Η πορνογραφία είναι ένα θέμα που έχει πάρει υπερβολικές διαστάσεις.
Οι αντίπαλοι της άποψης αυτής πρεσβεύουν ότι μπορεί να καταστρέψει γάμους, να οδηγήσει σε εθισμό στο σεξ ή σε άλλες μη υγιείς συμπεριφορές και να ενθαρρύνει τη σεξουαλική επιθετικότητα. Οι υποστηρικτές ισχυρίζονται ότι μπορεί να ενισχύσει την ερωτική ζωή, να προσφέρει μια ασφαλή διέξοδο ψυχαγωγίας και μάλλον να μειώσει το ενδεχόμενο σεξουαλικής επίθεσης. (Όταν π.χ. νομιμοποιήθηκε η πορνογραφία στη Δανία το 1969, οι ερευνητές κατέγραψαν μια αντίστοιχη μείωση στα περιστατικά σεξουαλικής βίας).
Με κάποιο τρόπο και οι 2 οι απόψεις είναι συζητήσιμες: είτε θεωρείται ηθικό, είτε όχι, το γεγονός είναι ότι στους ανθρώπους αρέσει το πορνό. Διάφορες διεθνείς μελέτες έχουν ορίσει τα ποσοστά αυτών που καταναλώνουν πορνογραφικό υλικό ως εξής: 50-99% για τους άνδρες και 30-86% για τις γυναίκες, σύμφωνα με τον Ψυχολόγο Gert Martin Hald PhD και τους συνεργάτες του στο εγχειρίδιο σεξολογίας και ψυχολογίας του Aμερικανικού Ψυχολογικού Συλλόγου (APA).
“Πρακτικά, το πορνό είναι παντού παρόν,” λέει η Ana Bridges PhD, ψυχολόγος στο πανεπιστήμιο του Arkansas. Και το ιντερνέτ έχεI διευκολύνει αρκετά αν θέλει κανείς να πάρει μια δόση σεξ. Ο σεξολόγος Alvin Cooper PhD, σημείωσε τρεις παράγοντες που προσφέρει το internet ώστε να έχουμε στη διάθεσή μας κάθε είδους σεξουαλικό περιεχόμενο: την προσβασιμότητα, την προσιτότητα και την ανωνυμία.
Πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι αυτό είναι πολύ καλό. Σε μια μελέτη που έλαβε χώρα το 2002 για το Kinsey Institute για την έρευνα γύρω από το σεξ, το φύλο και την αναπαραγωγή στο Indiana University, το 86% των συμμετεχόντων είπαν ότι το πορνό εκπαιδεύει τους ανθρώπους και το 72% είπε ότι τους προσφέρει μια ουδέτερη και μη καταστροφική διέξοδο για τις φαντασιώσεις τους. Ανάμεσα σε αυτούς που ανέφεραν ότι χρησιμοποιούν πορνογραφικό υλικό, το 80% δήλωσε ότι νιώθει άνετα γι αυτό.
“Υπάρχουν πολλοί που χρησιμοποιούν αρκετά το πορνό στη ζωή τους και δεν έχουν προβλήματα με αυτό,” λέει ο Erick Janssen PhD και διάσημος ψυχολόγος στο Kinsey Institute. “Άραγε πότε γίνεται εξάρτηση;”
Αυτή, φυσικά, είναι μια ερώτηση-κλειδί για τους ερευνητές που προσπαθούν να κατανοήσουν τη σκοτεινή πλευρά της πορνογραφίας.
Οι σχέσεις στην πραγματική ζωή
Πολλοί ενήλικες που βλέπουν κατά κόρον ταινίες πορνό δε φαίνεται να υποφέρουν από συμπτώματα ασθένειας, ωστόσο το πορνό μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα για άλλους. Η μελέτη του Kinsey Institute βρήκε ότι το 9% των θεατών πορνό είπαν ότι είχαν προσπαθήσει στο παρελθόν να σταματήσουν, αλλά ανεπιτυχώς.
Όταν η χρήση πορνογραφικού υλικού ξεπερνά το όριο, οι ρομαντικές σχέσεις μπορούν να πληγούν. Ο Destin Stewart PhD και ο Dawn Szymanski PhD από το πανεπιστήμιο του Tennessee, στο Knoxville, μελέτησαν γυναίκες φοιτήτριες και βρήκαν ότι αυτές που αντιλήφθηκαν ότι οι άντρες τους έκαναν υπερβολική χρήση πορνό, βίωσαν χαμηλότερη αυτοεκτίμηση, φτωχότερη ποιότητα σχέσης και φτωχότερη σεξουαλική ικανοποίηση (Sex Roles, 2012).
Όμως, δεν είναι πάντα τόσο απλό. Σε μια έρευνα το 2013, ερευνητές από το Brigham Young University και το University of Missouri μελέτησαν ετεροφυλόφιλα ζευγάρια που ήταν παντρεμένα ή συζούσαν και βρήκαν ότι η χρήση πορνό από τους άντρες ήταν συνδεδεμένη με χαμηλότερη ποιότητα σεξουαλικής επαφής εξίσου για τους. Η χρήση πορνό από τις γυναίκες, παρόλα αυτά, συνδέθηκε με βελτιωμένη ποιότητα σεξουαλικών επαφών για αυτές (Journal of Sex Research, 2013).
Οι Bridges και Patricia Morokoff PhD, ανέφεραν παρόμοια ευρήματα: Όταν οι άντρες έβλεπαν πορνό, ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα σεξουαλικής οικειότητας στις σχέσεις τους στην πραγματική ζωή. Όταν οι γυναίκες έβλεπαν πορνό, παρόλα αυτά, η οικειότητα αυξανόταν (Personal Relationships, 2011).
Η Bridges τονίζει 2 πιθανές εξηγήσεις γι αυτό το εύρημα. Αρχικά, λέει, ενώ οι άντρες συνήθως βλέπουν ταινίες πορνό μόνοι τους, οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να δουν με τους συντρόφους τους μαζί, με τρόπο που να μοιράζονται μια κοινή σεξουαλική εμπειρία. “Αυτό είναι κάτι που ενσωματώνουν στη σεξουαλική τελετουργία,” αναφέρει η ερευνήτρια.
Επίσης, οι άντρες και οι γυναίκες τυπικά χρησιμοποιούν διαφορετικούς τύπους πορνογραφικού υλικού. Οι άντρες είναι πιο πιθανό να βλέπουν βίντεο που να δείχνουν σεξουαλικές πράξεις χωρίς κάποιο σενάριο. “Μπορεί ακόμη και να μη φαίνεται κανένα πρόσωπο,” δηλώνει η ερευνήτρια. Οι γυναίκες, ωστόσο, συνηθίζουν να βλέπουν πορνοτανίες με ζευγάρια, με συγκεκριμένο σενάριο και πιο ‘’μαλακές σκηνές’’. “Όταν σε ένα ζευγάρι βλέπουν και οι 2 πορνό, προτιμούν ταινίες όπου και οι 2 ηθοποιοί είναι περισσότερο ισότιμοι συμμετέχοντες στην ερωτική πράξη”, λέει η Bridges.
Παρόλο που κάποια ζευγάρια φαίνεται να επωφελούνται από τη χρήση πορνογραφικού υλικού, αυτό δε συμβαίνει για τον καθένα. Όταν ο ένας σύντροφος κάνει χρήση με μια υψηλή συχνότητα- η ερευνήτρια έχει μελετήσει ότι συνήθως είναι οι άντρες αυτοί που το κάνουν στις ετροφυλόφιλες σχέσεις- υπάρχει συνήθως μια τάση συναισθηματικής απόσυρσης από τη σχέση. Οι άντρες αυτοί αναφέρουν “αυξημένη μυστικοπάθεια, λιγότερη οικειότητα και προφανώς πιο έντονα συμπτώματα κατάθλιψης,” αναφέρει η ερευνήτρια.
Παρόλα αυτά, δεν είναι ξεκάθαρο αν το αβγό έκανε την κότα ή η κότα το αβγό. Ένας άνθρωπος αρχίζει και ασχολείται υπερβολικά με πορνογραφία επειδή βρίσκεται ήδη σε μια μη ικανοποιητική σχέση? Ή οι γυναίκες απομακρύνονται από τους άντρες τους και χάνουν το ενδιαφέρον τους για το σεξ όταν ανακαλύπτουν ότι ο σύντροφός τους ξοδεύει αρκετό χρόνο σε πορνοταινίες;
Η Bridges ισχυρίζεται ότι είναι πιθανά και τα 2 τα σενάρια, βασιζόμενη στα ζευγάρια τα οποία ερωτήθηκαν. Και, πράγματι, τα 2 αυτά σενάρια αλληλοσυμπληρώνονται. Εάν ένα ζευγάρι περνά μια περίοδο χωρίς σεξουαλικές επαφές, ο άντρας μπορεί να βλέπει περισσότερες ταινίες πορνό προκειμένου να αναπληρώσει το κενό. Ορισμένες γυναίκες ίσως νιώσουν υπό απειλή ή σύγχυση με την κατάσταση αυτή. Συχνά αναφέρουν ότι αισθάνονται λιγότερο γοητευτικές, σαν να μην μπορούν καθόλου να συγκριθούν με τις πορνοσταρ. Το αποτέλεσμα: λιγότερο σεξ και περισσότερες πορνοταινίες: η σχέση τους συνεχώς παραπαίει.
Η Bridges δοκιμάζει κάποιες παρεμβάσεις για να βοηθήσει άντρες που παρουσιάζουν υπερβολική χρήση πορνογραφίας, κυρίως μέσω γνωστικοσυμπεριφοριστικών τεχνικών. Τελικά, ελπίζει να αναπτύξει μια θεραπεία ζευγαριών η οποία θα βοηθά και τους 2 συντρόφους να κατανοεί ο ένας τον άλλον- ανεξάρτητα από το αν θα βλέπουν ή όχι ταινίες πορνό.
Εξάρτηση από την αγάπη;
Οι σχέσεις δεν αποτελούν το μόνο πεδίο το οποίο βλάπτει η εμμονική κατανάλωση πορνογραφικού υλικού. Οι ψυχολόγοι περιγράφουν αναφορές ανθρώπων που δεν έχουν εκδοθεί και στις οποίες παραδέχονται ότι έχασαν τις δουλειές τους, επειδή δεν μπορούσαν να ελέγξουν την ορμή τους να επισκέπτονται πορνογραφικές ιστοσελίδες εν ώρα εργασίας, για παράδειγμα. “Όταν η χρήση πορνό γίνεται τόσο έντονη σε διάρκεια και σε συχνότητα, αρχίζει και επιδρά και στους υπόλοιπους τομείς της ζωής ενός ατόμου,” λέει η Bridges.
Παρόλα αυτά, οι ειδικοί διαφωνούν γύρω από το πώς τα ταξινομείται και ορίζεται η υπερβολική χρήση πορνό. “Δεν είμαστε ακόμα απόλυτα σίγουροι πώς περιγράφεται η συμπεριφορά αυτή,” λέει η Bridges.
Όταν ήταν έτοιμο το προσχέδιο της 5ης έκδοσης του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχιατρικών Διαταραχών (DSM-5), οι ειδικοί πρότειναν μια διαγνωστική εξάρτηση εν ονόματι υπερσεξουαλική διαταραχή, η οποία εμπεριέχει σαν υποκατηγορία την πορνογραφία. Στο τέλος όμως, οι ερευνητές αποφάσισαν ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για να συμπεριλάβουν την υπερσεξουαλική διαταραχή ή τις υποκατηγορίες της στην έκδοση του 2013.
Αν η εμμονική χρήση πορνό δεν αποτελεί μια υπερσεξουαλική διαταραχή, τότε μήπως μπορεί να θεωρηθεί μια εξάρτηση , σαν την εξάρτηση από τις ουσίες ή το αλκοόλ; Αυτό ακριβώς ερευνά η Valerie Voon MD, PhD, νευροψυχίατρος στο University of Cambridge. Μέσω της απεικόνισης του εγκεφάλου συστηματικών χρηστών πορνό με την τεχνική MRI και ενόσω παρακολουθούν ερωτικές σκηνές, εξετάζει εάν επιδεικνύουν μοτίβα εγκεφαλικής δραστηριότητας παρόμοια με αυτά των ουσιοεξαρτημένων τη στιγμή που κοιτούν ποτήρια μπύρας ή σύνεργα για την παρασκευή ναρκωτικών.
Μέχρι στιγμής, ο εγκέφαλος ενός ψυχαναγκαστικού χρήστη πορνό μοιάζει με τον εγκέφαλο ενός αλκοολικού που βλέπει μια διαφήμιση για ένα ποτό, αναφέρει η Voon σε ένα αγγλικό ντοκιμαντέρ του 2013, που λέγεται “Πορνό στον Εγκέφαλο”.
Παρά τα πρώιμα ευρήματά της, η Voon λέει ότι μάλλον είναι πολύ νωρίς για να βάλουμε σε μια κατηγορία τους μανιακούς χρήστες πορνό και τους ανθρώπους που πάσχουν από προβλήματα με ουσίες ή αλκοόλ. “Χρειαζόμαστε περισσότερες έρευνες για να δηλώσουμε με σαφήνεια ότι αυτό είναι μια εξάρτηση,” λέει. Μια άλλη έρευνα κατέληξε στα αντίθετα αποτελέσματα.
Η Nicole Prause PhD, ερευνήτρια στον τομέα της ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο της California, στο Los Angeles και οι συνεργάτες της μελέτησαν πρόσφατα την εγκεφαλική δραστηριότητα σε ανθρώπους που δυσκολεύονται να μετριάσουν την κατανάλωση πορνογραφικού υλικού. Η Prause χρησιμοποίησε το εγκεφαλογράφημα για να μετρήσει μια δραστηριότητα του εγκεφάλου γνωστή ως P300, η οποία αποτελεί συστατικό της ηλεκτρικής εγκεφαλικής κίνησης που συμβαίνει σε περίπου 300 κλάσματα του δευτερολέπτου μετά τη θέαση ενός ερεθίσματος. Η δραστηριότητα αυτή αυξάνεται όταν οι άνθρωποι είναι συναισθηματικά δεμένοι με το ερέθισμα αυτό. Όταν οι ουσιοεξαρτημένοι δουν εικόνες που σχετίζονται με ουσίες, επιδεικνύουν έναν σαφή χτύπο/παλμό στην τιμή του Ρ300. Η Prause χρησιμοποίησε 3 διαφορετικές διαβαθμίσεις για να αναγνωρίσει άτομα με υπερσεξουαλικά προβλήματα. Στη συνέχεια, τους έδειξε μια ποικιλία από εικόνες, περικλείοντας και ερωτικές. Προέβλεψε ότι θα έβλεπε την εξής αντίδραση: αυτοί που ανέφεραν μεγαλύτερη δυσκολία ελέγχου της χρήσης πορνό θα βίωναν μεγαλύτερη ένταση στην τιμή Ρ300. “Ειλικρινά, σκέφτηκα ότι αυτό θα ήταν ένα άμεσο και εύκολο εύρημα,” αναφέρει η ερευνήτρια.
Με έκπληξη διαπίστωσε ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Οι άνθρωποι που ανέφεραν μεγαλύτερα προβλήματα στον έλεγχο της χρήσης πορνό δεν είχαν εμφανή αλλαγή στην τιμή του Ρ300 που σχετίζεται με το επίπεδο των σεξουαλικών προβλημάτων τους, είτε έβλεπαν εικόνες πορνό είτε ουδέτερου περιεχομένου, όπως φαγητό ή άτομα να κάνουν σκι (Socioaffective Neuroscience & Psychology, 2013). “Τα ευρήματά μας δεν υποδεικνύουν όλες τις παραπάνω συμπεριφορές ως εξαρτήσεις”.
Εν τω μεταξύ, μια μελέτη του 2013 από ερευνητές του πανεπιστημίου του Leicester στο Ηνωμένο Βασίλειο προτείνει ότι η τάση να βλέπουμε πορνό είναι περισσότερο εμμονή παρά εξάρτηση. Σε μια μελέτη της χρήσης πορνό με συμμετέχοντες 226 άντρες, οι ερευνητές βρήκαν ότι κάποια χαρακτηριστικά, όπως η νεύρωση, η τερπνότητα, η ευσυνειδησία και οι συμπεριφορές ψυχαναγκαστικού ελέγχου συσχετίστηκαν με μεγάλη χρήση πορνογραφικού υλικού (Journal of Sex & Marital Therapy, 2013). Οι άντρες που έχουν δυσκολία να αντισταθούν στο δέλεαρ των πορνογραφικών ιστοσελίδων ίσως απλά έχουν τέτοιες διαθέσεις που τους κάνουν πιο ευάλωτους σε παθολογίες γενικότερα, συμπεραίνουν οι ερευνητές.
Εξασφαλίζοντας αποτελεσματική θεραπεία
Δεν έχει νόημα να βάλουμε ετικέτες σε συνήθειες που έχουν να κάνουν με το πορνό. Η κατανόηση του αιτίου τέτοιων συμπεριφορών είναι ένα απαραίτητο βήμα προς το σχεδιασμό αποτελεσματικών θεραπειών για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να ελέγξουν την ορμή αυτή.
Ενώ η επιστήμη είναι ακόμη μακριά από την αναζήτηση αυτή, κάποια θεραπευτικά προγράμματα συνεχίζουν να στηρίζουν την άποψη ότι η χρήση πορνογραφίας είναι μια μορφή εξάρτησης. “Υπάρχει μια φοβερή βιομηχανία θεραπειών που θα ήθελε να θεωρείται ασθένεια η ενασχόληση με το πορνό— κάτι που θα ανάγκαζε τους ανθρώπους να αναζητήσουν θεραπεία,” σημειώνει η Prause.
Αλλά το να προμοτάρουμε σίγουρες θεραπείες μάλλον είναι λάθος. “Μπορείτε να βλάψετε τους ασθενείς χρησιμοποιώντας θεραπευτικά μοντέλα που δεν υποστηρίζονται από ερευνητική εργασία,” δηλώνει η Prause.
Είτε είναι η πορνογραφία μια εξάρτηση που μπορεί να διαγνωσθεί είτε όχι, είναι ξεκάθαρο ότι βλάπτει κάποιους ανθρώπους. Γι αυτούς, δεν υπάρχουν στοιχεία για το πόσο καλά να ελέγξουν αυτή τη συμπεριφορά. “Υπάρχει μια πραγματική έλλειψη θεραπευτικού υλικού βασισμένου σε αποδείξεις,” κατά τη Voon.
Λίγοι είναι οι ερευνητές εκείνοι που εργάζονται για να καλύψουν το κενό αυτό της γνώσης, αλλά δεν είναι εύκολο να ασχολείται κανείς με αυτό το πεδίο έρευνας. “Η πορνογραφία αποτελεί ένα πολιτικοποιημένο και ευαίσθητο κεφάλαιο,” σημειώνει Janssen. “Είναι δύσκολο να βρεθεί χρηματοδότηση για την έρευνα γύρω από τη σεξουαλική συμπεριφορά γενικότερα, εκτός και αν πρόκειται για σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες.”
Η Prause έχει βιώσει τη δυσκολία αυτή από πρώτο χέρι. Ενώ η ίδια προσπαθούσε να αλλάξει τα πράγματα, οι διάφορες εταιρίες χρηματοδότησης αντιμετώπιζαν το σεξ με ταμπού. “Είναι δύσκολο να το πάρουν στα σοβαρά το όλο εγχείρημα,” ισχυρίζεται. “Κρίμα, διότι είναι μια ολόκληρη επιστήμη, όπως οποιαδήποτε άλλη.”
Πηγή: Monitor in Psychology
Eπιμέλεια άρθρου: Ίριδα Παναγιωτοπούλου, Ψυχολόγος – Ειδική Παιδαγωγός