Δήμητρα Ρούκη

Tο Μετατραυματικό Στρες σε παιδιά και εφήβους

Tο Μετατραυματικό Στρες σε παιδιά και εφήβους

Δήμητρα Ρούκη
άνδρας που κάθεται με κεφάλι σκυμμένο σε σκοτεινό δωμάτιο με φωτεινό φόντο

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας αλλά και τα γεγονότα της σημερινής εποχής που αποβαίνουν ιδιαίτερα τραυματικά ψυχικά για τα άτομα, ας επιχειρήσουμε να εξετάσουμε το μετατραυματικό στρες σε παιδιά και εφήβους.


Οι επιστήμονες διακρίνουν 2 τύπους μετατραυματικού στρες: τη διαταραχή Ι για ενηλίκους, εφήβους και παιδιά άνω των 6 ετών, καθώς και τη διαταραχή ΙΙ, για παιδιά κάτω των 6 ετών. Το παρόν άρθρο επικεντρώνεται στη μελέτη της διαταραχής τύπου ΙΙ. Πρόκειται για μια διαταραχή που συμβαίνει μετά από πραγματικό ή επαπειλούμενο θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό ή σεξουαλική βία και συνοδεύεται από διεισδυτικά συμπτώματα, επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που σχετίζονται με το τραύμα, αρνητικές αλλαγές στις γνωσίες και στο συναίσθημα, καθώς και αλλαγές στη διέγερση και αντίδραση του ατόμου.

Για να μιλήσουμε για μετα-τραυματικό στρες, πρέπει να ισχύουν τα εξής διαγνωστικά κριτήρια:

  1. Έκθεση σε πραγματικό ή επαπειλούμενο θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό ή σε σεξουαλική βία με έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω τρόπους: άμεσο βίωμα, αυτόπτης μάρτυρας, το άτομο έμαθε ότι το βίαιο τραυματικό γεγονός συνέβη σε ένα κοντινό πρόσωπο.
  2. Διεισδυτικά συμπτώματα, τα οποία έχουν έναρξη μετά το τραυματικό γεγονός, όπως: επαναλαμβανόμενες, μη ηθελημένες διεισδυτικές μνήμες ή όνειρα του τραυματικού γεγονότος που προκαλούν δυσφορία / flashbacks / έντονη ή παρατεταμένη ψυχολογική δυσφορία κατά την έκθεση σε ερεθίσματα που συμβολίζουν ή ομοιάζουν με κάποια διάσταση του τραυματικού γεγονότος / επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που σχετίζονται με τα τραυματικά γεγονότα, αρνητικές αλλαγές στις γνωσίες και τα συναισθήματα που συνδέονται με το τραυματικό γεγονός/ αξιοσημείωτες αλλαγές στη διέγερση και την αντιδραστικότητα που σχετίζεται με το τραυματικό γεγονός (ευερέθιστη συμπεριφορά και θυμωμένα ξεσπάσματα, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, επαγρύπνηση, προβλήματα στη συγκέντρωση, διαταραχές ύπνου).

Η διαταραχή σαφώς προκαλεί κλινικά σημαντική δυσφορία ή χειροτέρευση στον κοινωνικό, επαγγελματικό τομέα ή σε άλλους σημαντικούς τομείς και δεν αποδίδεται σε φυσιολογικές επιδράσεις ουσιών (πχ φαρμάκων ή αλκοόλ) ή σε άλλη ιατρική κατάσταση. Αρκετά παιδιά δυστυχώς, παραμένουν χωρίς βοήθεια, καθώς δεν εντοπίζονται, άρα δε λαμβάνουν και θεραπεία.

Η συννοσηρότητα με κατάθλιψη, άγχος, διαταραχές διασπαστικής συμπεριφοράς, αυτοκτονικό ιδεασμό-απόπειρες προβληματίζει αρκετά, ως προς την έγκαιρη ανίχνευση των πασχόντων ατόμων. Επιπλέον, δε σχετίζεται με τις άλλες αγχώδεις διαταραχές, καθώς στο μετατραυματικό στρες υπάρχει συγκεκριμένο απρόσμενο γεγονός που αποτελεί την αιτία έναρξης της διαταραχής, αλλά και μια συγκεκριμένη ομάδα συμπτωμάτων όπως η επαναβίωση και η εκδήλωση των συμπτωμάτων, λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Η διαταραχή μετατραυματικού στρες φυσικά δεν εκδηλώνεται από όλα τα άτομα που μπορεί να βιώσουν ίδια τραυματικά γεγονότα ή με τον ίδιο τρόπο. Ο κίνδυνος εκδήλωσης ΔΜΤΣ αυξάνει όταν τα τραύματα είναι έντονα, επαναλαμβανόμενα και εμπεριέχουν ανθρώπινη επιθετικότητα (κυρίως προς το ίδιο το παιδί ή φροντιστή που παρέχει ασφάλεια), όταν υπάρχει προηγούμενο βίωμα τραυματικών γεγονότων, αλλά και όταν το άτομο διακρίνεται από έντονο άγχος-δύσκολο ταπεραμέντο-φτωχή συναισθηματική προσαρμογή.

Πώς μπορεί όμως να βοηθηθεί το άτομο;

Αρχικά, απαιτείται ψυχολογική πρώτη βοήθεια (με άμεση παρέμβαση στην κοινότητα σε περιπτώσεις μαζικών καταστροφών), παρέχοντας ψυχοεκπαίδευση σε παιδιά και γονείς, ανακούφιση και ασφάλεια. Με τον τρόπο αυτό ομαλοποιούνται οι αντιδράσεις τους, μειώνεται η σύγχυση και ο φόβος ότι «θα τρελαθούν», βελτιώνονται οι ικανότητες αυτοδιαχείρισης και αναγνωρίζουν την ανάγκη περαιτέρω θεραπείας ή μη.

Στη συνέχεια, μια κατάλληλη μέθοδος φαίνεται πως είναι η γνωστική συμπεριφοριστική θεραπεία εστιασμένη στο τραύμα (Trauma Focused-Cognitive Behavioral Therapy). Ο στόχος είναι η αναγνώριση, έκφραση και ρύθμιση δύσκολων συναισθημάτων, με σωστή διαχείριση στρες. Στη συνέχεια, οι συνδέσεις μεταξύ σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών και ανάπτυξη στρατηγικών αντιμετώπισης (πχ θετικός διάλογος με εαυτό). Μέσω αφήγησης του γεγονότος (με τρόπο που δε «διαλύει» το άτομο) ρυθμίζονται οι γνωσίες και τα συναισθήματα, ενώ επιχειρείται έκθεση σε φοβικά ερεθίσματα που σχετίζονται με το τραυματικό γεγονός, με ασκήσεις που έχουν σχεδιαστεί για να ενδυναμώσουν την αυτοκυριαρχία και την αυτοαποτελεματικότητα. Οι γονείς αδιαμφισβήτητα εμπλέκονται ως ενεργητικοί συμμετέχοντες στη θεραπεία, μέσω της έκφρασης συναισθημάτων και εκμάθησης στρατηγικών για να υποστηρίζουν το παιδί σε νέες ικανότητες): βελτιώνεται έτσι η επικοινωνία γονέων-παιδιού και υποστηρίζεται ο γονέας να διαχειριστεί τις δικές του μετα-τραυματικές αντιδράσεις.

Κλείνοντας, ας μην ξεχνάμε ότι σημαντικοί προστατευτικοί παράγοντες από τη διαταραχή είναι οι ικανότητες ρύθμισης του συναισθήματος και η διατήρηση αυτοελέγχου, καθώς και το υποστηρικτικό οικογενειακό πλαίσιο που διαθέτει το άτομο. Ο κίνδυνος μειώνεται όταν το γεγονός έχει συγκεκριμένη χρονική λήξη, έτσι ώστε η ζωή να μπορεί να επιστρέψει στους φυσιολογικούς ρυθμούς και το παιδί ή ο έφηβος να έχει την ευκαιρία να ξεπεράσει τις επιδράσεις του γεγονότος.

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...