Γνωρίστε τους ψυχολογικούς και πρακτικούς λόγους για τους οποίους η θεραπευτική συνεδρία διαρκεί λιγότερο από μια ώρα.
Τα οφέλη της ψυχοθεραπείας είναι πάρα πολλά, παρ’ όλο που στην αρχή μοιάζει τρομακτική η ιδέα να την κάνουμε μέρος της ζωής μας.
Η ατομική θεραπεία τυπικά προγραμματίζεται σε εβδομαδιαία βάση, με συνεδρίες που διαρκούν 45 ή 50 λεπτά ενώ οι ψυχοθεραπευτές ανάλογα με την προσέγγισή τους, σχεδιάζουν τη συχνότητα και τη διάρκεια της θεραπείας. Ωστόσο, πότε ορίστηκε αυτό το χρονικό διάστημα ως η καθιερωμένη «θεραπευτική ώρα»;
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευση της 50λεπτης συνεδρίας και κάποιες αναφορές εντοπίζονται πίσω στην εποχή του Φρόιντ. Δε φαίνεται να υπάρχει συναίνεση για το πότε ακριβώς καθιερώθηκε η «θεραπευτική ώρα», παρ’ όλα αυτά έχει παραμείνει ως θεραπευτικό πρότυπο.
Πέρα από την ιστορία, ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί λόγοι, πρακτικοί και ψυχολογικοί οι οποίοι κρατούν την ψυχοθεραπεία μέσα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο. Ακολουθούν οι πιο σημαντικοί από αυτούς.
1. Βοηθάει στη διαχείριση των συνεδριών
Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που διατηρούν τη διάρκεια της συνεδρίας, σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, αντί για μια μία ολόκληρη ώρα.
Οι θεραπευόμενοι διευκολύνονται από αυτό το χρονοδιάγραμμα, ώστε να μπορούν να επισκεφτούν κάποιο θεραπευτή κατά τη διάρκεια της ώρας του μεσημεριανού ή λίγο πριν πάνε στη δουλειά τους.
Για τους θεραπευτές που έχουν τη μία συνεδρία μετά την άλλη, αυτά τα 10 ή 15 λεπτά διαλείμματος τούς προσφέρουν την ευκαιρία να κρατήσουν σημειώσεις σχετικά με την πρόοδο του θεραπευόμενου που μόλις είδαν, να απαντήσουν σε κλήσεις και σε e-mails, να διαχειριστούν τις χρεώσεις, να πάνε στο μπάνιο, να πιουν ένα ποτήρι νερό ή ακόμα και να πάρουν μια ανάσα.
Καθώς υπάρχουν θεραπευτές που εργάζονται εκτενώς με θεραπευόμενους που αντιμετωπίζουν πολύ βαριές, τραυματικές εμπειρίες, το διάλειμμα τούς δίνει την ευκαιρία να αποσυμπιεστούν λίγο.
Οι θεραπευτές βασίζονται σε αυτό το χρονικό περιθώριο μεταξύ των συνεδριών ώστε να προετοιμαστούν για την επόμενη συνεδρία τους, να πάρουν βαθιές αναπνοές ώστε να προετοιμαστούν πνευματικά για τον επόμενο θεραπευόμενο, με σκοπό να μπορούν να αισθάνονται παρόντες και σε εγρήγορση.
Πολλοί θεραπευτές εφαρμόζουν 45λεπτες συνεδρίες αντί για 50λεπτες, για να επεκτείνουν το διάλειμμα μεταξύ των συνεδριών ή για να προγραμματίζουν συνεχόμενες συνεδρίες και να έχουν στη διάθεσή τους μισάωρα διαστήματα για να κρατήσουν σημειώσεις.
Διαβάστε σχετικά: Το απροσδόκητο μυστικό της επιτυχημένης ψυχοθεραπείας
2. Προσφέρει μία αίσθηση επάρκειας
Υπάρχουν επίσης ψυχολογικοί λόγοι για τους οποίους τηρείται αυτό το χρονικό περιθώριο της συνεδρίας. Πρώτα απ’ όλα, αυτή η χρονική διάρκεια δημιουργεί μια αίσθηση επάρκειας και κατ’ επέκταση μειώνεται ο κίνδυνος της υπερβολικής έκθεσης σε επώδυνα συναισθήματα.
Μπορεί να είναι τραυματικό για έναν θεραπευόμενο να «καθίσει» με τον πόνο του για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, διακινδυνεύοντας έτσι κάποιον συναισθηματικό τραυματισμό ο οποίος μπορεί να τον αποτρέψει να επιστρέψει στη θεραπεία εξαιτίας του φόβου για επανατραυματισμό.
Λαμβάνοντας υπόψη τις μοναδικές προσωπικές και συναισθηματικές φύσεις της ψυχοθεραπείας, για πολλούς ανθρώπους η μία γεμάτη ώρα συνεδρίας ή και παραπάνω μπορεί να είναι συντριπτική για το νευρικό τους σύστημα και για την ομαλή συνέχεια της ημέρας τους.
Αυτό το διάστημα επιτρέπει στον θεραπευόμενο να έρθει σε επαφή με σημαντικές διεργασίες, να βιώσει τα συναισθήματά του, να αποκομίσει τις γνώσεις που χρειάζεται και να αποκτήσει την αίσθηση ότι θα υπάρξει ανακούφιση μέσα από την ένταση, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να επιστρέψει πίσω στη δουλειά και στην οικογένεια του.
Η θεραπευτική ώρα επίσης θέτει ψυχολογικά όρια τόσο για τον θεραπευτή όσο και για τον θεραπευόμενο. Οι συνεδρίες διάρκειας 45 ή 50 λεπτών επιτρέπουν στον θεραπευτή να προσφέρει μια νέα οπτική και να παραμείνει αντικειμενικός χωρίς να απορροφάται σε υπερβολικό βαθμό από τη ζωή του θεραπευόμενου.
Στον πυρήνα της θεραπευτικής σχέσης βρίσκεται η εμπιστευτικότητα. Ο θεραπευόμενος εισέρχεται σε αυτή τη σχέση με την εγγύηση ότι οι αποκαλύψεις δε θα διαρρεύσουν από αυτόν το χώρο, εκτός και αν φυσικά υπάρξουν κίνδυνοι για την ασφάλειά του. Αυτό δημιουργεί μια μοναδική δυναμική που δεν προορίζεται να συνεχιστεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Δεν θα ήταν βοηθητικό να έχουμε μια τέτοιου είδους συζήτηση για πολλές ώρες κάθε φορά.
Η ύπαρξη ενός σαφούς κλεισίματος μετά από μία συνεδρία που διαρκεί λιγότερο από μια ώρα, μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία ενός ασφαλούς χώρου για τον θεραπευόμενο ώστε να αισθανθεί, να επεξεργαστεί και να τιθασεύσει τα έντονα συναισθήματα του, παρά να παραμείνει με την αίσθηση ότι δεν υπάρχει κάποια κοντινή ολοκλήρωση της συνεδρίας.
3. Ενθαρρύνει την καλή χρήση του χρόνου
Η διατήρηση των θεραπευτικών συνεδριών για ένα χρονικό διάστημα μικρότερο της μιας ώρας, μπορεί επίσης να παρακινήσει και τις δύο πλευρές να κάνουν το καλύτερο που μπορούν μέσα στο χρονικό περιθώριο που τους αντιστοιχεί.
Μπορεί να ενθαρρύνει τόσο τον θεραπευτή όσο και τον θεραπευόμενο να φτάσουν στην καρδιά του προβλήματος αρκετά γρήγορα. Γνωρίζουν ότι αν απλά κάνουν μια τυπική κουβέντα, αυτό θα είναι χάσιμο πολύτιμου χρόνου.
Όταν ο θεραπευόμενος γνωρίζει ότι ένα σημαντικό ζήτημα δε θα μπορέσει να επιλυθεί μόνο μέσα σε μία συνεδρία, μπορεί να νιώθει πιο άνετα παρουσιάζοντας το πρόβλημα, συζητώντας τους στόχους για την αντιμετώπισή του, εξερευνώντας τις διαφορετικές πτυχές του και μαθαίνοντας δεξιότητες αντιμετώπισης που θα μπορέσει να εφαρμόσει στην καθημερινή του ζωή.
Όταν οι άνθρωποι έχουν περισσότερο χρόνο στη διάθεσή τους, δεν φτάνουν πολύ γρήγορα στην ουσία του προβλήματος. Όταν γνωρίζουν ότι έχουν στη διάθεση τους 50 λεπτά, γνωρίζουν ότι πρέπει να επωφεληθούν αυτόν τον χρόνο. Πρόκειται για μία ισορροπία έτσι ώστε να γίνει σωστά το θεραπευτικό έργο.
Οι μεγαλύτερης διάρκειας συνεδρίες μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε μία αίσθηση κόπωσης ή εξάντλησης τόσο για τον θεραπευτή όσο και για το θεραπεύομενο. Για τα παιδιά, αυτή η ιδανική χρονική περίοδος μπορεί να διαρκέσει λιγότερο, με τις συνεδρίες να διαρκούν για 30 λεπτά, καθώς η διάρκεια των 45 ή των 50 λεπτών είναι κάποιες φορές αρκετά μεγάλη για να μπορέσει να παραμείνει συγκεντρωμένο το παιδί.
4. Βοηθά στην επεξεργασία των νέων γνώσεων
Άλλοι ψυχοθεραπευτές συγκρίνουν τις θεραπευτικές συνεδρίες με τα μαθήματα λυκείου. Κάθε τάξη έχει ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα για να διδαχθούν οι μαθητές μια συγκεκριμένη ενότητα. Στη συνέχεια, μπορούν να επεξεργαστούν τις πληροφορίες που έχουν λάβει καθώς επίσης και να διερευνήσουν αυτό το θέμα μέσα από ένα διαφορετικό περιβάλλον, αυτό της εργασίας για το σπίτι.
Ένας θεραπευόμενος μπορεί να κάνει μια συνεδρία 4 ωρών, αλλά δεν θα είναι σε θέση να αναλογιστεί και να αφομοιώσει όλα όσα συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. O θεραπευόμενος μπορεί να θεωρήσει, πως ήταν μία καλή συνεδρία, ωστόσο θα έχει αναδυθεί ένα υπερβολικό εύρος πληροφοριών τις οποίες δε θα είναι σε πλήρη θέση να αφομοιώσει και να επωφεληθεί από αυτές.
Προσφέροντας στους θεραπευόμενους μικρές δόσεις πληροφοριών και επιτρέποντας τους να τις επεξεργαστούν σε επιμέρους κομμάτια, τους βοηθάμε να έχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στην ψυχοθεραπεία.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι θεραπευτές συνιστούν να γίνονται συνεδρίες ανά τακτά χρονικά διαστήματα, όταν οι θεραπευόμενοι εκφράζουν επιθυμία για περισσότερο χρόνο, παρά να παρατείνεται ο χρόνος των ήδη υπαρχουσών συνεδριών.
Νομίζω ότι γίνεται περισσότερη και καλύτερη δουλειά σε δύο ξεχωριστές συνεδρίες παρά σε μια που διαρκεί περισσότερη ώρα που σε κάνει να νιώθεις ότι έχεις όλη την ώρα του κόσμου στη διάθεσή σου.
Άλλοι θεραπευτές συγκρίνουν την ψυχοθεραπεία με ένα χορταστικό γεύμα. Δεν μπορείτε να γευτείτε όλο αυτό το τεράστιο γεύμα μονομιάς και ταυτόχρονα να περιμένετε να χωνευτεί ή να υποστεί επεξεργασία με τον ίδιο τρόπο σαν να έχετε φάει λίγο, δηλαδή να περιμένετε να αφομοιωθεί και ύστερα να φάτε ακόμα λίγο. Χρειάζεστε χρόνο στο ενδιάμεσο.
Έτσι και στην ψυχοθεραπεία δεν μπορείτε να αφομοιώσετε και να διατηρήσετε όλες τις πληροφορίες που λαμβάνετε μονομιάς.
Διαβάστε σχετικά: Πώς λειτουργεί η ψυχοθεραπεία ανά τον κόσμο;
5. Σας επιτρέπει να ενσωματώσετε τα ευρήματά σας
Το σημαντικό που πρέπει να θυμόσαστε είναι ότι η ψυχοθεραπεία είναι μια συνεχής συζήτηση και η πραγματική αλλαγή συμβαίνει όταν οι θεραπευόμενοι εξασκούν αυτά που μαθαίνουν από τις συνεδρίες, έξω από το γραφείο του θεραπευτή, δηλαδή στη ζωή τους. Το επίκεντρό τους πρέπει να είναι στις δεξιότητες και στις γνώσεις που αποκτούν κατά τη διάρκεια των συνεδριών και πώς να τις εφαρμόσουν, εκτός του χώρου των συνεδριών.
Με αυτόν τον τρόπο υπάρχει χρόνος για τον θεραπευόμενο, μεταξύ των συνεδριών, για να αναλογιστεί τις θεραπευτικές γνώσεις που απέκτησε και καλώς εχόντων των πραγμάτων να τις προσαρμόσει στη δική του οπτική ή τις σχέσεις του. Ο εγκέφαλος και το σώμα μας χρειάζονται χρόνο και χώρο για να κάνουν κτήμα τους όσα διδάχτηκαν στη θεραπεία.
Πέρα από τη συνεδρία διάρκειας 45 ή 50 λεπτών
Παρ’ όλο που οι συνεδρίες 45 ή 50 λεπτών είναι το πρότυπο, δεν είναι ένας απαράβατος κανόνας που τηρείται σε κάθε περίπτωση. Για ζευγάρια ή οικογένειες, οι θεραπευτές προσφέρουν μεγαλύτερες συνεδρίες, συνήθως διάρκειας 90 λεπτών.
Πρόκειται για συνεδρίες όπου υπάρχουν πολλές οπτικές στο προσκήνιο και θέλεις οι συμμετέχοντες να μπορούν να έχουν τον χώρο τους. Αυτές οι συνεδρίες περιλαμβάνουν περισσότερες πληροφορίες και σχεσιακές δυναμικές, οι οποίες θα πρέπει να συζητηθούν.
Στην ατομική θεραπεία επίσης, υπάρχει κάποιες φορές η κλινική ανάγκη για μεγαλύτερης διάρκειας συνεδρίες, είτε αφορά ένα πιο περίπλοκο ζήτημα που πρέπει να δουλευτεί ή μια περίοδο κρίσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο χρόνος της συνεδρίας μπορεί να αλλάξει.
Πολλοί θεραπευτές μπορεί επίσης να προσφέρουν μεγαλύτερης διάρκειας αρχικές συνεδρίες, κατά τη λήψη ιστορικού με νέους θεραπευόμενους προκειμένου να διασφαλίσουν ότι έχουν αρκετό χρόνο για να συλλέξουν πληροφορίες και να υποβάλουν ερωτήσεις που θα οδηγήσουν σε διαγνωστική διευκρίνιση.
Εν τέλει, οι θεραπευτές αξιολογούν τους θεραπευόμενους και καθορίζουν τους χρόνους συνάντησης κατά περίπτωση.
Η διάρκεια της θεραπευτικής ώρας μπορεί να είναι μια συνήθης πρακτική, ωστόσο μπορούν να γίνουν μετατροπές στα χρονικά διαστήματα. Είναι σημαντικό να μιλήσετε με τον ψυχοθεραπευτή σας, εάν αισθάνεστε ότι χρειάζεστε περισσότερο χρόνο στις συνεδρίες,
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε τη διαδικασία της ψυχοθεραπείας και το τι συμβαίνει στις συνεδρίες, γιατί έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί τα πράγματα γίνονται με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Επίσης, η δυνατότητα ενημέρωσης βοηθά στην απομάκρυνση κάποιου ποσοστού στίγματος που υπάρχει γύρω από την ψυχοθεραπεία.
Απόδοση: Ελένη-Δήμητρα Βέρρα, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*