Οι παιδικές εμπειρίες διαμορφώνουν τη λευκή ουσία του εγκεφάλου με γνωστικές επιπτώσεις που εμφανίζονται χρόνια αργότερα.
Οι δυσχερείς εμπειρίες ζωής στην παιδική ηλικία έχουν συνδεθεί με μειωμένη ποιότητα και ποσότητα «οδών επικοινωνίας» της λευκής ουσίας στον εγκέφαλο κατά την εφηβεία. Ερευνητές αναφέρουν πως αυτή η μειωμένη συνδεσιμότητα σχετίζεται επίσης με χαμηλότερες επιδόσεις σε γνωστικά τεστ.
Ωστόσο, ορισμένοι κοινωνικοί προστατευτικοί παράγοντες, όπως οι θετικές σχέσεις με τους γονείς και τη γειτονιά, μπορεί να έχουν ευεργετική επίδραση.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο Proceedings of the National Academy of Sciences.
Η λευκή ουσία αποτελεί τη δίοδο επικοινωνίας του εγκεφάλου, επιτρέποντας στα νευρωνικά του δίκτυα να εκτελούν βασικές λειτουργίες που σχετίζονται με τη σκέψη και τη συμπεριφορά. Η ανάπτυξή της ξεκινά από την παιδική ηλικία και οι εμπειρίες αυτής της περιόδου φαίνεται να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το πώς εξελίσσεται και ωριμάζει η λευκή ουσία σε κάθε άτομο.
Οι συγγραφείς της μελέτης από το Τμήμα Νευρολογίας του Νοσοκομείου Brigham and Women’s, ήθελαν να διερευνήσουν τον ρόλο που παίζει αυτή η διαδικασία στη γνωστική λειτουργία κατά την εφηβεία.
Τα στοιχεία της λευκής ουσίας που σχετίζονται με το περιβάλλον της παιδικής ηλικίας είναι πολύ πιο διάχυτα σε ολόκληρο τον εγκέφαλο απ’ ό,τι νομίζαμε. Δεν είναι μόνο μία ή δύο περιοχές που επηρεάζουν τη σκέψη, ολόκληρος ο εγκέφαλος αντανακλά τις δυσκολίες που μπορεί να έχει ζήσει κάποιος νωρίς στη ζωή του, ανέφεραν.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δεδομένα από 9.082 παιδιά (περίπου τα μισά κορίτσια, με μέσο όρο ηλικίας τα 9,5 έτη), που συλλέχθηκαν στο πλαίσιο της μεγάλης μελέτης Adolescent Brain Cognitive Development (ABCD). Η μελέτη αυτή, η οποία διεξάγεται σε 21 κέντρα στις ΗΠΑ, συγκέντρωσε πληροφορίες για τη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου, τις γνωστικές ικανότητες, το περιβάλλον, τη διάθεση και την ψυχική υγεία των παιδιών.
Οι ερευνητές εξέτασαν διάφορες κατηγορίες πρώιμων περιβαλλοντικών παραγόντων: προγεννητικούς κινδύνους, ενδοοικογενειακές δυσκολίες, οικονομική στέρηση στην οικογένεια, αντιξοότητες στη γειτονιά, αλλά και κοινωνικούς παράγοντες ανθεκτικότητας.
Χρησιμοποίησαν τεχνικές απεικόνισης μέσω diffusion imaging για να μετρήσουν τη ανισοτροπία της διάχυσης (FA) – μια μέθοδο εκτίμησης της ακεραιότητας των συνδέσεων της λευκής ουσίας – και τον αριθμό των ινών (streamline count), ως δείκτη της «δύναμής» τους.
Μέσω ενός υπολογιστικού μοντέλου, συνέκριναν αυτά τα χαρακτηριστικά με τις πρώιμες εμπειρίες ζωής των παιδιών αλλά και με τις σημερινές τους γνωστικές ικανότητες, όπως τη γλωσσική κατανόηση και την αριθμητική σκέψη.
Η ανάλυση αποκάλυψε εκτεταμένες διαφορές στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, οι οποίες σχετίζονταν με το περιβάλλον που μεγάλωσαν τα παιδιά στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε μειωμένη ποιότητα συνδέσεων σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την αριθμητική ικανότητα και την κατανόηση της γλώσσας. Αυτές οι διαφορές εξηγούν εν μέρει τη σχέση ανάμεσα στις πρώιμες αντιξοότητες και τη χαμηλότερη γνωστική επίδοση στην εφηβεία.
Όλοι μας επηρεαζόμαστε από το περιβάλλον. Οι παράγοντες του περιβάλλοντός μας – από τις κοινωνικές σχέσεις και την οικογένεια μέχρι τις οικονομικές συνθήκες – διαμορφώνουν τον τρόπο που αναπτύσσεται ο εγκέφαλος και το σώμα μας, και κατ’ επέκταση, το τι μπορούμε να καταφέρουμε στη ζωή, σημειώνουν.
Πρέπει να προσπαθήσουμε ώστε όλο και περισσότερα παιδιά να έχουν σταθερά και υγιή οικογενειακά περιβάλλοντα – αυτά που ο εγκέφαλος “χρειάζεται” κατά την ανάπτυξή του.
Οι ερευνητές επισημαίνουν πως πρόκειται για μελέτη που βασίστηκε σε δεδομένα παρατήρησης, άρα δεν μπορούν να εξαχθούν αυστηρά αιτιακά συμπεράσματα. Επίσης, η απεικόνιση του εγκεφάλου έγινε σε μία μόνο χρονική στιγμή, κάτι που δεν επιτρέπει την παρακολούθηση της εξέλιξής του με την πάροδο του χρόνου.
Για πιο ασφαλή συμπεράσματα, απαιτούνται μελλοντικές μελέτες που θα παρακολουθούν παιδιά διαχρονικά, με απεικονίσεις του εγκεφάλου σε πολλαπλές φάσεις της ανάπτυξής τους.
Έρευνα: Carozza, Sofia, Whole-brain white matter variation across childhood environments, Proceedings of the National Academy of Sciences (2025). DOI: 10.1073/pnas.2409985122. doi.org/10.1073/pnas.2409985122
Απόδοση: Φωτεινή Κοφινά, Ψυχολόγος
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr