«Η ψύχωση είναι το τίμημα που πληρώνουμε για να είμαστε αυτό που είμαστε. Πόσο πολύ άδικο είναι το γεγονός ότι το τίμημα αυτό δεν μοιράζεται παντού αλλά πληρώνεται από ένα άτομο από τους εκατό, για τους υπόλοιπους ενενήντα εννέα». Sebastian Faulks
Η σχιζοφρένεια είναι μια χρόνια και βαριά ψυχική διαταραχή που προσβάλλει το 1% περίπου του πληθυσμού. Η εξελικτική θεωρία υποστηρίζει την ιδέα του συνεχούς στη διάγνωση της ψύχωσης. Οι υποκλινικές ψυχωτικόμορφες εμπειρίες είναι σχετικά συχνές σε παιδιά και εφήβους και συμβαίνουν περίπου στο 17% των νέων ατόμων. Η επικράτηση των ψυχωτικών συμπτωμάτων στον γενικό πληθυσμό είναι περίπου 8%, ποσοστό δέκα περίπου φορές υψηλότερο από την επικράτηση των διαγνωσμένων ψυχωτικών διαταραχών.
Υποστηρίζεται ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποια κοινή γενετική παραλλαγή μεταξύ της έκφρασης της νόσου και των μη κλινικών ψυχωτικόμορφων συμπτωμάτων. Η υψηλή επικράτηση των μη κλινικών ψυχωτικών συμπτωμάτων στον γενικό πληθυσμό ώθησε τους ερευνητές να επανεξετάσουν αυτά τα συμπτώματα υπό το πρίσμα της εξελικτικής θεωρίας. Επιπλέον, η διαταραγμένη ψυχική και σωματική υγεία, αλλά και η μειωμένη λειτουργικότητα των ατόμων με σχιζοφρένεια εγείρει ένα εξελικτικό παζλ. Πώς η σχιζοφρένεια διατηρείται στον χρόνο με σταθερά ίδια επικράτηση;
Το ερώτημα για τη διαδικασία που διατηρεί στον πληθυσμό σταθερή την παρουσία των κληρονομικών ποικιλοτήτων με μειονεκτικά χαρακτηριστικά, όπως η σχιζοτυπία, παραμένει μια παγκόσμια πρόκληση στους τομείς της ψυχιατρικής και της εξελικτικής γενετικής. Υπάρχει άραγε κάποια σύνδεση ανάμεσα στην εξελικτική διατήρηση της ψύχωσης στον πληθυσμό και στη σχέση της δημιουργικότητας με τις ψυχωτικόμορφες εμπειρίες στον γενικό πληθυσμό; Υπάρχει αρκετή παραγωγική συζήτηση στα θέματα αυτά, βασισμένη σε πολλές υποθέσεις.
Ίσως η σχιζοφρένεια διατηρείται στον ανθρώπινο πληθυσμό εξαιτίας κάποιας κοινής γενετικής σύνδεσης με τη δημιουργικότητα. Κατά την τελευταία δεκαετία πολλοί ερευνητές ψάχνουν να εξηγήσουν το εξελικτικό αυτό αίνιγμα της διατήρησης της σχιζοφρένειας, καθώς και τη σχέση του με τη δημιουργικότητα, αν και η αντίληψη ότι υπάρχει κάποια κληρονομήσιμη πλευρά των υψηλών ικανοτήτων, περιλαμβανομένης της δημιουργικότητας, μας πηγαίνει πίσω στο βιβλίο του Francis Galton, Hereditary genius (1869).
Οι νευροεπιστήμονες υποστηρίζουν ότι η σχιζοφρένεια ίσως προκύπτει ως παράγωγο της κοινωνικής γνωσίας ή ότι κάποιοι τύποι ψευδαισθήσεων θα μπορούσαν να ιδωθούν ως εξελικτικά παράγωγα (προϊόντα) ενός γνωσιακού συστήματος που σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ανιχνεύει την απειλή.
Μερικά χαρακτηριστικά λοιπόν, όπως η σχιζοτυπία, μπορεί να έχουν μια θετική διάσταση έκφρασης, που να αποδεικνύεται ευνοϊκό για την κοινότητα. Από την άλλη πλευρά όμως, το χαρακτηριστικό αυτό έχει σοβαρές συνέπειες στο άτομο, και το ψυχωτικό πλέον άτομο γίνεται, σύμφωνα με τον Sebastian Faulks (2006), «το τίμημα που πληρώνουμε για να είμαστε αυτό που είμαστε».
Το συνεχές των ψυχωτικών εμπειριών
Η διαστασιακή προσέγγιση της μετάπτωσης από το φυσιολογικό στο παθολογικό χωρίς την κατάλυση της μεταξύ τους συνέχειας, επιτρέπει την πρώιμη διαγνωστική ανίχνευση πρόδρομης ή υποκλινικής ψυχοπαθολογίας, την έγκαιρη εφαρμογή προληπτικών θεραπευτικών παρεμβάσεων και τη βελτίωση της τελικής κλινικής έκβασης των ασθενών. Το κατηγορικό μοντέλο της ψύχωσης (categorical model of psychosis) αποφεύγει να σχολιάσει εάν τα συμπτώματα της ψύχωσης είναι πιο συχνά από τη διαταραχή.
Αντίθετα, το μοντέλο συνέχειας (continuum model) υποστηρίζει την υψηλή επικράτηση και συχνότητα ψυχωτικών ή ψυχωτικόμορφων εμπειριών. Στα πλαίσια αυτά, μεταανάλυση των van Os et al (2009) έδειξε επικράτηση των ψυχωτικών εμπειριών με κλινική νόσο 1,5% και των ψυχωτικών εμπειριών 8,4%, ενώ έρευνα με μεγαλύτερο αριθμό λημμάτων στα σχετικά ερωτηματολόγια, έδειξε επικράτηση κλινικά συναφών συμπτωμάτων 4,2%.
Σε εφήβους βρέθηκε επικράτηση ψευδαισθήσεων 8%, ενώ οποιασδήποτε ψευδαίσθησης ή παραληρήματος 17%. Η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από ισχυρές συσχετίσεις με ειδικά δημογραφικά χαρακτηριστικά, όπως τη νεαρή ηλικία, το ανδρικό φύλο, τη μονογονεϊκότητα, την ανεργία και την εθνική μειονότητα. Σχετική μεταανάλυση έδειξε την παρουσία παρόμοιων συσχετίσεων για τα ψυχωτικά συμπτώματα σε υποκλινικό επίπεδο.
Ειδικότερα, έδειξε συσχετίσεις με το ανδρικό φύλο, τη μετανάστευση, την εθνική μειονότητα, την ανεργία, και τη χαμηλή εκπαίδευση. Οι υποκλινικές ψυχωτικές εμπειρίες λοιπόν σχετίζονται με τους ίδιους αιτιολογικούς παράγοντες με τους οποίους σχετίζεται και η ψυχωτική διαταραχή, γεγονός που υποδεικνύει ότι υπάρχει μάλλον ένα αιτιολογικό συνεχές (etiological continuity) μεταξύ υποκλινικού και κλινικού φαινοτύπου της ψύχωσης.
Ένα εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο οι υποκλινικές μη πρόδρομες εκδηλώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε ψυχωτική διαταραχή. Η έρευνα των Chapman et al (1994) έδειξε υψηλά ποσοστά ψυχωτικής έκβασης, σε άτομα τα οποία 10 χρόνια πριν είχαν αναφέρει σε κλίμακες υψηλά ποσοστά μαγικής σκέψης και παράξενων αντιληπτικών αισθήσεων. Προοπτική έρευνα των Poulton et al (2000) βρήκε ότι 11χρονα παιδιά που δήλωσαν ψυχωτικές εμπειρίες είχαν 16 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για ψυχωτική διαταραχή έως την ηλικία των 26.
Συγκεκριμένα, στο 25ετές αυτό διάστημα παρακολούθησης, τουλάχιστον το 25% των παιδιών με ψυχωτικές εμπειρίες κατά την ηλικία των 11 ετών αναπτύσσουν στο μέλλον ψυχωτική διαταραχή. Παρόμοια ευρήματα φάνηκαν και στην έρευνα των Hanssen et al (2005), οι οποίοι παρακολούθησαν δείγμα 7.076 ατόμων για 2 έτη και βρήκαν μετατροπή σε ψυχωτική διαταραχή των ατόμων με απλές ψυχωτικές εμπειρίες σε ποσοστό 8%, ένας αριθμός που αντανακλά σε κατά 60 φορές αύξηση του κινδύνου.
Μάλιστα, ο 2ετής κίνδυνος αυξήθηκε κατά 21% για αυτούς με πολλαπλές ψυχωτικές εμπειρίες και κατά 15% σε αυτούς στους οποίους η ψυχωτική εμπειρία προέκυψε στα πλαίσια μιας σημαντικής πτώσης της διάθεσης (significant lowering of mood). Η τάση που έχουν οι ψυχωτικές εμπειρίες να είναι παροδικές μειώνεται και ο κίνδυνος μετατροπής σε χρόνια ψύχωση αυξάνεται σε περίπτωση έκθεσης σε συναισθηματικό τραύμα, ψυχοσωματική καταπόνηση, χρήση κάνναβης και αστικοποίηση (urbanicity).
Το συνεχές της ψύχωσης
Ως ψυχιατρική νοσηρότητα σε έναν πληθυσμό μπορεί να ιδωθεί ο βαθμός κατανομής ενός συνεχούς του φαινοτύπου, καταμετρημένου τόσο στον υγιή πληθυσμό όσο και στους ασθενείς. Αποτελεί παλαιά πεποίθηση των ειδικών ότι ο φαινότυπος της ψύχωσης εκφράζεται συχνά και σε βαρύτητα χαμηλότερη της κλινικής εκδήλωσης και αυτό αναφέρεται ως τάση για σχιζοφρένεια (psychosis proneness), ψυχωτική εμπειρία (psychotic experience), σχιζοτυπία (schizotypy) ή ψυχική κατάσταση κινδύνου (at risk mental states).
Η γενετική προδιάθεση των βιολογικών συγγενών ασθενών με σχιζοφρένεια οδηγεί συχνότερα στην παγίωση γνωρισμάτων σχιζοειδούς ή σχιζότυπης προσωπικότητας, παρά στην εκδήλωση τυπικής σχιζοφρενικής διαταραχής, γεγονός που υποδεικνύει την έννοια των διαταραχών ψυχωτικού φάσματος. Τα γνωρίσματα αυτά, μαζί με το νευροβιολογικό και νευροψυχολογικό υπόβαθρό τους, βρίσκονται κάτω από γονιδιακό έλεγχο και συνιστούν τους ενδοφαινοτύπους (endophenotypes).
Στο φάσμα των σχιζοφρενικών διαταραχών περιλαμβάνονται η σχιζοειδής και σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, η σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή και η σχιζοφρενική διαταραχή, ενώ συχνά συμπεριλαμβάνονται η παρανοειδής διαταραχή προσωπικότητας και η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή. Αρκετοί ερευνητές προτείνουν την αναγνώριση ενός ενιαίου φάσματος των ψυχικών διαταραχών που περιλαμβάνουν ψυχωτικά συμπτώματα, όπως παραληρηματικές ιδέες ή ψευδαισθήσεις.
Έτσι, στο ψυχωτικό φάσμα έχει προταθεί να περιληφθούν η μονοπολική κατάθλιψη με ψυχωτικά συμπτώματα, η διπολική διαταραχή της διάθεσης, οι σχιζοσυναισθηματικές διαταραχές και φυσικά οι σχιζοφρενικές διαταραχές. Προτείνεται επίσης η ενιαία θεώρηση όλων των ψυχωτικών συνδρόμων, τόσο πρωτοπαθών όσο και δευτεροπαθών, ως κλινικών εκδηλώσεων ενός γενικού νευροβιολογικού συνδρόμου ανάλογου των νευροπαθολογικών συνδρόμων της αφασίας ή της απραξίας.
Στην παθοφυσιολογία αυτού του συνδρόμου υποτίθεται ότι εμπλέκονται δυσλειτουργίες μετωπιαιο ραβδωτο θαλαμο παρεγκεφαλιδικών ή/και μετωπιαιο ραβδωτο ιπποκάμπειων νευρωνικών κυκλωμάτων, καθώς και οι προβολές ντοπαμινικών νευρώνων σε αυτές τις εγκεφαλικές περιοχές.
Διαβάστε σχετικά: Είναι η ψύχωση μια διαταραχή επεξεργασίας της πληροφορίας που σχετίζεται με δυσμυελίνωση;
Συνεχές της ψύχωσης και γενετική
Μάλλον δεν υπάρχουν ασθενείς με σχιζοφρένεια που να είναι φαινοτυπικά όμοιοι, αφού πρόκειται για φαινοαντίγραφα (phenocopies). Σύμφωνα με τη γενετική άποψη, η σχιζοφρένεια είναι μια σειρά από νευρολογικές διαταραχές –το αποτέλεσμα μεταγονιμοποιητικών σωματικών μεταλλάξεων– που παράγουν διαφορετικούς, αλλά επικαλυπτόμενους, φαινοτύπους.
Αυξημένη συχνότητα νουκλεοτιδικών πολυμορφισμών (SNP) και παραλλαγών αριθμού αντιγράφων (CNV) έχουν φανεί στα γονιδιώματα ασθενών με νευροαναπτυξιακές (neurodevelopmental) παθήσεις, περιλαμβανομένων των διαταραχών του φάσματος του αυτισμού (autism spectrum disorders), της νοητικής υστέρησης και της νόσου Huntington.
Η εμφάνιση CNV και SNP αποτελεί ένα φυσιολογικό στοιχείο της σωματικής κυτταρικής διαίρεσης, αλλά τα άτομα με σχιζοφρένεια φαίνεται να παρουσιάζουν αυτές τις δομικές αλλαγές πολύ συχνότερα. Αυτές οι μεταγονιμοποιητικές μεταλλάξεις, που αναφέρονται ως de novo, σωματικές ή in vivo μεταλλάξεις, είναι επιγενετικά (epigenetic) φαινόμενα και δεν μεταφέρονται γενετικά στους απογόνους.
Βρέθηκαν de novo παρεκκλίσεις στο 5% των μαρτύρων, 15% στους ασθενείς με σχιζοφρένεια και 22% σε γονιδιώματα σχιζοφρένειας παιδικής έναρξης και αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν μια πιθανή αιτιώδη σχέση.
Σε πρόσφατη ανάλυση του γονιδιώματος (genomewide association study, GWAS) σε 35.298 υγιή άτομα, βρέθηκαν 2 νέοι SNP τόποι, στα χρωμοσώματα 1 και 2, που σχετίζονταν με τη γνωσιακή επίδοση των ατόμων, γεγονός που υποδεικνύει τη δυνατότητα για περαιτέρω γενετική διερεύνηση της νευρογνωσιακής λειτουργίας του ανθρώπου.
Γενικά, η αυξημένη συχνότητα των in vivo μεταλλάξεων μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη δημιουργικότητα, διάνοια ή γλωσσικές δεξιότητες. Αυτά τα ίδια γονίδια μπορεί επίσης να παράγουν αυξημένο αριθμό απογόνων των συγγενών πρώτου βαθμού ατόμων με σχιζοφρένεια.
H ψύχωση όφειλε να έχει εξαλειφθεί
Η σχιζοφρένεια διατηρείται στον παγκόσμιο πληθυσμό με επιπολασμό περίπου 1%, αν και ορισμένες μελέτες βρήκαν ότι ο επιπολασμός της σχιζοφρένειας διαφέρει αρκετά μεταξύ των γεωγραφικών περιοχών, φυλών, φύλων κ.λπ. ακόμα και όταν τα διαγνωστικά κριτήρια διατηρούνται αυστηρά. Οι ασθενείς με σχιζοφρένεια έχουν αυξημένη θνησιμότητα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η σχιζοφρένεια αποτελεί τη 10η κατά σειρά αιτία ανικανότητας.
Το προσδόκιμο επιβίωσης των σχιζοφρενών είναι κατά 20% μειωμένο σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό (61 έτη vs 76). Ο κίνδυνος αυτοκτονίας σε ασθενείς με σχιζοφρένεια είναι 20 έως 50 φορές μεγαλύτερος σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό και πλησιάζει τον κίνδυνο που διατρέχουν οι ασθενείς με μείζονα διαταραχή της διάθεσης. Οι αυτοκτονίες στο πλαίσιο της σχιζοφρένειας αποτελούν το 10% του συνόλου των αυτοκτονιών, ενώ η σχιζοφρένεια είναι η συνηθέστερη διάγνωση για τους νοσηλευόμενους ασθενείς που αυτοκτονούν.
Είναι γνωστό ότι τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν κάνουν πολλά παιδιά. Οι ασθενείς με σχιζοφρένεια είναι κοινωνικά απομονωμένοι, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τις μειωμένες διαπροσωπικές σχέσεις, ακόμα και όταν το σχιζοφρενικό άτομο βρίσκεται σε ύφεση. Οι αντιψυχωτικοί παράγοντες έχουν ως αποτέλεσμα την αναστολή της ντοπαμίνης, την άνοδο των επιπέδων προλακτίνης και την επακόλουθη ελάττωση της λίμπιντο και της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Όποια και αν είναι η αιτία, η γονιμότητα μειώνεται δραματικά στα άτομα με σχιζοφρένεια. Συγκριτικά με φυσιολογικούς μάρτυρες, οι γυναίκες με σχιζοφρένεια γεννούν περίπου 50% λιγότερους απογόνους από το αναμενόμενο σε έναν φυσιολογικό πληθυσμό γυναικών και οι άνδρες με σχιζοφρένεια περίπου 25% του ποσοστού των αναμενόμενων απογόνων. Ο βαθμός αυτός μείωσης της γονιμότητας θα πρέπει να καθιστά τη σχιζοφρένεια μια «θανάσιμη γενετική πάθηση».
Όποια και αν είναι η γενετική πλατφόρμα της σχιζοφρένειας, αν τα άτομα που νοσούν παράγουν 25% έως 50% των αναμενόμενων απογόνων, σύμφωνα με την ισορροπία της αρχής του Hardy Weinberg, μέσα σε ορισμένες γενιές οι γενετικοί παράγοντες που προκαλούν σχιζοφρένεια θα πρέπει να είχαν εξαφανιστεί. Οι αρχές του Hardy Weinberg περιγράφουν πώς οι διαφορετικές μορφές αλληλόμορφων γονιδίων διατηρούνται σε σταθερές αλληλουχίες κάτω από ιδανικές περιστάσεις ζευγαρώματος.
Οι αρχές αυτές αναφέρονται σε πραγματικές περιστάσεις φυσικής επιλογής, περιλαμβανομένων των επιδράσεων της διαφορικής θνησιμότητας και διαφορικής γονιμότητας. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς αυτούς, οι γενετικοί παράγοντες που επιφέρουν τη σχιζοφρένεια θα έπρεπε να έχουν εξαλειφθεί από την ανθρώπινη γονιδιακή δεξαμενή.
Μελέτες που αναζήτησαν εκδηλώσεις ισορροπημένου πολυμορφισμού σχετικά με τη διατήρηση της σχιζοφρένειας, έχουν διερευνήσει την υπόθεση της αυξημένης αναπαραγωγικής κατάστασης των συγγενών πρώτου βαθμού των ατόμων με σχιζοφρένεια, περιλαμβανομένων των αδελφών τους ή τους απογόνους τους. Οι συγγενείς πρώτου βαθμού μοιράζονται το 50% των γονιδίων με τους συγγενείς τους που πάσχουν από τη νόσο.
Η αυξημένη γονιμότητά τους αναμένεται να αντισταθμίζει τη μειωμένη γονιμότητα των πασχόντων, παρέχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο έναν αντισταθμιστικό μηχανισμό για τη διατήρηση εκείνων των γονιδίων «ελέγχου» (controller gene) που επιφέρουν την αυξημένη συχνότητα μεταγονιμοποιητικών μεταλλάξεων. Η ευνοϊκή αυτή κατάσταση μπορεί να είναι ποσοτική (περισσότεροι απόγονοι) ή ποιοτική (αυξημένη μαθηματική ή δημιουργική νοημοσύνη).
Σύμφωνα με μελέτη των Haukka et al (2003) δεν διαπιστώθηκε αυξημένη γονιμότητα στους συγγενείς πρώτου βαθμού Φινλανδών ασθενών με σχιζοφρένεια που να αντισταθμίζει τη μειωμένη γονιμότητα των πασχόντων (probands). Μια ακόλουθη μελέτη από τη Σουηδία εξέτασε τρεις γενεές πρώτου βαθμού συγγενών και βρήκε επίσης ότι όχι μόνο δεν υπήρχε αυξημένη γονιμότητα στα αδέλφια, αλλά στην πραγματικότητα διαπιστώθηκε μειωμένη γονιμότητα στους απογόνους. Αντίθετα, σε άλλες μελέτες βρέθηκαν υψηλότεροι αριθμοί απογόνων στους συγγενείς ασθενών με σχιζοφρένεια.
Διαβάστε σχετικά: Μπορεί να θεωρηθεί η ψύχωση μια διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος;
Γιατί η ψύχωση διαιωνίζεται;
Σύμφωνα με την άποψη του Timothy Crow (1997), η ανάπτυξη της ημισφαιρικής ασυμμετρίας (hemispheric asymmetry), η οποία μπορεί να εκτιμηθεί με συγκεκριμένες μετρήσεις, συνοδεύει την απόκτηση της γλώσσας στα ανθρωποειδή.
Αυτή η αύξηση στην εγκεφαλική ασυμμετρία, μπορεί να οδηγεί ταυτόχρονα σε αύξηση της πλαστικότητας, της ευκαμψίας και της δημιουργικότητας, αλλά παράλληλα θα παρήγαγε παρεκκλίσεις με «κλινικά συμπτώματα», όπως ιδιοσυγκρασιακή (idiosyncratic) γλώσσα (νεολογισμοί) και σκέψη (χαλαροί συσχετισμοί), όπως στη σχιζοφρένεια.
Ενδεχομένως η διαδικασία της υψηλής διαφοροποίησης μεταξύ των δύο ημισφαιρίων ήταν το αποτέλεσμα αυξημένων αριθμών συγκεκριμένων CNV σε ένα από τα δύο χωριστά ημισφαίρια, μετά από την ανάπτυξή τους. Έρευνα σε γενικό πληθυσμό σε σχέση με την εγκεφαλική πλαγίωση έδειξε ότι οι δεξιόχειρες προτιμούν ως χόμπυ τα αθλήματα, οι αριστερόχειρες προτιμούν το διάβασμα βιβλίων και οι έχοντες αμφιχειρία (mixed handedness) προτιμούν την ενασχόληση με τις τέχνες.
Διάφορες μελέτες δείχνουν ενισχυμένες νοητικές δυνατότητες που σχετίζονται με την ψύχωση. Μικρές αποκλίσεις στη νοητική λειτουργία –το αποτέλεσμα, ίσως, μικρών γενετικών αποκλίσεων– μπορεί να επιφέρει κατάτμηση και προβλήματα σε αυτές τις περιοχές όπως επίσης σε άλλους τομείς της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης.
Υποστηρίζεται επίσης ότι οι εκδηλώσεις υποουδικής σχιζοφρένειας μπορεί να προκαλέσουν σχιζοτυπία (schizotypy), σχιζοειδή προσωπικότητα (schizoid personality) ή σε κάποιες περιπτώσεις, αυξημένη δημιουργικότητα ή συσχετιστική ικανότητα (associative capacity), επιφέροντας γενικότερη καλή κατάσταση.
H διατύπωση αυτή αφορά σε ένα πολυγονιδιακό (polygenic) μοντέλο με ένα φάσμα συμπτωματολογίας, από φυσιολογικό, μέχρι ιδιοσυγκρασιακό και σχιζοφρενικό. Παρατηρήθηκε ότι οι απόγονοι σχιζοφρενικών γονέων επιδεικνύουν αυξημένη νοητική και δημιουργική ικανότητα, ενώ η σχιζοτυπία –υποουδική (subthreshold) σχιζοφρένεια– είναι κοινά ευρισκόμενη σε ποιητές, εικαστικούς καλλιτέχνες και μαθηματικούς.
Το πρώτο γνωστό ιατρικό παράδειγμα ισορροπημένου πολυμορφισμού, είναι η δρεπανοκυτταρική αναιμία (SCA). Η μετάλλαξη αυτή είναι ένας SNP που επηρεάζει τα γονίδια βαιμοσφαιρίνης και, σε ομοζυγωτική μορφή, είναι θανάσιμο για τον ξενιστή. Όμως, όταν είναι ετεροζυγωτικό, παρέχει ανοσία από την ελονοσία προσφέροντας ένα αφιλόξενο περιβάλλον για το Plasmodium falciparum, το παράσιτο στο οποίο οφείλεται η διαταραχή. Αυτό το συγκεκριμένο στάδιο του κύκλου ζωής του παρασίτου, τελείται εντός των ερυθρών κυττάρων του ξενιστή.
Τα άτομα που πάσχουν από δρεπανοκυτταρική αναιμία έχουν σημαντικό ποσοστό ερυθροκυττάρων στο σχετικό δρεπανοειδές σχήμα και όχι στο κλασικό σχήμα των αιμοσφαιρίων (ανάλογα με τον κορεσμό του Ο2), εντός του οποίου μπορούν και μεγαλώνουν τα παράσιτα.
Τα άτομα με δύο φυσιολογικά γονίδια βαιμοσφαιρίνης έχουν κανονικά ερυθροκύτταρα που μπορούν να φιλοξενήσουν το παράσιτο της ελονοσίας, επιφέροντας συνήθως θανατηφόρο νόσηση. Το αλληλόμορφο SCA επιβιώνει κυρίως σε ανθρώπινους πληθυσμούς στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, όπου η ελονοσία είναι παρούσα λόγω αυξημένης βιωσιμότητας των ετεροζυγωτών, διατηρώντας έτσι το γονίδιο SCA σε σταθερή ισορροπία.
Η διαιώνιση της ψύχωσης και η εξελικτική θεωρία
Η υψηλή επικράτηση των ψυχωτικών συμπτωμάτων στον πληθυσμό ωθεί τους επιστήμονες να τα επανεκτιμήσουν μέσα από το εξελικτικό πλαίσιο. Αυτός ο μη κλινικός φαινότυπος μπορεί να κρατά το κλειδί της κατανόησης της διατήρησης (persistence) της ψύχωσης στον πληθυσμό. Οι ψευδαισθητικές εμπειρίες φαίνεται να είναι τόσο παλιές όσο και το ανθρώπινο είδος, και μέχρι τον 19ο αιώνα αυτές οι εμπειρίες αποδίδονταν σε δαίμονες και θεούς, ενώ στους σύγχρονους καιρούς θεωρούνται παθολογικά σημεία νόσου.
Η επικράτηση των ψευδαισθητικών εμπειριών είναι πολύ μεγαλύτερη από παλαιότερες εκτιμήσεις και οι πρόσφατες μετααναλύσεις έδειξαν επικράτηση έως 8% στον γενικό πληθυσμό, ποσοστό κατά 10 φορές μεγαλύτερο από αυτό των διαγνωσμένων ψυχωτικών διαταραχών. Αυτό το υψηλό ποσοστό των μη κλινικών ψυχωτικών συμπτωμάτων στον γενικό πληθυσμό υποδεικνύει την επανεκτίμηση αυτών των συμπτωμάτων υπό το πρίσμα της εξελικτικής θεωρίας.
Οι Dodgson & Gordon (2009) πρότειναν ότι κάποιοι τύποι ψευδαισθήσεων θα μπορούσαν να θεωρηθούν προϊόντα ή παράγωγα (byproducts) ενός γνωσιακού συστήματος σχεδιασμένου να ανιχνεύει την απειλή, αφού από άποψη επιβίωσης, είναι πολύ χειρότερο να αποτυγχάνει κανείς στο να αναγνωρίσει την απειλή ενός επερχόμενου εισβολέα, από το να θεωρήσει ψευδώς την ύπαρξή του.
Στις κοινωνίες των ζώων, αλλά και του ανθρώπου, η υπερεπαγρύπνιση (hypervigilance) δεν είναι απαραίτητη για κάθε μέλος, αλλά η παρουσία αυτού του χαρακτηριστικού σε τουλάχιστον λίγα μέλη είναι αρκετή ώστε να ωφελούνται όλα τα μέλη της ομάδας. Η πιθανότητα ότι η ευαλωτότητα στην ψύχωση μπορεί να είναι υποπροϊόν ή παράγωγο (byproduct) μιας «φυσιολογικής» εξέλιξης του εγκεφάλου, μπορεί να προσφέρει μια εξήγηση στη δυσκολία εντοπισμού ενός γενετικού ειδικού σημείου (“point of rarity”) μεταξύ ατόμων με σχιζοφρένεια και υγιών μαρτύρων.
Μερικές θεραπείες όπως η εστιασμένη στις ψευδαισθήσεις θεραπεία (hallucinationfocused integrative therapy) περιλαμβάνει κάποια στοιχεία από τις παραδοσιακές γνωσιακές συμπεριφορικές προσεγγίσεις. Η άποψη των ψευδαισθήσεων ως αντιδράσεις υπερεπαγρύπνισης (“hypervigilance” reaction), υποδεικνύει την αξία άμεσης εμπλοκής με το περιεχόμενο των συμπτωμάτων της ψύχωσης.
Επιπλέον, είναι γνωστό ότι ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού θα έχει ένα ή περισσότερα επεισόδια κατάθλιψης στη διάρκεια της ζωής του. Μέσα από την εξελικτική άποψη, η τάση για κατάθλιψη και η έλλειψη ευχαρίστησης αποτελεί πιθανόν εκείνο το εσωτερικό χαρακτηριστικό του ανθρώπινου είδους που ώθησε τον Homo sapiens σε αλλαγές και σε περιοχές νέων προκλήσεων. Η εφαρμογή μάλιστα των εξελικτικών θεωριών στην κατάθλιψη ενδέχεται να οδηγήσει σε νέες αιτιολογικές απόψεις, καθώς και σε νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις.
Ψύχωση και δημιουργικότητα
Αρκετοί ερευνητές βρήκαν ενδείξεις συσχέτισης μεταξύ της δημιουργικότητας (creativity) και της προδιάθεσης σε ψυχική νόσο, αν και οι περισσότερες έρευνες αφορούν κυρίως στη δημιουργικότητα στην τέχνη (artistic creativity).
Παρόλ’ αυτά, δεν είναι ξεκάθαρο εάν τα «υγιή δημιουργικά» άτομα έχουν μικρότερη γενετική επιβάρυνση (loading) σχιζότυπων χαρακτηριστικών, σε σχέση με τα άτομα με σοβαρή ψυχοπαθολογία ή εάν έχουν την ίδια επιβάρυνση, αλλά με διαφορετικά διαμεσολαβητικά χαρακτηριστικά. Βρέθηκαν υψηλά επίπεδα ψυχοπαθολογίας, ειδικά κατάθλιψης και διπολικής διαταραχής, σε άτομα που διακρίνονται στη λογοτεχνία και τις τέχνες.
Μελέτες οικογένειας έδειξαν επικράτηση δημιουργικού τύπου ενδιαφέροντος σε συγγενείς ψυχιατρικών ασθενών, περιλαμβανομένων βιολογικών ασθενών που έχουν διαχωριστεί με υιοθεσία. Οι έρευνες αυτές υπέδειξαν κληρονομήσιμα χαρακτηριστικά προσωπικότητας ή γνωσιακής λειτουργίας, στα οποία συνυπάρχουν η δημιουργικότητα και η ψυχική νόσος.
Ψυχιατρικοί ασθενείς, κυρίως με διάγνωση σχιζοφρένειας, δείχνουν επίσης αυξημένη ικανότητα σε δοκιμασίες διιστάμενης σκέψης (divergent thinking), σε σύγκριση με υγιείς μάρτυρες. Οι σχιζοφρενικοί ασθενείς έδειξαν να σκοράρουν υψηλότερα σε σχέση με τους μάρτυρες, στις δοκιμασίες εκείνες όπου θα έπρεπε να δημιουργήσουν εναλλακτικά ή ασυνήθιστα σενάρια σε κάποιες συνηθισμένες καταστάσεις.
Το σκεπτικό αυτών των ερευνών σχετίζεται με την παρατήρηση ότι η διιστάμενη σκέψη, δηλαδή η ικανότητα που υπόκειται της δημιουργικότητας, είναι πολύ παρόμοια με τον ορισμό της διαταραχής σκέψης, που αποτελεί στοιχείο της ψύχωσης.
Τα σκορ για τη δημιουργικότητα (creativity) στον γενικό πληθυσμό βρέθηκε να σχετίζονται με τα σκορ των κλιμάκων που σχεδιάστηκαν για την ευαλωτότητα σε ψυχική νόσο. Συγκεκριμένα, οι ψυχοπαθολογικές διαστάσεις που αφορούσαν σε θετικά ψυχωτικά συμπτώματα και συμπτώματα υπομανίας, βρέθηκε να σχετίζονται θετικά με τη δημιουργικότητα, ενώ οι διαστάσεις που αφορούσαν σε ανηδονία ή επιπεδωμένο συναίσθημα, σχετίζονταν αρνητικά με τη δημιουργικότητα.
Τα άτομα επίσης που είχαν υψηλά σκορ στα θετικά, αλλά όχι στα αρνητικά συμπτώματα, έδειξαν την ικανότητα να μπορούν να κάνουν ευρύτερες συσχετίσεις μεταξύ σημαντικών ερεθισμάτων και να σκοράρουν υψηλότερα στα θέματα που αφορούσαν σε διιστάμενη σκέψη (divergent thinking). Μία άλλη ομάδα ερευνών σχετικά με τη διερεύνηση σύνδεσης μεταξύ ψυχιατρικών διαταραχών και δημιουργικότητας αφορά σε ψυχομετρικές εκτιμήσεις ατόμων με δημιουργικού τύπου αναζητήσεις (creative pursuits).
Ο Eysenck (1993) υποστήριξε ότι το αυξημένο σκορ Ρ, δηλαδή της διάστασης του Ψυχωτισμού, ήταν τυπική στα άτομα αυτά. Κάποιες μελέτες επικεντρώθηκαν στο μοντέλο πέντε παραγόντων της προσωπικότητας (the five factor model of personality), το οποίο δεν περιέχει μια απλή διάσταση που να αντιστοιχεί στον ψυχωτισμό, και βρήκαν ότι τα δημιουργικά άτομα και οι διπολικοί ασθενείς μοιράζονται υψηλά επίπεδα των χαρακτηριστικών (traits) της προσωπικότητας νευρωτισμός (neuroticism) και θετικότητα στην εμπειρία (openness to experience).
Αυτό το προφίλ είναι παρόμοιο με τα άτομα που είναι ευάλωτα σε συναισθηματικές διαταραχές. Άλλες έρευνες έδωσαν έμφαση στις θεωρητικές και εμπειρικές συνδέσεις της ψύχωσης με τη διάσταση σχιζοτυπία (schizotypy).
Το κόστος και το τίμημα στην ανθρωπότητα
Η αίσθηση περί κληρονομικότητας κάποιων τουλάχιστον πλευρών της χαρισματικής ικανότητας (high ability), περιλαμβανομένης της δημιουργικότητας (creativity) είναι αρκετά παλαιά, πηγαίνοντας πίσω στο βιβλίο του Francis Galton’s Hereditary genius (1869). Πρώιμες έρευνες σε μονοζυγωτικούς έναντι διζυγωτικών διδύμων έδωσαν μικτά αποτελέσματα.
Ο Barron (1972) για παράδειγμα, βρήκε ενδείξεις για κληρονομήσιμες πλευρές της δημιουργικής σκέψης (creative thought), όπως η αισθητική κρίση (aesthetic judgment), αλλά όχι για την παραγωγή πολλαπλών ή αυθεντικών ιδεών. Αργότερα, οι Vandenberg (1968) και Reznikoff et al (1973) δεν βρήκαν ενδείξεις κληρονομικότητας της αποκλίνουσας σκέψης (divergent thinking) ή άλλων χαρακτηριστικών της δημιουργικής σκέψης.
Πιο πρόσφατα όμως οι Vinkhuyzen et al (2009) βρήκαν υψηλή κληρονομησιμότητα ερευνώντας φυσιολογικές ή υψηλές ικανότητες για ποικίλες και πιθανόν δημιουργικές δραστηριότητες, όπως η μουσική, η τέχνη, η συγγραφή, τα μαθηματικά, καθώς και οι γνώσεις και η μόρφωση. Υπάρχουν επίσης κάποια ευρήματα που υποδεικνύουν ότι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που συνδέονται με τη δημιουργικότητα σχετίζονται με τη ντοπαμινεργική νευρομεταβίβαση.
Ειδικότερα, βρέθηκε ότι η τάση για νεωτερικότητα συνδέεται με τον πολυμορφισμό του γονιδίου D4 υποδοχέα (DRD4), ενώ μια ΡΕΤ έρευνα έδειξε αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ικανότητας για διιστάμενη σκέψη (divergent thinking) και της πυκνότητας των D2 υποδοχέων στον θάλαμο. Επίσης, η θεραπεία με ντοπαμινικούς αγωνιστές σε παρκινσονικούς ασθενείς έδειξε να αυξάνει ή ακόμη και να γεννά νέες δυνατότητες για δημιουργικότητα και διιστάμενη σκέψη.
Το ερώτημα σχετικά με το ποια είναι αυτή η διαδικασία που διατηρεί την επιμονή της κληρονομούμενης ποικιλότητας ενός μειονεκτικού χαρακτηριστικού, όπως η σχιζοτυπία, στον γενικό πληθυσμό παραμένει μια παγκόσμια επιστημονική πρόκληση, διατρέχοντας τη Δαρβίνεια ψυχιατρική, την ψυχιατρική γενετική, και την εξελικτική ψυχιατρική.
Αρκετές εξελικτικές θεωρίες μέχρι σήμερα έχουν χρησιμοποιήσει το Δαρβίνειο παράδειγμα του εκλεκτικού πλεονεκτήματος, ως πλαίσιο κατανόησης της εξελικτικού τύπου επιμονής της ψύχωσης. Για παράδειγμα η «υπόθεση της ειδογένεσης» (“speciation hypothesis”) του Crow (1997) υποστήριξε την ανάπτυξη της γλώσσας ως το αντίτιμο (price) της ψύχωσης.
Η υπόθεση της «δαπάνης μέσω του παραγώγου» (“costly byproduct”) του Burns (2004) υπέδειξε ότι η σχιζοφρένεια προέκυψε ως παράγωγο προϊόν (byproduct) της κοινωνικής γνωστικότητας, υποστηρίζοντας μια αλλαγή παραδείγματος (paradigm shift) που περιλαμβάνει μια νέα φιλοσοφία του νου, προς την κατεύθυνση μιας νέας «κοινωνιονευρολογικής» (“socioneurological”) θεώρησης των ψυχικών διαταραχών.
Η «θεωρία οριακού σημείου της υγείας» (“cliff-edge” fitness theory) υποστήριξε ότι κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυξάνουν τα επίπεδα υγείας μέχρι κάποιο συγκεκριμένο όριο ουδό, πέρα από το οποίο τα επίπεδα μειώνονται.
Οι Dodgson & Gordon (2009) υπέθεσαν ότι κάποιες ψευδαισθήσεις είναι εξελικτικά παράγωγα (byproducts) γνωσιακών συστημάτων που ανιχνεύουν την απειλή, γεγονός που υποδηλώνει μια επιλεγμένη γονιδιακή διάδοση ψευδώς θετικών, έναντι ψευδώς αρνητικών απαντήσεων (όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τις ψευδαισθήσεις επαγρύπνησης) σε κάποια μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας. Έτσι, κάποιες μειονεκτικές καταστάσεις σε κάποιους μπορεί να γίνονται ωφέλιμες στο σύνολο της ομάδας.
Οι Crespi & Badcock (2008) και Del Giudice et al, (2010) υπέθεσαν ότι η εμφάνιση του ψυχωτικού φάσματος (όπως και αυτό του αυτιστικού φάσματος), αναπαριστά τα παθολογικά άκρα διαφοροποίησης των ατόμων, μέσα στα πλαίσια αυτού που ονομάζουμε «κοινωνικός εγκέφαλος» (“social brain”).
Οι Crespi & Badcock (2008) επίσης υποστήριξαν ότι η ψύχωση χαρακτηρίζεται από υπερέκφραση (overexpression) των εκφραζόμενων από τη μητέρα γονιδίων, μια άποψη σύμφωνα με τη συγγενή θεωρία της γενωμικής αποτύπωσης (theory of genomic imprinting), που αναπαριστά μια γενετικοεξελικτική επέκταση των μοντέλων επιλογής των ειδών και σύγκρουσης των επιγόνων, και στην οποία εντυπωμένα γονίδια συνεισφέρουν τόσο στην έναρξη της ψύχωσης όσο και στη δημιουργία ποικιλότητας στη σχιζοτυπία.
Συμπερασματικά, οι εκδηλώσεις της υποουδικής σχιζοφρένειας παραπέμπουν σε ένα πολυγονιδιακό μοντέλο με ένα φάσμα συμπτωματολογίας, από το φυσιολογικό έως το ιδιοσυγκρασιακό και το σχιζοφρενικό. Φαίνεται μάλιστα ότι οι εκδηλώσεις αυτές συνοδεύονται συχνά από αυξημένη δημιουργικότητα και συνειρμική ικανότητα, γεγονός που μάλλον ενισχύει μακροπρόθεσμα την προσαρμοστικότητα και επιβίωση του ατόμου.
Φαίνεται λοιπόν ότι κάποιο επιλεκτικό πλεονέκτημα επιτρέπει αυτή τη γενετικά «θανατηφόρο» κατάσταση να επιβιώνει στην ανθρώπινη γονιδιακή δεξαμενή, προφανώς μέσω κάποιας μορφής ισορροπημένου πολυμορφισμού. Όπως αναλύθηκε παραπάνω, η αυξημένη συχνότητα των in vivo μεταλλάξεων μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη δημιουργικότητα, διάνοια ή γλωσσικές δεξιότητες.
Αυτά τα ίδια γονίδια μπορεί επίσης να παράγουν αύξηση του αριθμού των απογόνων των συγγενών πρώτου βαθμού των ατόμων με σχιζοφρένεια σε ορισμένους συγγενικούς κύκλους. Τελικά, φαίνεται ότι κάποια χαρακτηριστικά (traits) ενδέχεται να έχουν ένα μέγιστο επίπεδο έκφρασης το οποίο είναι ωφέλιμο στον πληθυσμό. Πέρα όμως από ένα κρίσιμο επίπεδο, το χαρακτηριστικό αυτό έχει σοβαρές ανεπιθύμητες συνέπειες στο –ψυχωτικό πλέον– άτομο.
Όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε και ο Sebastian Faulks, στο βιβλίο του Human Traces (2006), Η ψύχωση είναι το τίμημα που πληρώνουμε για να είμαστε αυτό που είμαστε. Πόσο πολύ άδικο είναι το γεγονός ότι το τίμημα αυτό δεν μοιράζεται παντού αλλά πληρώνεται από ένα άτομο από τους εκατό, για τους υπόλοιπους ενενήντα εννέα.
Πηγή: www.psychiatriki-journal.gr
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*