Η επιστημονική ομάδα πιστεύει ότι αυτό το πείραμα θα μπορούσε να εξελιχθεί και να καταφέρει να συνδέσει ολόκληρα ανθρώπινα δίκτυα.
Νευροεπιστήμονες κατάφεραν να επιτύχουν μια τριπλή εγκεφαλική σύνδεση προκειμένου να επιτρέψουν σε τρία άτομα να μοιραστούν τις σκέψεις τους και να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να παίξουν μαζί ένα παιχνίδι σε στυλ Tetris.
Η επιστημονική ομάδα πιστεύει ότι αυτό το πείραμα θα μπορούσε να εξελιχθεί και να καταφέρει να συνδέσει ολόκληρα ανθρώπινα δίκτυα.
Λειτουργεί μέσω ενός συνδυασμού ηλεκτροεγκεφαλογραφημάτων (EEG), για την καταγραφή των ηλεκτρικών παλμών που υποδηλώνουν την εγκεφαλική δραστηριότητα και διακρανιακής μαγνητικής διέγερσης (TMS), όπου οι νευρώνες διεγείρονται χρησιμοποιώντας μαγνητικά πεδία.
Οι ερευνητές ονόμασαν το σύστημα BrainNet και λένε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να συνδέσει πολλούς εγκεφάλους μαζί, ακόμη και μέσα από το διαδίκτυο.
Αλλά εκτός από τη διερεύνηση καινοτόμων μεθόδων επικοινωνίας, το BrainNet θα μπορούσε να μας δώσει περισσότερες πληροφορίες για το πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος σε ένα πιο ουσιαστικό επίπεδο.
Παρουσιάζουμε το BrainNet το οποίο, είναι η πρώτη μη επεμβατική άμεση διασύνδεση εγκεφάλων για τη συλλογική επίλυση προβλημάτων, γράφουν οι επιστήμονες. Η διασύνδεση επιτρέπει σε τρία άτομα να συνεργαστούν και να επιλύσουν μια εργασία επιτρέποντας την άμεση επικοινωνία των εγκεφάλων τους.
Στο πείραμα που δημιούργησαν οι επιστήμονες, δύο «αποστολείς» συνδέθηκαν με ηλεκτρόδια και τους ζητήθηκε να παίξουν ένα παιχνίδι σε στυλ Tetris, το οποίο περιελάμβανε την πτώση από τουβλάκια. Έπρεπε να αποφασίσουν αν κάθε τουβλάκι χρειαζόταν περιστροφή ή όχι πριν την τοποθέτησή του.
Για να γίνει αυτό, τους ζητήθηκε να κοιτάζουν μια από δύο λυχνίες που αναβόσβηναν σε κάθε πλευρά της οθόνης του υπολογιστή – η μία αναβόσβηνε στα 15 Hz και η άλλη στα 17 Hz, οι οποίες παρήγαγαν διαφορετικά σήματα στον εγκέφαλο, τα οποία και γίνονταν αντιληπτά από το εγκεφαλογράφημα.
Αυτές οι επιλογές στη συνέχεια μεταβιβάζονταν σε έναν μόνο «δέκτη» μέσω της διακρανιακής μαγνητικής διέγερσης, η οποία προκαλούσε εικονικές λάμψεις φωτός στο μυαλό του δέκτη, γνωστές ως φωσφονές.
Ο δέκτης δεν μπορούσε να δει ολόκληρη την περιοχή του παιχνιδιού, αλλά έπρεπε να περιστρέψει το τουβλάκι που έπεφτε μέσω της αποστολής ενός σήματος φωτός.
Εξετάζοντας πέντε διαφορετικές ομάδες τριών ατόμων, οι ερευνητές κατάφεραν ένα μέσο επίπεδο ακρίβειας 81,25%, το οποίο είναι αρκετά ικανοποιητικό για πρώτη προσπάθεια.
Προκειμένου να προσθέσουν ένα επιπλέον επίπεδο πολυπλοκότητας στο παιχνίδι, οι αποστολείς θα μπορούσαν να προσθέσουν ένα δεύτερο γύρο ανατροφοδότησης υποδεικνύοντας αν ο δέκτης είχε κάνει τη σωστή επιλογή ή όχι.
Οι δέκτες ήταν σε θέση να εντοπίσουν ποιοι από τους αποστολείς ήταν πιο αξιόπιστοι βασισμένοι μόνο και μόνο στην εγκεφαλική επικοινωνία, κάτι που όπως λένε οι επιστήμονες υπόσχεται την ανάπτυξη συστημάτων που θα ασχολούνται με πραγματικά σενάρια στον κόσμο, όπου ένας παράγοντας θα ήταν η ανθρώπινη αναξιοπιστία.
Και παρόλο που το τρέχον σύστημα μπορεί να μεταδώσει μόνο ένα bit δεδομένων σε μια στιγμή, η ομάδα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον και το Πανεπιστήμιο Carnegie Mellon πιστεύει ότι το σύστημα αυτό μπορεί να επεκταθεί στο μέλλον.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι παρόλο τα αποτελέσματα χρήζουν περαιτέρω διερεύνηση, η ανακάλυψη αυτή μας δείχνει έναν τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε τις σκέψεις μας ο ένας στον άλλον στο μέλλον – συγκεντρώνοντας ακόμα και νοητικές δεξιότητες για την αντιμετώπιση σημαντικών προβλημάτων.
Τα αποτελέσματά μας αυξάνουν τη δυνατότητα μελλοντικών εγκεφαλικών διασυνδέσεων που θα επιτρέπουν τη συλλογική επίλυση προβλημάτων από τον άνθρωπο χρησιμοποιώντας ένα «κοινωνικό δίκτυο» συνδεδεμένων εγκεφάλων, υποστηρίζουν οι επιστήμονες.
Έρευνα: BrainNet: A Multi-Person Brain-to-Brain Interface for Direct Collaboration Between Brains
Απόδοση-Επιμέλεια: PsychologyNow.gr