Ορισμένοι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους αποτελεσματικά, τα οποία ενδεχομένως να τους οδηγήσουν σε συμπεριφορές αυτοτραυματισμού, κατάχρησης αλκοόλ ή υπερβολικής κατανάλωσης φαγητού με στόχο την αποφυγή αντιμετώπισής τους.
Η διαχείριση των συναισθημάτων μας είναι κάτι που όλοι κάνουμε σε καθημερινή βάση στη ζωή μας. Αυτή η ψυχολογική διαδικασία σημαίνει πως είμαστε ικανοί να διαχειριστούμε το πως αισθανόμαστε αλλά και το πως εκφράζουμε τα συναισθήματά μας στις καταστάσεις που προκύπτουν.
Ωστόσο, ορισμένοι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους αποτελεσματικά, βιώνοντας δύσκολα και έντονα συναισθήματα, τα οποία ενδεχομένως να τους οδηγήσουν σε συμπεριφορές αυτοτραυματισμού, κατάχρησης αλκοόλ ή υπερβολικής κατανάλωσης φαγητού με στόχο την αποφυγή αντιμετώπισής τους.
Υπάρχουν κάποιες στρατηγικές αντιμετώπισης που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να διαχειριστούμε τα συναισθήματά μας, όπως είναι η επαναξιολόγηση (αλλάζοντας τον τρόπο που αισθανόμαστε για κάτι) και η ανάπτυξη προσοχής (στρέφοντας την προσοχή μας από μία σκέψη σε κάποια άλλη). Τα νευρικά συστήματα που είναι υπεύθυνα για αυτές τις στρατηγικές βρίσκονται στον προμετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου. Ωστόσο, η δυσλειτουργία αυτών των νευρικών συστημάτων μπορεί να σημαίνει ότι ένα άτομο δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά τα συναισθήματά του.
Η δυσλειτουργία των συναισθημάτων δεν συμβαίνει μόνο όταν ο εγκέφαλος αμελεί να χρησιμοποιήσει τις στρατηγικές αντιμετώπισης. Περιλαμβάνει τις ανεπιτυχείς προσπάθειες του εγκεφάλου να μειώσει τα ανεπιθύμητα συναισθήματα, καθώς και την αντιπαραγωγική χρήση στρατηγικών, το κόστος των οποίων υπερβαίνει τα βραχυπρόθεσμα οφέλη της απάλυνσης ενός έντονου συναισθήματος. Για παράδειγμα, η αποφυγή του άγχους με το μη άνοιγμα λογαριασμών μπορεί να κάνει κάποιον να αισθάνεται καλύτερα βραχυπρόθεσμα, όμως συνοδεύεται με το μακροπρόθεσμο άγχος αυξανόμενων χρεώσεων.
Αυτές οι αποτυχημένες προσπάθειες διαχείρισης και μη παραγωγικής χρήσης των στρατηγικών αντιμετώπισης των συναισθημάτων είναι βασικό χαρακτηριστικό πολλών ψυχικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένου του άγχους και των διαταραχών της διάθεσης. Ωστόσο, δεν υπάρχει μία απλή αιτία για τη δυσλειτουργία που εμφανίζουν αυτές οι παθήσεις. Στην πραγματικότητα, η έρευνα έχει βρει διάφορες αιτίες.
Διαβάστε σχετικά: Κατανοώντας την λειτουργία του άγχους
1. Δυσλειτουργικά νευρικά συστήματα
Στις αγχώδεις διαταραχές, η δυσλειτουργία των συναισθηματικών συστημάτων του εγκεφάλου συνδέεται με συναισθηματικές αντιδράσεις με πολύ μεγαλύτερη ένταση από τα συνηθισμένα επίπεδα, καθώς και με αυξημένο κίνδυνο απειλής και αρνητικής άποψης για τον κόσμο. Αυτά τα χαρακτηριστικά επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των στρατηγικών για τη συναισθηματική διαχείριση και καταλήγουν σε υπερβολική εξάρτηση από μη αποτελεσματικές στρατηγικές αντιμετώπισης όπως η αποφυγή ή η προσπάθεια καταστολής των συναισθημάτων.
Στους εγκεφάλους των ατόμων με αγχώδεις διαταραχές, το σύστημα που υποστηρίζει τη διαδικασία επαναξιολόγησης δεν λειτουργεί ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Μέρη του προμετωπιαίου φλοιού επιδεικνύουν μικρότερη ενεργοποίηση όταν χρησιμοποιείται αυτή η στρατηγική, σε σύγκριση με ανθρώπους που δεν εμφανίζουν αγχώδεις διαταραχές.
Στην πραγματικότητα, όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα των συμπτωμάτων άγχους, τόσο μικρότερη ενεργοποίηση παρατηρείται σε αυτές τις περιοχές του εγκεφάλου. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο έντονα τα συμπτώματα, τόσο πιο δύσκολο είναι να μπουν σε διαδικασία επαναξιολόγησης δύσκολων καταστάσεων που αντιμετωπίζουν.
Ομοίως, εκείνοι με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή παρουσιάζουν αδυναμία να να αντιμετωπίσουν τα συναισθήματά τους, με αποτέλεσμα να βιώνουν παρατεταμένες περιόδους κακής διάθεσης, δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν τον γνωστικό έλεγχο για να διαχειριστούν αρνητικά συναισθήματα και να μειώσουν τη συναισθηματική ένταση.
Αυτό οφείλεται σε νευροβιολογικές διαφορές, όπως μειωμένη πυκνότητα της ‘γκρίζας ύλης’ και μειωμένος όγκος του προμετωπιαίου φλοιού του εγκεφάλου. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της ρύθμισης των συναισθημάτων, οι άνθρωποι με κατάθλιψη δείχνουν μικρότερη εγκεφαλική ενεργοποίηση και μεταβολισμό σε αυτήν την περιοχή.
Επίσης τα άτομα με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή εμφανίζουν μερικές φορές λιγότερο αποτελεσματική λειτουργία στα συστήματα κινήτρων του εγκεφάλου – ένα δίκτυο νευρικών συνδέσεων το οποίο εκτείνεται από το κοιλιακό ραβδωτό σώμα που βρίσκεται στη μέση του εγκεφάλου έως και τον προμετωπιαίο φλοιό. Αυτό μπορεί να εξηγεί τη δυσκολία τους να ρυθμίζουν τα θετικά συναισθήματα (γνωστά ως “ανηδονία”) που οδηγεί σε ανικανότητα απόλαυσης της ευχαρίστησης και έλλειψης κινήτρων για τη ζωή.
2. Λιγότερο αποτελεσματικές στρατηγικές
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές ικανότητες ως προς τη χρήση στρατηγικών αντιμετώπισης. Αλλά για ορισμένους απλά δεν λειτουργούν καθόλου. Είναι πιθανό τα άτομα με αγχώδεις διαταραχές να θεωρούν την επαναξιολόγηση λιγότερο αποτελεσματική στρατηγική λόγω της προκατάληψης να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στις αρνητικές και στις απειλητικές πληροφορίες. Αυτό μπορεί να τους εμποδίσει να καταλήξουν σε πιο θετικές αντιλήψεις για μια κατάσταση, η οποία είναι και μια βασική πτυχή της επαναξιολόγησης.
Διαβάστε σχετικά: Δύο αλήθειες για τη φύση των διαταραχών άγχους
3. Δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές
Παρόλο που οι δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές μπορεί να κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται καλύτερα βραχυπρόθεσμα, συνοδεύονται με το μακροπρόθεσμο κόστος διατήρησης του άγχους και των διαταραχών της διάθεσης. Οι αγχωτικοί άνθρωποι βασίζονται περισσότερο σε δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές όπως η καταστολή (προσπαθούν να εμποδίσουν ή να κρύψουν τις συναισθηματικές αντιδράσεις τους) και λιγότερο στις στρατηγικές προσαρμογής όπως η επαναξιολόγηση.
Αν και οι έρευνες για αυτό το θέμα είναι σε εξέλιξη, πιστεύεται ότι κατά τη διάρκεια έντονων συναισθηματικών εμπειριών, αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι πολύ δύσκολο να απεμπλακούν (ένα απαραίτητο πρώτο βήμα στην επαναξιολόγηση) έτσι στρέφονται προς τη δυσπροσαρμοστική καταστολή.
Η χρήση δυσπροσαρμοστικών στρατηγικών όπως η καταστολή και ο μηρυκασμός (όπου οι άνθρωποι έχουν επαναλαμβανόμενες αρνητικές και υποτιμητικές σκέψεις για τον εαυτό τους) είναι επίσης κοινό χαρακτηριστικό στη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Σε συνδυασμό με δυσκολίες στη χρήση στρατηγικών προσαρμογής όπως η επαναξιολόγηση, παρατείνουν και επιδεινώνουν την κατάθλιψη. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι που έχουν μείζονα καταθλιπτική διαταραχή είναι ακόμη λιγότερο ικανοί να χρησιμοποιήσουν την επαναξιολόγηση κατά τη διάρκεια ενός καταθλιπτικού επεισοδίου.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι διαταραχές της διάθεσης δεν προέρχονται μόνο από νευρικές ανωμαλίες. Η έρευνα υποδηλώνει ότι ένας συνδυασμός φυσιολογίας του εγκεφάλου, ψυχολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων συνεισφέρουν στην εμφάνιση διαταραχών και τη συντήρησή τους.
Ενώ οι ερευνητές υπόσχονται νέες θεραπείες, απλές τεχνικές μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να απαλύνουν την επιρροή των αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων που έχουν στη διάθεσή τους. Θετικές δραστηριότητες όπως η έκφραση ευγνωμοσύνης, η ανταλλαγή καλοσύνης και η ανάδειξη των θετικών στοιχείων του χαρακτήρα βοηθούν.
Πηγή: medicalxpress.com
Απόδοση: Άννα Μπαρδακά
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*