Σε μια μεγάλη μελέτη, Γερμανοί επιστήμονες έδειξαν ότι η φυσική κατάσταση συνδέεται με καλύτερη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου στους νέους ενήλικες.
Αυτό ανοίγει την πιθανότητα η αύξηση των επιπέδων φυσικής κατάστασης να μπορεί να οδηγήσει σε βελτιωμένες γνωστικές ικανότητες, όπως η μνήμη και η επίλυση προβλημάτων, καθώς και σε βελτιωμένες δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν μια δημόσια διαθέσιμη βάση δεδομένων 1206 εγκεφαλικών ανιχνεύσεων MRI από το Human Connectome Project, στο οποίο είχαν συνεισφέρει εθελοντές που ήθελαν να συμβάλουν στην επιστημονική έρευνα. Οι εθελοντές (μέσος όρος ηλικίας 30 ετών) υποβλήθηκαν σε ορισμένες πρόσθετες δοκιμές. Η πρώτη δοκιμή ήταν μια “δοκιμή περπατήματος 2 λεπτών”, όπου κάθε άτομο κλήθηκε να περπατήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα για 2 λεπτά και στη συνέχεια μετρήθηκε η απόσταση. Στη συνέχεια, οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε μια σειρά γνωστικών εξετάσεων, για να μετρήσουν τη μνήμη, την οξύτητα, την κρίση και την συλλογιστική.
Ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, ο Δρ. Jonathan Repple από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μονάχου, της Γερμανίας, δήλωσε: Η μεγάλη δύναμη αυτής της μελέτης είναι το μέγεθος της βάσης δεδομένων. Κανονικά όταν ασχολείσαι με τη μαγνητική τομογραφία, ένα δείγμα 30 ατόμων είναι αρκετά καλό, αλλά η ύπαρξη αυτής της μεγάλης βάσης δεδομένων MRI μας επέτρεψε να εξαλείψουμε ενδεχομένως παραπλανητικούς παράγοντες και να ενισχύσουμε σημαντικά την ανάλυση.
Οι δοκιμές ήταν σε θέση να δείξουν δύο βασικά σημεία: η καλύτερη επίδοση σε μια δοκιμή βάδισης 2 λεπτών σε νεαρούς υγιείς ενήλικες σχετίζεται με καλύτερη γνωστική απόδοση και δομική ακεραιότητα της λευκής ουσίας στον εγκέφαλο. Η υγιής λευκή ουσία είναι γνωστό ότι βελτιώνει την ταχύτητα και την ποιότητα των νευρικών συνδέσεων στον εγκέφαλο.
Ο Repple είπε: Με εκπλήσσει το γεγονός ότι ακόμη και σε έναν νεαρό πληθυσμό οι γνωσιακές επιδόσεις μειώνονται όσο μειώνονται τα επίπεδα της φυσικής κατάστασης. Αυτό μας οδηγεί στο να πιστέψουμε ότι η άσκηση είναι ένας παράγοντας για την υγεία του εγκεφάλου.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό European College of Neuropsychopharmacology.
Πηγή: zougla.gr