PsychologyNow Team

Θέλετε να Διαχειριστείτε Καλύτερα το Άγχος; Ακούστε το Σώμα σας

Θέλετε να Διαχειριστείτε Καλύτερα το Άγχος; Ακούστε το Σώμα σας

PsychologyNow Team

Για να διαχειριστείτε αποτελεσματικότερα το άγχος και τις αντιξοότητες που προκαλεί, θα πρέπει μάλλον να δώσετε μεγαλύτερη προσοχή στο τι συμβαίνει μέσα στο σώμα σας, σύμφωνα με μια συναρπαστική νέα μελέτη του εγκεφάλου για την ανθεκτικότητα που δείχνει και γιατί ορισμένοι άνθρωποι φαίνεται να δείχνουν περισσότερη ανθεκτικότητα από ό,τι άλλοι.


Ζούμε σε δύσκολους καιρούς. Οι ανησυχίες για την κατάσταση του κόσμου μας, την ασφάλειά μας, τα οικονομικά μας, την υγεία και για όλα αυτά που βιώνουμε συνεχώς, μπορούν να μας οδηγήσουν σε διάφορες φυσιολογικές και ψυχολογικές αντιδράσεις.

«Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το άγχος, βιώνουμε αλλαγές στο σώμα μας, είτε πρόκειται να δώσουμε μια ομιλία μπροστά σε εκατό ανθρώπους είτε νιώθοντας πίεση για να πάρουμε ένα δεύτερο χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες», δήλωσε η Lori Haase, κλινική καθηγήτρια της ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. Οι ρυθμοί της καρδιάς μας αυξάνονται, η αναπνοή μας γίνεται σύντομη και τα επίπεδα της αδρεναλίνης και άλλων στρεσσογόνων χημικών στο αίμα μας, ανεβαίνουν στα ύψη.

Ενώ αυτή η αντίδραση στο στρες μπορεί να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, η κατάσταση μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τον έλεγχο. Παραμένοντας σε μια κατάσταση αυξημένης εγρήγορσης, υπονομεύουμε τη σωματική και τη πνευματική μας απόδοση. Έτσι, ενώ τα σώματά μας θα πρέπει να ανταποκρίνονται στους κινδύνους και τις ανησυχίες, οι αγχωτικές αντιδράσεις μας, επίσης, θα πρέπει να διαλύονται στη συνέχεια το συντομότερο δυνατόν.

Σε αυτό το σημείο είναι που χρειάζεται η ανθεκτικότητα. Από επιστημονική άποψη, η ανθεκτικότητα είναι η ικανότητα να επιστρέψουμε γρήγορα στη κανονική μας κατάσταση, τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά, μετά από ένα αγχωτικό γεγονός.

Οι επιστήμονες γνωρίζουν από καιρό ότι μερικοί άνθρωποι είναι πιο ανθεκτικοί από ό,τι άλλοι, αλλά δεν γνωρίζουν ακριβώς τον λόγο. Τα τελευταία χρόνια, η Δρ Haase και οι συνεργάτες της, έχουν αρχίσει να σκέπτονται ότι ένα μέρος της απάντησης μπορεί να αφορά στο αν και πώς οι άνθρωποι ακούν το σώμα τους.

Για να καταλήξουν στο συμπέρασμα αυτό, οι ερευνητές εξέτασαν πώς οι δρομείς των ανώμαλων δρόμων και οι στρατιώτες ειδικών επιχειρήσεων, αναπτύσσουν ανθεκτικότητα για την αντιμετώπιση των συχνών και συχνά ακραίων φυσικών και συναισθηματικών απαιτήσεων της εργασίας τους. Οι ερευνητές είχαν ζητήσει από τους άνδρες και τις γυναίκες να καταγράψουν τις κινήσεις στον εγκέφαλό τους, ενώ φορούσαν μάσκες προσώπου. Στη συνέχεια, όταν οι ερευνητές άγγιζαν ένα κουμπί, οι εθελοντές δυσκολεύονταν να αναπνεύσουν, συνθήκη που ο εγκέφαλος και το σώμα βρίσκουν αρκετά αγχωτική.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν σύντομα ένα κοινό μοτίβο εγκεφαλικής δραστηριότητας μεταξύ αυτών των εθελοντών. Τμήματα του εγκεφάλου τους που λάμβαναν και επεξεργάζονταν τα σήματα από το σώμα, όπως οι αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό ή την αναπνοή, ήταν πολύ δραστήρια όταν οι εθελοντές πίστευαν ότι οι μάσκες τους ήταν έτοιμες να κλείσουν. Όμως, παρά την υψηλή επίγνωση, η ροή των μηνυμάτων από τα τμήματα του εγκεφάλου σε περιοχές που εντείνουν τη σωματική διέγερση, ήταν αρκετά μικρή.

Με άλλα λόγια, οι εγκέφαλοι αυτών των άριστα καταρτισμένων ανδρών και γυναικών παρακολουθούσαν στενά τις απαρχές του σωματικού πανικού, αλλά μετρίαζαν την απάντηση. Βίωναν άγχος, αλλά δεν αντιδρούσαν υπερβολικά. Ήταν ανθεκτικοί σωματικά και ψυχικά.

Φυσικά όμως, ήταν ειδικές περιπτώσεις και σίγουρα οι περισσότεροι από εμάς δεν είμαστε κορυφαίοι επαγγελματίες αθλητές ή εξειδικευμένοι στρατιώτες.

Έτσι, για τη νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε αυτό το μήνα στο επιστημονικό περιοδικό Biological Psychology, οι ίδιοι ερευνητές ζήτησαν από 48 υγιείς ενηλίκους να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με την τυπική προσωπική τους αντίληψη για τη συναισθηματική και τη φυσική αντοχή τους. Με βάση τις βαθμολογίες τους, οι επιστήμονες τους αξιολογούσαν ως έχοντες υψηλή, μέση ή χαμηλή ανθεκτικότητα.

Στη συνέχεια σάρωσαν τους εγκεφάλους των ανδρών και των γυναικών, ενώ οι εθελοντές φορούσαν το ίδιο είδος μάσκας προσώπου που οι αθλητές και οι στρατιώτες είχαν φορέσει στο προηγούμενο πείραμα και, σαν κι αυτούς, υποβλήθηκαν σε περιοδικές στιγμές δύσπνοιας.

Οι άνθρωποι των οποίων οι βαθμολογίες είχαν δείξει ότι διέθεταν εξαιρετικά ανθεκτική δραστηριότητα του εγκεφάλου, εμφάνιζαν αποτελέσματα πολύ παρόμοια με εκείνα των επαγγελματικών αθλητών και των στρατιωτών, όπως ίσχυε, σε μικρότερο βαθμό, για τα άτομα με μέση αντοχή/ανθεκτικότητα.

Αλλά οι εγκέφαλοι αυτών των ανθρώπων με χαμηλή βαθμολογία ανθεκτικότητας συμπεριφέρθηκαν σχεδόν με τον αντίθετο τρόπο. Όταν οι μάσκες τους βρίσκονταν στο όριο  να κλείσουν, αυτοί εμφάνιζαν εκπληκτικά μικρή δραστηριότητα σε εκείνα τα τμήματα του εγκεφάλου που ελέγχουν τα σήματα από το σώμα. Και στη συνέχεια, όταν είχε γίνει δύσκολο να αναπνεύσουν, έδειξαν υψηλή ενεργοποίηση σε τμήματα του εγκεφάλου που αυξάνουν τη φυσιολογική διέγερση. Στην πραγματικότητα, έδωσαν λίγη προσοχή σε ό,τι συνέβαινε μέσα στο σώμα τους καθώς περίμεναν η αναπνοή να γίνει δυσκολότερη και στη συνέχεια αντέδρασαν υπερβολικά, όταν ένιωσαν την απειλή.

Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτές οι αντιδράσεις του εγκεφάλου, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ανθεκτικότητα, καθιστώντας πιο δύσκολο για το σώμα να επανέλθει στην πρότερη ήρεμη κατάσταση.

Φυσικά, αυτή η μελέτη βασίστηκε στις εκτιμήσεις των ίδιων των ανθρώπων για την ανθεκτικότητά τους και σε ένα μοναδικό στιγμιότυπο εγκεφαλικής δραστηριότητας. Δεν μπορεί να μας πει γιατί οι εγκέφαλοι των διαφόρων ομάδων εθελοντών ανταποκρίθηκαν με διαφορετικό τρόπο ή αν μπορούμε να αλλάξουμε τις απαντήσεις του εγκεφάλου μας στο στρες.

Όμως οι ερευνητές βρήκαν τα αποτελέσματα συναρπαστικά. «Για μένα, αυτή η μελέτη λέει ότι η ανθεκτικότητα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην επίγνωση του σώματος μας και όχι στη λογική σκέψη», είπε ο Martin Paulus, Επιστημονικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Laureate για την Έρευνα του Εγκεφάλου στην Οκλαχόμα. «Ακόμα και έξυπνοι άνθρωποι, αν δεν ακούν το σώμα τους, δεν θα μπορούσαν να επανέλθουν στην πρότερη φυσιολογική κατάσταση τόσο γρήγορα από τους στρεσογόνους παράγοντες, όσο κάποιος που είναι πιο δεκτικός με τις φυσικές του αντιδράσεις».


Πηγή: nytimes.com

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...