Η Εποχιακή Συναισθηματική Διαταραχή (ΕΣΔ) είναι υπότυπος της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και έχει συμπτώματα παρόμοια με αυτά της κατάθλιψης,
Η άνοιξη σηματοδοτεί το τέλος του χειμώνα και δίνει διαφορετική πνοή στην καθημερινότητα. Έχει συνδυαστεί με πιο έντονες κοινωνικές συνδιαλλαγές και με διάφορες εκδηλώσεις και δραστηριότητες σε εξωτερικούς χώρους.
Ωστόσο άτομα με προϋπάρχουσα καταθλιπτική διαταραχή βιώνουν την περίοδο αυτή με εντονότερα καταθλιπτικά συμπτώματα. Η Εποχιακή Συναισθηματική Διαταραχή (ΕΣΔ) είναι υπότυπος της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και έχει συμπτώματα παρόμοια με αυτά της κατάθλιψης, με την κύρια διαφορά ότι τα συμπτώματα εμφανίζονται κάθε χρόνο, την ίδια εποχή, για αυτό και ονομάζεται κατάθλιψη με εποχιακό μοτίβο. Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανίζονται με καταθλιπτικό συναίσθημα, απώλεια ενδιαφέροντος καθώς και απώλεια ευχαρίστησης για δραστηριότητες οι οποίες προηγουμένως ήταν ευχάριστες.
Μπορεί επίσης να επηρεάζεται και ο κιρκαδικός ρυθμός του σώματος, μιας και οι ώρες ηλιοφάνειας είναι περισσότερες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το άτομο να μην έχει ποιοτικό ύπνο και να παρατηρείται πρωινή έγερση δυο ώρες ή περισσότερο πριν από τη συνηθισμένη ώρα.
Επίσης, η διάθεση ενδεχόμενα να είναι χειρότερη κατά τις πρωινές ώρες σε αντίθεση με το απόγευμα ή το βράδυ. Η μειωμένη ενεργητικότητα η οποία μπορεί να συνοδεύεται με αυξημένη κόπωση είναι επίσης πιθανό σύμπτωμα.
Το παράδοξο της άνοιξης
Σύμφωνα με τα Εθνικά Ινστιτούτα Ψυχικής Υγείας, παρατηρείται αυξημένη αυτοκτονική τάση κατά την περίοδο της Άνοιξης με το ποσοστό αυτοκτονιών να φτάνει στο απόγειό του ετησίως. Πολλά άτομα βιώνουν το Χειμώνα ως ένα συναισθηματικό «κάλυμμα», δεν υπάρχουν πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις και αυτό, για τα άτομα με προδιάθεση για ψυχικές ασθένειες σημαίνει πως ο Χειμώνας είναι μια περίοδος απομόνωσης.
Με την έλευση της Άνοιξης, αυτό το «κάλυμμα» παύει να υπάρχει και η «ασφάλεια» του Χειμώνα καταρρέει. Χωρίς τους κατάλληλους μηχανισμούς αντιμετώπισης ή φαρμακευτικής αγωγής, η Άνοιξη για πολλούς καθίσταται μια εποχή η οποία επιφέρει δυσφορία.
Επιπλέον, σύμφωνα με μελέτες, φαίνεται να υπάρχει διαφορά στη σεροτονινεργική λειτουργία μεταξύ ατόμων που παρουσιάζουν κατάθλιψη την άνοιξη ή το φθινόπωρο σε σύγκριση με άτομα που παρουσιάζουν κατάθλιψη το χειμώνα ή το καλοκαίρι. Πολλές δε διαταραχές της διάθεσης, όπως η διπολική διαταραχή τύπου Ι και τύπου ΙΙ, έχουν εποχιακό πρότυπο/μοτίβο υποτροπής με ποσοστό 49% και 19% αντίστοιχα.
Αυτό δείχνει πως η εποχιακή διαταραχή διάθεσης περιλαμβάνει σοβαρές περιπτώσεις υποτροπιάζουσας κατάθλιψης και διπολικής διαταραχής.
Επίσης, ως προς τα συμπτώματα, φαίνεται πως τα άτομα των οποίων η κατάθλιψη υποτροπιάζει κατά τους χειμερινούς μήνες, παρουσιάζουν αυξητική τάση για υδατάνθρακες και υπερυπνία, σε αντίθεση με την ανοιξιάτική υποτροπή όπου παρατηρείται μειωμένη όρεξη και αϋπνία. Ωστόσο υπάρχουν μηχανισμοί αντιμετώπισης και δράσεις με τις οποίες μπορεί κάποιος να βοηθηθεί.
Για παράδειγμα μπορεί να είναι βοηθητικό το να κρατά κανείς ένα ημερολόγιο σημειώνοντας τα συμπτώματα, το πότε αυτά ξεκινούν και συγκεκριμένα αίτια που μπορεί να τα πυροδοτούν, συμπεριλαμβανομένων των καιρικών αλλαγών.
Επίσης, αρκετοί άνθρωποι βρίσκουν χρήσιμη τη βοήθεια από ομότιμους, κατά αυτόν τον τρόπο, έρχονται κοντά με άτομα που έχουν τις ίδιες εμπειρίες. Επίσης, οι τακτικές διατροφικές συνήθειες θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά στη διάθεση διατηρώντας τα επίπεδα ενέργειας φυσιολογικά. Η σωματική άσκηση και ο διαλογισμός είναι και αυτές εξίσου βοηθητικές τεχνικές αντιμετώπισης.
Τέλος, εάν τα συμπτώματα επιμένουν, τότε ίσως είναι καλύτερα να απευθυνθεί κανείς σε έναν ειδικό ψυχικής υγείας, έτσι ώστε να γίνει μια κλινική αξιολόγηση της κατάστασης και να δοθούν ανάλογες κατευθυντήριες οδηγίες για τη διάγνωση και τη θεραπεία της διαταραχής.