PsychologyNow Team

Το παράδοξο των ψυχολογικών μηχανισμών άμυνας

Το παράδοξο των ψυχολογικών μηχανισμών άμυνας

PsychologyNow Team
κοπέλα εκδηλώνει ψυχολογικό μηχανισμό άμυνας
Image credit: Anete Lusina / pexels.com

Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις οδυνηρές πραγματικότητες ή να τις αποφεύγουμε;


Αν και οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας προσφέρουν ένα βαθμό ασφάλειας, δεν βοηθούν στην καλή προσαρμογή στην ενήλικη ζωή. Ωστόσο, διάφοροι βαθμοί μηχανισμών άμυνας αποτελούν αναγκαιότητα για το αναπτυσσόμενο παιδί. Όλα τα παιδιά βιώνουν κάποιο επίπεδο συναισθηματικού πόνου και απογοήτευσης κατά την ανάπτυξή τους, ξεκινώντας από τη βρεφική ηλικία.

Ένα νεογέννητο είναι υπερβολικά ευάλωτο και πλήρως αντιδραστικό στο άγχος, όμως ένα ενδεχόμενο ψυχολογικό τραύμα και η μη κατάλληλη συναισθηματική φροντίδα των γονέων, δεν μπορούν να εντοπιστούν σε αυτή την περίοδο. Είναι μια περίοδος που ο εγκέφαλος εξελίσσεται ταχύτατα, οι συναισθηματικές εμπειρίες είναι πολλές και το βρέφος δεν μπορεί να μιλήσει για να εκφράσει ή να εξηγήσει τη συναισθηματική του κατάσταση.

Ακόμη και σε ένα σχετικά φροντιστικό περιβάλλον, ενδεχομένως κάποια ζημιά στο βρέφος θα συμβεί λόγω της αυξημένης αντιδραστικότητας του σε αισθητήριες εισροές, για παράδειγμα: υπερδιέγερση και / ή υποδιέγερση. Η παρατεταμένη εξάρτηση του ανθρώπινου βρέφους από τους γονείς του για τη σωματική και ψυχολογική επιβίωση του αποτελεί την πρώτη συνθήκη για τον σχηματισμό αμυντικών μηχανισμών.

Σύμφωνα με τον Guntrip (1961), η ανάγκη του βρέφους για αξιόπιστη μητρική στήριξη είναι τόσο απόλυτη και η αδυναμία να τη λάβει, είναι καθολική, ώστε οι διαφορετικοί βαθμοί νευρωτικής αστάθειας... να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Φαινομενικά αβλαβείς αλληλεπιδράσεις με έναν μη ευαίσθητο γονέα μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά την ευημερία του παιδιού. Ακόμη και σχετικά «καλοί» γονείς έχουν ορισμένους περιορισμούς και ελλείμματα που είναι επιζήμια για τον αναδυόμενο εαυτό του παιδιού.

Κατά τη διάρκεια των πρώτων 18 μηνών της ζωής του βρέφους, δημιουργούνται σημαντικές νευρωνικές συνδέσεις στον εγκέφαλο. Όταν το παιδί βιώνει σκληρές ή ανησυχητικές αλληλεπιδράσεις με έναν γονέα, το άγχος που βιώνει μπορεί να δυσχεράνει τη δημιουργία λέξεων για συναισθήματα ή τη δημιουργία μιας ουσιαστικής ιστορίας της εσωτερικής του ζωής.

Τα παιδιά με σωματική κακοποίηση παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα αρνητικών συναισθημάτων, ενώ τα παραμελημένα παιδιά επιδεικνύουν επίπεδα συναισθήματα. Αλλά το χειρότερο σενάριο βρίσκεται σε ένα παιδί που βιώνει τόσο την κακοποίηση όσο και την παραμέληση (Schore, 2003).

Υπάρχουν σημαντικά ερευνητικά ευρήματα ότι σοβαρά τραύματα διαπροσωπικής προέλευσης μπορεί να υπερισχύσουν κάθε παράγοντα γενετικής, κοινωνικής ή ψυχικής ανθεκτικότητας. Αναφορικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της παραμέλησης, της κακοποίησης και άλλων τοξικών περιβαλλοντικών παραγόντων στη λειτουργία των ενηλίκων, η έρευνα δείχνει ότι ο αριθμός των δυσμενών παιδικών εμπειριών είναι ανάλογος με τη σοβαρότητα των ιατρικών και ψυχικών παθήσεων των ενηλίκων (Edwards et al., 2003).

Δυστυχώς, ακόμη και αν το παιδί βγήκε αλώβητο από το άγχος του διαπροσωπικού τραύματος θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις επώδυνες επιπτώσεις του υπαρξιακού άγχους. Ο φόβος του θανάτου από μόνος του αποτελεί μία επαρκή αιτία για το σχηματισμό αμυντικών μηχανισμών.

Υπάρχει μια σημαντική σύγκρουση στο εσωτερικό κάθε ατόμου που διχάζεται ανάμεσα στην επιλογή της αντιμετώπισης της επώδυνης πραγματικότητας ή την αποφυγή της. Το ερώτημα είναι αν πρέπει να υπομένουμε τον συναισθηματικό πόνο ή να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και να δραπετεύσουμε σε έναν εξωπραγματικό κόσμο.

Όλοι μας παρουσιάζουμε αυτό το θεμελιώδες δίλημμα. Η επίλυση αυτής της σύγκρουσης μέσω ενός περισσότερο αμυντικού τρόπου ζωής έχει γενικά επιζήμια αποτελέσματα στη συναισθηματική υγεία του ατόμου και στη συνολική λειτουργία του και ο σχηματισμός ψυχολογικών αμυντικών μηχανισμών είναι αναπόφευκτος όταν παιδί κατά την ανάπτυξή του βιώνει άγχος και συναισθηματικό πόνο.


Διαβάστε σχετικά: Ίρβιν Γιάλομ: «Όσο αναζητούμε σκόπιμα το νόημα της ζωής, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να το βρούμε»


Περιγραφή του αμυντικού τρόπου ζωής

Όταν οι άνθρωποι αμύνονται, τείνουν να εξουδετερώνουν τις εμπειρίες τους και να χάνουν συναισθήματα που είναι σημαντικά για τους ίδιους και τους άλλους. Σε αυτή την αμυντική κατάσταση, εστιάζουν στους εαυτούς τους και όχι στους άλλους. Η ικανότητά τους να προσφέρουν και να αποδεχτούν την αγάπη είναι μειωμένη και τείνουν να περιορίζουν τις προσωπικές αλληλεπιδράσεις τόσο της προσφοράς όσο και της αποδοχής.

Αυτή η εσωτερική κατάσταση πρέπει να διαχωριστεί από το χρόνο που αφιερώνει κάποιος στην αυτοπαρατήρηση, την ενδοσκόπηση, τη δημιουργική εργασία, το διαλογισμό ή άλλες πνευματικές αναζητήσεις. Ουσιαστικά, περιλαμβάνει μια διαδικασία που θεωρεί τον εαυτό του περισσότερο ως αντικείμενο παρά ως πρόσωπο. Το άτομο αναπτύσσει ιδιοσυγκρασιακούς τρόπους μείωσης, αποδυνάμωσης του εαυτού και αποσύνδεσης από δυσάρεστα συναισθήματα και εμπειρίες ζωής.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του αμυντικού προσώπου περιλαμβάνουν:

(α) απώλεια συναισθημάτων και ποικίλους βαθμούς αποπροσωποποίησης

(β) τάση για εξάρτηση από εθιστικές ουσίες και συμπεριφορές που προσφέρουν ικανοποίηση

(γ) προτίμηση για απομόνωση και φανταστική ευχαρίστηση αντί για ικανοποίηση που προέρχεται από πραγματικά επιτεύγματα ή από μια οικεία σχέση και

(δ) γενικά κυνική, ύποπτη στάση απέναντι στους άλλους και αυτοκριτική στάση, καθώς και συμπεριφορά αυτομίσους απέναντι στον εαυτό του.

Βασικά, οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας όπως η εκλογίκευση, η καταπίεση, η άρνηση και η προβολή περιορίζουν την εμπειρία ζωής, διαστρεβλώνουν την αντίληψη της πραγματικότητας του προσώπου, προδιαθέτουν αρνητικές αποκρίσεις, δημιουργούν αποφυγή της ανάληψης των απαιτούμενων ρίσκων και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επανάληψη του καταναγκασμού: οι άνθρωποι τείνουν να επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη και τις ίδιες δυσλειτουργικές επιλογές σχέσεων.

Τέλος, οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας επηρεάζουν αρνητικά τις διαπροσωπικές σχέσεις, ιδιαίτερα με το σύντροφο ή τα παιδιά. Συμβάλλουν στη λανθασμένη αντίληψη των προθέσεων των ανθρώπων και μια γενικότερη εσφαλμένη εναρμόνιση με τους άλλους.

 

Ένα πρόσωπο δεν μπορεί να αμύνεται χωρίς να υπάρχουν επιπτώσεις. Αυτή του τύπου η άμυνα όχι μόνο μας βλάπτει, αλλά και πονάει τους άλλους, ιδιαίτερα εκείνους που βρίσκονται πιο κοντά σε εμάς. Τείνει να εμποδίζει ή να παρεμβαίνει στην ανάπτυξη γνήσιων και ικανοποιητικών σχέσεων. Μας κάνει να αισθανόμαστε απομονωμένοι και δυνητικά παρανοϊκοί με εκείνους με τους οποίους, διαφορετικά, θα μπορούσαμε να απολαύσουμε τρυφερές και στενές επαφές.

Ανάλογα με το βαθμό που αμυνόμαστε, απομακρυνόμαστε από τη δυνατότητα να βιώσουμε γνήσια συναισθήματα: τα καλά, τα κακά και τα άσχημα. Σε κάποιο βαθμό γινόμαστε απαθείς για αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μας.

Τα αμυντικά άτομα υποφέρουν από αντιδράσεις ενοχής, ιδιαίτερα υπαρξιακής ενοχής. Βιώνουν μια αίσθηση λύπης για μια ζωή που δεν έζησαν πλήρως. Επιπλέον, βρίσκονται στο έλεος αυτοκριτικών σκέψεων για να αμυνθούν ή να μην είναι διαθέσιμοι για τους άλλους. Μια αμυντική ζωή αφήνει τους ανθρώπους με ένα συναίσθημα αδυναμίας αφήνοντας τους κολλημένους στο παρελθόν τους, ανεξάρτητα από το πόσο κακό αυτό μπορεί να ήταν.

Παρόλο που ενδέχεται κάποτε να αναγνωρίσουμε εν μέρει ότι δεν χρειάζεται πλέον το είδος προστασίας που προσφέρουν οι άμυνές μας, τις διατηρούμε συχνά σαν να εξαρτάται η ζωή μας από αυτήν. Για παράδειγμα, γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να διατηρούν μια διαστρεβλωμένη ή και αρνητική άποψη για τον εαυτό τους, ανεξάρτητα από το πόσο ρεαλιστική είναι; Γιατί μάς είναι τόσο δύσκολο να αλλάξουμε αυτήν την ψεύτικη ταυτότητα ή να εγκαταλείψουμε άλλες συνήθεις άμυνες ακόμη και όταν καταλαβαίνουμε τις βλαβερές επιπτώσεις τους;


Διαβάστε σχετικά: Είμαστε όσο ελεύθεροι νομίζουμε ότι είμαστε;


Τέλος, η ζωή του αμυντικού προσώπου χαρακτηρίζεται συχνά από μια απεγνωσμένη προσκόλληση σε εθιστικές δραστηριότητες και την εξάρτηση από υπερβολικά προστατευτικά πρότυπα συνήθειας. Επειδή αυτά τα αμυντικά πρότυπα ενισχύουν τους ψυχολογικούς μηχανισμούς και τελικά γίνονται συνήθεια, υπάρχει μια προοδευτική εξασθένιση σε ευρείς λειτουργικούς τομείς. Αυτά τα μοτίβα όχι μόνο προκαλούν την απώλεια ενέργειας, αλλά και επηρεάζουν αρνητικά σημαντικούς τομείς της ζωής μας, περιορίζοντας την πρωτοβουλία μας.

Εν ολίγοις, όλοι οι άνθρωποι είναι ευάλωτοι σε ένα ορισμένο βαθμό τραύματος κατά την αναπτυξιακή τους ηλικία και έχουν την τάση να αναπτύσσουν άμυνες για να αποτρέπουν τον πόνο. Αν και αυτοί οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας προσφέρουν ένα ορισμένο βαθμό ανακούφισης, οδηγούν επίσης σε διαστρέβλωση και δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές στην ενήλικη ζωή.

Τα άτομα που αμύνονται τείνουν να είναι περισσότερο εσωστρεφή και απομονωμένα, περιορισμένα συναισθηματικά, δύσπιστα και ανασφαλή. Καταφεύγουν σε παρηγορητικές ουσίες και ρουτίνες και αντιμετωπίζουν προβλήματα στη διατήρηση ικανοποιητικών προσωπικών σχέσεων.

Αντίθετα, τα άτομα που είναι λιγότερο αμυντικά τείνουν να αισθάνονται πιο ελεύθερα και να έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες να βιώσουν τα συναισθήματά τους, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης ικανότητας να αισθάνονται τη χαρά και την ευτυχία της ζωής, καθώς και μεγαλύτερη ανοχή στην οικειότητα.

Είναι επίσης περισσότερο γνώστες του σύμφυτου πόνου της ζωής και φαίνεται να ανταποκρίνονται περισσότερο και να προσαρμόζονται καλύτερα σε γεγονότα που επηρεάζουν την ευημερία τους. Οι άνθρωποι που δεν είναι τόσο αμυντικοί γενικά αισθάνονται πιο ολοκληρωμένοι, είναι ικανοί να ζουν πιο αυθεντικά και τείνουν να είναι πιο ανθρώπινοι απέναντι στους άλλους.

Δεδομένων των προφανών πλεονεκτημάτων του μη αμυντικού τρόπου ζωής, πώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε και να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις άμυνές μας; Προφανώς, δεν υπάρχει μία απλή λύση αλλά, γενικά, μπορούμε να αποφεύγουμε την τάση να είμαστε δύσκαμπτοι και να ορίζουμε τον εαυτό μας, να παραμένουμε ανοιχτοί στην ανατροφοδότηση και ενδεχομένως να αναζητήσουμε μια ψυχοθεραπευτική εμπειρία που να προσφέρει τη μέγιστη έκθεση και κατανόηση των ψυχολογικών μηχανισμών άμυνάς μας.


Βιβλιογραφία:

- Edwards, V. J., Holden, G. W., Felitti, V. J., &Anda, R. F. (2003). Relationship between multiple forms of childhood maltreatment and adult mental health in community respondents: Results from the adverse childhood experiences study. American Journal of Psychiatry, 160(8), 1453-1460. doi:10.1176/appi.ajp.160.8.1453
- Guntrip, H. (1961). Personality structure and human interaction. New York: International Universities Press.
- Schore, A. N. (2003). Affect regulation and disorders of the self. New York: W. W. Norton.

Πηγή: psychalive.org
Απόδοση - Επιμέλεια: PsychologyNow.gr

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...