Ορισμένοι ειδικοί Ψυχικής Υγείας δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν την δική τους επαγγελματική εξουθένωση και όταν το κάνουν, δυσκολεύονται να το παραδεχτούν σε άλλους συναδέλφους.
Αυτό είναι ένα από τα ευρήματα της μελέτης της Marieke Ledingham, η οποία εξηγεί ότι: «Η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα χρόνιο πρόβλημα στο χώρο της ψυχικής υγείας και συνεχίζει να υφίσταται παρά την μεγάλη έρευνα και την πληθώρα γνώσης που υπάρχει γύρω από το ζήτημα αυτό, μεταξύ των επαγγελματιών. Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας παρά το γεγονός ότι εργάζονται σε αυτόν τον τομέα, πασχίζουν να αποφύγουν την επαγγελματική εξουθένωση. Έτσι, θέλαμε να μελετήσουμε πως τα εργασιακά πλαίσια θα μπορούσαν να βελτιώσουν την υποστήριξη που παρέχουν».
Συνολικά, πενήντα πέντε εργαζόμενοι ψυχικής υγείας (νοσηλευτές ψυχικής υγείας, ψυχολόγοι, εργοθεραπευτές ψυχικής υγείας, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχίατροι και σύμβουλοι) κατέγραψαν τις εμπειρίες τους σε ένα ποιοτικό ερωτηματολόγιο σχετικά με τις πεποιθήσεις, τις στάσεις και τις αντιλήψεις τους, όσον αφορά την επαγγελματική εξουθένωση και πώς αυτές μπορεί να επηρεάζουν την ευημερία τους στο χώρο εργασία τους. Επιπλέον, δώδεκα συμμετέχοντες ερωτήθηκαν περισσότερο διεξοδικά.
Οι συμμετέχοντες ήταν κυρίως μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες, με το 60% να είναι περίπου 40 ετών, συμπεριλαμβανομένου ενός ποσοστού 33% να βρίσκεται πάνω από τα 50 έτη.
Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι πολλοί συμμετέχοντες υπέφεραν από επαγγελματική εξουθένωση και εξαιτίας αυτής, αισθάνονταν μεγαλύτερη αδυναμία και λιγότερο ικανοί και παραγωγικοί στο ρόλο τους. Κάποιοι ανέφεραν επίσης ότι ακόμη και όταν αναγνώριζαν την επαγγελματική τους εξουθένωση, είχαν μια τάση να ρίχνουν την ευθύνη στον εαυτό τους και δυσκολεύονταν περισσότερο να το αποκαλύψουν σε άλλους, λόγω του φόβου ότι θα κρίνονταν αρνητικά.
Η Ledingham κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι κάποιοι δυσκολεύτηκαν να αναγνωρίσουν την επαγγελματική εξουθένωση στον εαυτό τους, μέχρι που τα σημάδια σωματικής και συναισθηματικής κατάρρευσης είχαν επηρεάσει τη δουλειά τους».
Και η Ledingham συνεχίζει: «Μια ενδιαφέρουσα επισήμανση ήταν ότι καθώς η επαγγελματική εξουθένωση μείωνε την πνευματική/σωματική τους υγεία και ικανότητα εργασίας, μείωνε ταυτόχρονα και την ικανότητά τους να αναγνωρίσουν ότι έπασχαν από επαγγελματική εξουθένωση. Ως εκ τούτου, μόλις ξεκινούσε η διαδικασία εξάντλησης, ήταν λιγότερο πιθανό να αναζητήσουν υποστήριξη και περισσότερο πιθανό να αγνοήσουν τα προειδοποιητικά σημάδια. Αρκετοί σχολίασαν την ειρωνεία του να είναι κανείς ειδικός ψυχικής υγείας και να μην μπορεί να αναγνωρίσει τα τα συμπτώματα του άγχους και της κατάθλιψης στον εαυτό του».
«Οι οργανισμοί θα πρέπει να βοηθήσουν το προσωπικό να αναγνωρίζει τα συμπτώματα και να αναζητά θεραπευτική υποστήριξη. Έχουν καθήκον μέριμνας απέναντι στο προσωπικό που δεν είναι σε θέση να διακρίνει τη δική του κατάσταση, είτε οφείλεται σε μη ρεαλιστικές ή ανθυγιεινές προσδοκίες του φόρτου εργασίας είτε σε παράγοντες που βρίσκονται εκτός του ελέγχου του εργοδότη», αναφέρει η Ledingham.
Πηγή: medicalnewstoday