εν λόγω σύγκρουσης.

Με βάση την ίδια έρευνα, το 90% των Αμερικανών και το 95% των Αμερικανίδων εργαζόμενων γονέων, αναφέρουν ότι υφίστανται αρνητικές συνέπειες ως απόρροια του φαινομένου ‘‘Συγκρούση Εργασίας-Οικογένειας’’, και θα ήθελαν να διέθεταν περισσότερο χρόνο για την οικογένεια και τα παιδιά τους.

Επιπλέον, η συγκεκριμένη έρευνα έδειξε το πόσο σημαντική είναι η θεσμοθέτηση μέτρων και η εκπόνηση προγραμμάτων για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού. Οι θετικές εκβάσεις των παρεμβάσεων αφορούν και επηρεάζουν, όχι μόνο τον εργαζόμενο και την οικογένεια του, αλλά και τους εργοδότες, την δημόσια υγεία και την κοινωνία γενικότερα (New York City Council, 2010).

Είναι σημαντικό να δούμε το φαινόμενο σφαιρικά. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα με την ομάδα ελέγχου, οι συμμετέχοντες παρουσιάσαν μια έντονη μείωση στις πειθαρχημένες ενέργειες που απαιτεί κάθε εργασιακός χώρος. Το γεγονός αυτό πυροδότησε ένα ντόμινο αρνητικών γεγονότων στο πλαίσιο της εργασίας, όπως αρνητικές αξιολογήσεις και προειδοποιήσεις, και περαιτέρω στρεσογόνες συνέπειες στις ευθύνες που φέρει ο ρόλος του γονέα ο οποίος βρίσκεται εγκλωβισμένος σε έναν ατέρμονο φαύλο κύκλο.

Από την άλλη, όλα τα παραπάνω βιώνονται ως μια συναισθηματική, κοινωνική και ψυχολογική αστάθεια από την πλευρά του παιδιού, το οποίο συχνά δεν ξέρει πως να ερμηνεύσει τα γεγονότα και την συμπεριφορά του γονέα. Ο όρος αστάθεια στα πλαίσια της Κοινωνικής Ψυχολόγιας αφορά την ασυνέχεια στην εμπειρία του ατόμου. Για παράδειγμα, η απόλυση του γονέα, η αλλαγή εργασίας, η αλλαγή κατοικίας ή ένα διαζύγιο, δημιουργούν μία ασυνέχεια (Sandstrom & Huerta, 2013). Η αστάθεια μπορεί επίσης να βιωθεί από το παιδί και ως αποτέλεσμα του στρες του γονέα, λόγω του φαινομένου της σύγκρουσης που βιώνει μεταξύ εργασίας και οικογένειας.

Συνεπώς, είναι σημαντικό να υπογραμμίζεται η ανάγκη παρέμβασης, με στόχο την ευημερία του εργαζόμενου, προκειμένου να αποτραπεί η αστάθεια και να αποφευχθεί το άγχος όπως βιώνεται από τον γονέα. Με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.

Σήμερα, στον ελλαδικό χώρο, οι εργαζόμενοι γονείς αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στη δουλειά τους σε σύγκριση με τον μέσο Ευρωπαίο πολίτη. Με αυτό το τρόπο δημιουργείται μια κοινωνικο-οικονομική αστάθεια η οποία μπορεί να παρατηρηθεί σε ευρεία κλίμακα, καθιστώντας το φαινόμενο ‘‘Σύγκρουση Εργασίας-Οικογένειας’’ ακόμη πιο περίπλοκο. Επιπλέον, ο γονέας νιώθει ότι οι υπερωρίες του δεν έχουν τα ανάλογα αποτελέσματα και ότι αμοίβεται πολύ λιγότερο, στερούμενος συγχρόνως ουσιαστικό χρόνο με την οικογένειά του. Ο Έλληνας εργαζόμενος γονέας βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα πτυχή του φαινομένου αυτού. Ωστόσο, πάνω στο συγκεκριμένο θέμα χρειάζεται να γίνει περαιτέρω έρευνα, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου πληθυσμού.

Ποιά θα μπορούσε να είναι η παρέμβαση για τον περιορισμό του φαινομένου; Αρχικά, εκείνο που πρέπει να διασφαλιστεί είναι η ποιοτική, και προσβάσιμη από όλους, φροντίδα των παιδιών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την μείωση του άγχους στον εργαζόμενο, όπως απορρέει από τη ‘‘Σύγκρουση Εργασίας-Οικογένειας’’. Γνωρίζοντας οι γονείς, ότι η φροντίδα των παιδιών τους είναι εξασφαλισμένη, ότι έχουν πρόσβαση στον έλεγχό και στην αξιολόγησή της, θα νιώθουν από τη μια πιο ικανοποιημένοι από την εργασία τους και από την άλλη θα βελτιώνεται η ποιότητα ζωής τους καθώς αποβάλλουν το σχετικό στρες.

Η επένδυση των Οργανισμών και του Ανθρώπινου Δυναμικού σε πολιτικές στήριξης των εργαζόμενων γονέων, συμβάλλει δραματικά στην επίλυση της σύγκρουσης. Τα ελάστικα ωράρια, τα διαδραστικά σεμινάρια ψυχολογικής στήριξης και η προώθηση μιας συνεργατικής προοπτικής στις σχέσεις προϊσταμένου-εργαζόμενου, αποτελούν βασικούς τρόπους αντιμετώπισης του φαινομένου.

Το τελευταίο μάλιστα, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό προκειμένου ο εργαζόμενος γονέας να έρθει κοντά στον άμεσο εργοδότη του και να μη νιώθει φόβο για τις συνέπειες μιας πιθανής απόλυσής του ή κακής αξιολόγησής του. Μέσω λοιπόν μιας σειράς σεμιναρίων επιμόρφωσης και ευαισθητόποιησης όλου του Οργανισμού γύρω από το φαινόμενο, σε συδυασμό με ατομικές ή Ομαδικές συνεδρίες, μπορεί να παρατηρηθεί σημαντική αλλαγή των στάσεων που συνδράμουν στον περιορισμό του εν λόγω φαινομένου.


Βιβλιογραφία:

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...