Η Θεραπεία Αποδοχής και Δέσμευσης εστιάζει στη διεργασία, όχι στα προβλήματα, με αποτέλεσμα να επιφέρει αλλαγές τόσο βαθιές που θα ξέρετε ότι βοηθάτε τους θεραπευόμενούς σας να ζήσουν μία ζωή γεμάτη νόημα και πληρότητα.

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 
άντρας προσπαθεί να συγχωρέσει τον εαυτό του

Ανεξάρτητα από τα λάθη του παρελθόντος μας, έχουμε την ικανότητα να προσφέρουμε την απόλυτη συγχώρεση στον εαυτό μας.


Έχουμε μια έμφυτη τάση να κατηγορούμε τον εαυτό μας όταν κάτι δεν πάει καλά στη ζωή μας. Αυτό συμβαίνει επειδή έχουμε εξελιχθεί για να βιώνουμε συναισθήματα όπως ντροπή και λύπη, ειδικά όταν συμπεριφερόμαστε με τρόπους που παραβιάζουν τις προσδοκίες του εαυτού μας και των άλλων.

Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι είστε παιδί και τσακώνεστε με ένα από τα μικρότερα αδέλφια σας. Και οι δύο σας θέλετε να παίξετε ένα βιντεοπαιχνίδι, όμως αυτό είναι μόνο για έναν παίκτη, οπότε λογομαχείτε για το πότε είναι η σειρά σας να παίξετε. Ο αδερφός σας αρνείται να σταματήσει το παιχνίδι, οπότε θυμώνετε και τον χτυπάτε στο στομάχι. Αποδυναμώνεται, πέφτει στο πάτωμα και αρχίζει να κλαίει.

Τις περισσότερες φορές, θα αισθανθείτε λίγο άσχημα και θα μετανιώσετε για αυτήν την απόφαση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ενεργήσατε με τρόπο που απογοητεύσατε τον εαυτό σας. Μέσα στην ένταση της στιγμής, συμπεριφερθήκατε παρορμητικά, με αποτέλεσμα να πληγώσετε ένα πρόσωπο αγαπητό σε εσάς.

Όλοι μας βιώνουμε ντροπή και λύπη ανά περιόδους. Και ενώ αυτά τα συναισθήματα μπορεί να μάς είναι άβολα, πολλοί ψυχολόγοι πιστεύουν ότι εξυπηρετούν μια χρήσιμη λειτουργία στη ζωή μας.

Αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μπορούν να μας ωθήσουν να προβληματιστούμε σχετικά με τις πράξεις μας, να μάθουμε μέσα από αυτές και να χρησιμοποιήσουμε αυτήν τη γνώση την επόμενη φορά που θα βρεθούμε σε μια παρόμοια κατάσταση. Με αυτόν τον τρόπο, τα συναισθήματά μας είναι ένα είδος «ένδειξης» η οποία μάς καθοδηγεί για το πώς πρέπει να συμπεριφερθούμε στο μέλλον.

Ωστόσο, μερικές φορές προσκολλόμαστε σε αυτά τα συναισθήματα και δεν μαθαίνουμε ποτέ μέσα από αυτά ή δεν συγχωρούμε τους εαυτούς μας. Αντ' αυτού, τα κουβαλάμε μαζί μας και συνεχώς μάς κατακρίνουμε εξαιτίας τους.

Ανεξάρτητα από τα λάθη του παρελθόντος μας, έχουμε την ικανότητα να προσφέρουμε την απόλυτη συγχώρεση στον εαυτό μας.

Ακολουθούν τα πιο σημαντικά βήματα που μπορούμε να κάνουμε για να επιτύχουμε την αυτο-συγχώρεση:

1. Αποδεχτείτε ότι όλοι κάνουν λάθη

Το πρώτο βήμα για να συγχωρήσετε τον εαυτό σας είναι να αποδεχτείτε ότι όλοι κάνουν λάθη. Κανείς δεν είναι τέλειος, και ακόμη και τα πιο ευφυή άτομα θα κάνουν λανθασμένες κρίσεις.

Επομένως, το να βιώνεις ντροπή και αμηχανία δεν σημαίνει ότι είσαι κατώτερος από κανέναν, απλά σημαίνει ότι είσαι άνθρωπος.

Αυτά τα συναισθήματα όχι μόνο είναι φυσιολογικά, αλλά συχνά αποτελούν απαραίτητο κομμάτι της ζωής μας, οπότε η δυνατότητα συγχώρεσης του εαυτού σου δεν σημαίνει ότι δεν θα συνεχίσεις να βιώνεις ντροπή ή ενοχή.

Αντίθετα, σημαίνει ότι αποδέχεσαι αυτά τα συναισθήματα όταν συμβαίνουν, ενώ ταυτόχρονα δεν προσκολλάσαι σε αυτά ούτε εστιάζεις όλη τη ζωή σου γύρω τους. Αποτελούν μόνο ένα μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου συνόλου.


Διαβάστε σχετικά: Ο Εαυτός μας. O άγνωστος μόνιμος σύντροφος της ζωής μας


2. Μην υποτιμάτε τους περιστασιακούς παράγοντες

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε πλήρη ελευθερία σε όλες τις επιλογές μας. Ωστόσο, έρευνες ψυχολογίας μάς δείχνουν ότι οι περιστασιακοί παράγοντες μπορούν μερικές φορές να υπερνικήσουν την κρίση μας.

Στο δημοφιλές πείραμα του Μίλγκραμ, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να στείλουν ένα «θανατηφόρο ηλεκτροσόκ» σε έναν συμμετέχοντα που βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο (το οποίο δε συνέβαινε στην πραγματικότητα). Η μελέτη διαπίστωσε ότι το 65% των συμμετεχόντων ενέδωσαν σε αυτήν την πίεση, απλώς και μόνο επειδή η εντολή τους δόθηκε από τον επικεφαλής του εργαστηρίου, ο οποίος επέμενε ότι το «πείραμα έπρεπε να συνεχιστεί».

Ο Μίλγκραμ χρησιμοποίησε αυτήν τη μελέτη για να εξηγήσει την «υπακοή στην εξουσία» η οποία ήταν ανεξέλεγκτη στους Ναζί, κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Είναι εκπληκτικά τα πράγματα που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι όταν παίρνουν εντολή από μία φιγούρα εξουσίας, ωστόσο πρόκειται για μια επιρροή στην οποία είμαστε όλοι ευάλωτοι.

Μια άλλη μελέτη που δείχνει τη δύναμη των περιστασιακών παραγόντων, είναι το πείραμα φυλακών του Στάνφορντ. Σε αυτή τη μελέτη, ανατέθηκε τυχαία στους συμμετέχοντες να υποδυθούν είτε το ρόλο του «φυλακισμένου» ή του «φύλακα» σε ένα εικονικό περιβάλλον φυλακής. Όπως αποδείχθηκε, οι περιστασιακοί παράγοντες ήταν τόσο ισχυροί που οι συμμετέχοντες άρχισαν να ενεργούν σαν να ήταν όντως κρατούμενοι και φρουροί.

Πολλοί από τους «φρουρούς» επέβαλαν αυταρχικά μέτρα και υπέβαλαν μερικούς από τους φυλακισμένους σε ψυχολογικά βασανιστήρια, παρ’ όλο που γνώριζαν ότι δεν υπήρχε στην πραγματικότητα ένα αληθινό καθεστώς φυλακής.

Αυτές οι καταστάσεις δεν δικαιολογούν την κακή συμπεριφορά, αλλά βοηθούν να εξηγήσουν αυτές τις συμπεριφορές και τις συνθήκες που τις πλαισιώνουν. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε τουλάχιστον να καταλάβουμε γιατί ενδέχεται να ενδώσουμε περιστασιακά σε αυτές τις αρνητικές επιρροές και να κάνουμε άσχημα πράγματα, παρ’ όλο που δεν το θέλουμε.

3. Δεν έχετε τον έλεγχο των πάντων

Μερικές φορές συμβαίνουν άσχημα πράγματα για τα οποία έχουμε λίγο ή καθόλου έλεγχο. Δυστυχώς, αυτό δεν μας αποτρέπει από το να κατακρίνουμε ή να τιμωρούμε τους εαυτούς μας για αυτά τα γεγονότα.

Μπορεί να βρισκόμαστε στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή ή να εμπλεκόμαστε σε έναν «μαγικό τρόπο σκέψης» που μας οδηγεί να πιστέψουμε ότι εμείς έχουμε προκαλέσει μία κατάσταση, ενώ στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει.

Ορισμένες φορές αναλαμβάνουμε υπερβολική ευθύνη για αυτά που συμβαίνουν στους άλλους. Όπως, για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να κατηγορεί τον εαυτό του για το διαζύγιο των γονιών του ή όταν κάποιο δικό μας πρόσωπο πεθαίνει, εμείς πιστεύουμε ότι «έπρεπε να ήμασταν δίπλα του», παρ’ όλο που δεν μπορούσαμε να το γνωρίζουμε.

Το μυαλό μας είναι προγραμματισμένο για να δημιουργεί αιτιώδεις συσχετίσεις μεταξύ των εαυτών μας και των γεγονότων που συμβαίνουν στη ζωή μας, αλλά είναι επίσης πολύ επιρρεπές σε λάθη.

Μπορεί να πιστεύουμε ότι η αγαπημένη μας ποδοσφαιρική ομάδα έχασε τον αγώνα επειδή δεν πήγαμε στον αγώνα ή επειδή τον παρακολουθήσαμε από την τηλεόραση. Ωστόσο, αν αναρωτηθούμε, ξέρουμε ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να είχε επηρεάσει το αποτέλεσμα με έναν ρεαλιστικό τρόπο.

Η αλήθεια είναι ότι δεν ελέγχουμε τα πάντα ούτε μπορούμε να γνωρίζουμε τα πάντα. Η κατανόηση αυτών των προσωπικών περιορισμών διαδραματίζει μεγάλο ρόλο στο να μην κατηγορούμε τον εαυτό μας για γεγονότα τα οποία δεν μπορούμε να επηρεάσουμε.

4. Αποκομίστε κάτι θετικό από κάθε εμπειρία

Μπορείτε να πάρετε κάτι θετικό από κάθε εμπειρία που βιώνετε. Ακόμα και όταν κάνετε ένα λάθος ή ντρέπεστε για τον εαυτό σας, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε αυτήν την εμπειρία ως ένα «εργαλείο εκμάθησης», προκειμένου να σάς βοηθήσει να γίνετε πιο ευφυείς και καλύτεροι άνθρωποι στο μέλλον.

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, τα αρνητικά συναισθήματα μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις μελλοντικές συμπεριφορές μας. Η ντροπή και η λύπη μας διδάσκουν να μην υιοθετούμε συγκεκριμένες συμπεριφορές που μπορεί να βλάψουν τον εαυτό μας ή τους άλλους. Συχνά δεν μπορούμε να προσφέρουμε την απόλυτη συγχώρεση στον εαυτό μας, αν δεν αφομοιώσουμε αυτά τα συναισθήματα και δεν μάθουμε τι μπορούμε να κάνουμε με αυτά.

Αντιθέτως, εάν δεν μάθουμε μέσα από αυτά τα συναισθήματα, είναι πιθανό να επαναλάβουμε τις αρνητικές και καταστροφικές συμπεριφορές από τις οποίες πηγάζουν. Κάποιες φορές πρέπει να επαναλάβουμε ένα λάθος αρκετές φορές πριν να «μάθουμε καλά» το μάθημά μας και να μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά.

Μόλις μάθουμε το μάθημα που κρύβουν τα συναισθήματά μας, είναι σαν να φεύγει ένα βάρος από τους ώμους μας. Δεν χρειάζεται πλέον να εμμένουμε στη ντροπή και τη λύπη, αλλά αισθανόμαστε χαρούμενοι που πήραμε αυτό το μάθημα και αισθανόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, στο τέλος της ημέρας.


Διαβάστε σχετικά: Συγχώρεση: Ένα νέο κεφάλαιο της ιστορίας σου


5. Προσπαθήστε να συγχωρήσετε τους άλλους

Είμαστε όλοι μας ευάλωτοι στα ίδια ελαττώματα και ατέλειες. Επομένως, πρέπει να προσφέρουμε συγχώρεση όχι μόνο στον εαυτό μας, αλλά και στην οικογένειά μας, στους φίλους μας, στους συναδέλφους μας, στους γνωστούς μας, ακόμα και στους εχθρούς μας.

Η συγχώρεση δεν σημαίνει ότι πρέπει να συνεχίσουμε μια σχέση με κάποιον που μάς έχει πληγώσει ή απογοητεύσει. Αντιθέτως σημαίνει ότι συμμεριζόμαστε την κακή συμπεριφορά αυτού του ατόμου και ελπίζουμε ότι τελικά θα διορθωθεί και θα βρει τον δρόμο του.

Αν μπορέσουμε να συγχωρέσουμε τους άλλους, τότε είναι ευκολότερο να συγχωρούμε και εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας όταν ανακαλύπτουμε ότι και εμείς έχουμε βρεθεί σε μια παρόμοια κατάσταση.

Μοιάζουμε πολύ περισσότερο με τους άλλους ανθρώπους από ό,τι νομίζουμε. Μόλις αναγνωρίσουμε τις ομοιότητές μας ως ανθρώπινα όντα, μπορούμε να γίνουμε περισσότερο ευγενικοί και ελαστικοί ως προς τις κρίσεις απέναντι στους γύρω μας.


Sof Pol
Πηγή: theemotionmachine.com

Απόδοση: Σοφία Πολυχρονάκη
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr

 

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 
γυναίκα ξεπερνάει τις πεποιθήσεις που μας περιορίζουν

Αν βρισκόμαστε συνεχώς δεμένοι σε έναν «φράχτη», είναι επιλογή μας αν θα συνεχίσουμε να φανταζόμαστε τι άλλο θα μπορούσε να υπάρχει έξω από αυτόν ή αν θα το ανακαλύψουμε διεκδικώντας την ελευθερία και την ανεξαρτησία μας.


Υπάρχει μια γνωστή αλληγορία με έναν μικρό ελέφαντα που είναι δεμένος σε ένα φράχτη προσπαθώντας να σπάσει τα δεσμά του χωρίς επιτυχία. Κάποια στιγμή λοιπόν, μετά από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες, αποδέχεται την μοίρα του και συμφιλιώνεται με την ιδέα της αιχμαλωσίας. Μετά από χρόνια, ο μικρός ελέφαντας μεγαλώνει και έχοντας αποκτήσει πλέον τεράστια δύναμη μπορεί με μεγάλη ευκολία να φύγει από τον φράχτη και να κατακτήσει την ελευθερία του. Ωστόσο, δεν το κάνει επειδή πιστεύει από μικρός ότι ο φράχτης είναι ένα αμετακίνητο εμπόδιο και παραμένει για πάντα καθηλωμένος εκεί.

Η αλληγορία του μικρού ελέφαντα μας φέρνει στο μυαλό πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που λόγω κάποιων περιοριστικών πεποιθήσεων, απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από τους στόχους και τις επιθυμίες τους, αναβάλλουν σημαντικά πράγματα (π.χ. να κυνηγήσουν την δουλειά των ονείρων τους, να δημιουργήσουν την σχέση που θέλουν, να αφήσουν τον σύντροφο με τον οποίο δε ταιριάζουν) και τελικά δεν ζουν την ζωή τους αξιοποιώντας όλες τους τις δυνατότητες. Πώς σχηματίζονται όμως γενικά οι πεποιθήσεις στην ζωή; Ποιες είναι οι πεποιθήσεις που μας περιορίζουν και σε ποιες κατηγορίες ανήκουν; Και τέλος, τι μπορούμε να κάνουμε για να τις ξεπεράσουμε;

Ο σχηματισμός των πεποιθήσεων

Μια πεποίθηση είναι μια συναισθηματικά επενδυμένη ψυχική αναπαράσταση του τρόπου με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας, τους γύρω μας και τον κόσμο γενικότερα. Είναι το αποτέλεσμα των παρελθοντικών εμπειριών (καλών και κακών) που είχαμε ως παιδιά, αρχικά με τους πρώτους φροντιστές (γονείς) και έπειτα με τον υπόλοιπο κόσμο. Ο εγκέφαλός μας αντιλαμβάνεται αυτές τις πεποιθήσεις, ακόμα και όταν είναι κάποιες φορές παράλογες, ως αναμφισβήτητες αλήθειες.

Οι πεποιθήσεις που έχουμε σχηματίσει με βάση την αλληλεπίδραση που είχαμε στην πρώιμη παιδική ηλικία με τους γονείς μας, είναι βαθιά ριζωμένες μέσα μας, ανακινούν πολλές φορές συναισθήματα που βρίσκονται στο υποσυνείδητό μας και έχουν ισχυρό αντίκτυπο στις επιλογές που κάνουμε στο εδώ και τώρα.

Για παράδειγμα, αν είχαμε έναν γονέα που δεν επιβράβευε την προσπάθειά μας και διαρκώς ζητούσε το κάτι παραπάνω από εμάς, μπορεί να διαμορφώσαμε την πυρηνική πεποίθηση ότι δεν είμαστε ποτέ αρκετά καλοί ή ότι δεν αξίζουμε.

Τέτοιες και άλλες παρόμοιες πεποιθήσεις όμως, μάς συνοδεύουν και στην ενήλικη ζωή εμποδίζοντας συχνά την προσωπική μας εξέλιξη, δημιουργώντας προβλήματα στις σχέσεις μας με τους άλλους και κινητοποιώντας ένα μόνιμο άγχος που τις περισσότερες φορές είναι μόνο η «κορυφή του παγόβουνου».


Διαβάστε σχετικά: Οι περιοριστικές πεποιθήσεις εμποδίζουν έναν πιο ψυχικά υγιεινό τρόπο ζωής


Οι 3 κατηγορίες των περιοριστικών πεποιθήσεων

Οι πεποιθήσεις που μας περιορίζουν λοιπόν είναι τα «προσωπικά αφηγήματα» ή οι ακλόνητες «αλήθειες» που λέμε στον εαυτό μας και μας σταματάνε από το να γίνουμε αυτοί που θέλουμε. Όπως ο ενήλικος ελέφαντας, έτσι και εμείς, μένουμε συχνά ακινητοποιημένοι σε ένα μέρος χωρίς να το καταλαβαίνουμε και χωρίς να μπορούμε να φανταστούμε πως θα ήταν η ζωή μας μακριά από τον… φράχτη. Οι τρεις βασικές κατηγορίες των περιοριστικών πεποιθήσεων που μάς εμποδίζουν να ζήσουμε την ζωή μας έτσι όπως επιθυμούμε είναι:

  • Περιοριστικές πεποιθήσεις για τον εαυτό: δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε γιατί κάτι πηγαίνει εγγενώς «λάθος» με εμάς.
  • Περιοριστικές πεποιθήσεις για τον κόσμο: δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε γιατί οι άλλοι δεν θα μας το επιτρέψουν.
  • Περιοριστικές πεποιθήσεις για την ζωή: δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε γιατί η ζωή είναι δύσκολη.

Περιοριστές πεποιθήσεις για τον εαυτό

Τίποτα δεν μας κρατά πίσω όσον αφορά τους στόχους και τις επιθυμίες μας, όσο οι αρνητικές κρίσεις και προβλέψεις για τον εαυτό. Αυτό συμβαίνει γιατί όλες οι περιοριστικές πεποιθήσεις για τον εαυτό είναι επενδυμένες με αισθήματα ανεπάρκειας, έλλειψης ασφάλειας, φροντίδας ή αποδοχής που βιώσαμε σε κάποια ευάλωτη περίοδο της ζωής μας.

Η κρισιμότητα της ηλικιακής περιόδου και η συχνότητα βίωσης αυτών των τραυματικών γεγονότων καθορίζουν ως επί των πλείστων το πόσο βαθιά ριζωμένες είναι αυτές οι πεποιθήσεις και το μέγεθος των δυσκολιών που μάς προκαλούν. Οι πιο συχνές περιοριστικές πεποιθήσεις που βγαίνουν στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια μιας θεραπευτικής συνεδρίας, αφορούν κάποιο προσωπικό μας χαρακτηριστικό, εξωτερικό ή/και εσωτερικό.

Κάποιοι θεραπευόμενοι θα μου πουν για παράδειγμα ότι είναι χαζοί, ότι δεν έχουν ωραίο σώμα, ότι είναι ανίκανοι, αδύναμοι, «τεμπέληδες» ή κοινωνικά αδέξιοι. Το δυσκολότερο κομμάτι με τις πεποιθήσεις που βασίζονται σε εξωτερικά προσωπικά μας γνωρίσματα, είναι ότι τις (περισσότερες φορές) δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε. Αν έχουμε αποφασίσει λοιπόν ότι ο κόσμος μας μισεί επειδή είμαστε… κοντοί, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό.

Ωστόσο, στην κλινική μου πρακτική, παρατηρώ αρκετά συχνά ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις πεποιθήσεις που βασίζονται σε αρνητικά γνωρίσματα του χαρακτήρα μας. Για παράδειγμα, ακούω κάποιους θεραπευόμενους να μου λένε ότι δεν μπορούν να λήξουν μια σχέση γιατί είναι αδύναμοι ή ότι δεν μπορούν να ενταχθούν σε μια παρέα γιατί δεν ξέρουν τι να πουν ή ότι δεν καταφέρνουν ποτέ να ολοκληρώσουν κάτι γιατί είναι αναβλητικοί, έχουν διάσπαση προσοχής ή… ΔΕΠΥ.

Αυτό που μας κρατά λοιπόν καθηλωμένους σε αυτές τις πεποιθήσεις και στο γεγονός ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να τις αλλάξουμε, είναι τα συναισθήματά μας. Λέμε για παράδειγμα στον εαυτό μας, ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε νέους ανθρώπους γιατί νιώθουμε συνεχώς θλίψη και κανείς δεν θα μας συμπαθήσει, ή ότι δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στη δουλειά γιατί νιώθουμε ντροπή με την απόδοσή μας ή ότι δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε την σχέση που θέλουμε γιατί νιώθουμε διαρκώς θυμό με τον άλλο.

Υπάρχει όμως ένα παράδοξο μέσα σε όλες τις συναισθηματικά επενδυμένες πεποιθήσεις: αυτό που χρειάζεται να κάνουμε για να διαχειριστούμε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, είναι αυτό που κάθε φορά αποφεύγουμε να κάνουμε. Όταν αισθανόμαστε θλίψη, η αλληλεπίδραση και η επαφή με τους άλλους βελτιώνουν τη διάθεσή μας, όταν φοβόμαστε την κριτική των άλλων, η έκθεση στην φοβική συνθήκη μας βοηθά να διαχειριστούμε σταδιακά την ντροπή, όταν είμαστε θυμωμένοι με τον άλλο και δεν θέλουμε να του μιλήσουμε, η επικοινωνία είναι πιθανό να μας βοηθήσει να εκφράσουμε και να ξεπεράσουμε αυτόν τον θυμό. Το να μην κάνουμε λοιπόν τίποτα από όλα αυτά, δημιουργεί «φαύλους κύκλους» μέσα στους οποίους διαιωνίζονται αυτές οι περιοριστικές πεποιθήσεις και στο τέλος καταλήγουμε να βιώνουμε ακόμα πιο έντονα τα αρχικά αρνητικά συναισθήματα.

Περιοριστικές πεποιθήσεις για τον κόσμο

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις δεν εμποδίζουν την προσωπική μας εξέλιξη μόνο όταν έχουμε μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό, αλλά και όταν αισθανόμαστε ιδιαίτεροι και ξεχωριστοί σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο και πιστεύουμε ότι χρήζουμε ειδικής μεταχείρισης.

Για παράδειγμα, πιστεύουμε ότι έχουμε εξαιρετικές επιχειρηματικές ιδέες, αλλά κανείς δεν είναι έτοιμος να τις καταλάβει ή ότι θα γράφαμε ένα βιβλίο, αλλά κανείς δεν θα εκτιμούσε την πολυπλοκότητα των εννοιών που θα υπήρχαν σε αυτό ή ότι θα κάναμε καριέρα στην μουσική, αλλά δεν υπάρχει κάποιος που μπορεί να αναγνωρίσει το ταλέντο μας.

Σε βαθύτερο επίπεδο, οι περιοριστικές πεποιθήσεις για τον κόσμο, κρύβουν ένα φόβο απόρριψης και εγκατάλειψης από τους άλλους οι οποίοι δεν θα μας επιτρέψουν να αξιοποιήσουμε όλες τις δυνατότητές μας ή δεν θα μας αποδεχτούν έτσι όπως είμαστε. Συμπεριφερόμαστε λοιπόν ως θύματα και διαχωρίζουμε τον «καλό» εαυτό μας από τον «κακό» κόσμο με σκοπό να αντέξουμε τις άλυτες και ασυνείδητες εσωτερικές μας συγκρούσεις.

Περιοριστικές πεποιθήσεις για την ζωή

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις γύρω από την ζωή εμποδίζουν την προσωπική μας εξέλιξη, γιατί όταν βασιζόμαστε μόνο σε αυτές, θεωρούμε ότι κάθε προσπάθεια είναι καταδικασμένη να αποτύχει αφού ήδη κάποιος άλλος έχει κάνει/πει/δημιουργήσει κάτι που ήταν δικό μας όνειρο και τώρα δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος για εμάς ώστε να το κυνηγήσουμε.

Η πιο συχνή δικαιολογία που χρησιμοποιούμε όμως για να μην προσπαθήσουμε να αλλάξουμε κάτι στην ζωή μας (όπως να υιοθετήσουμε υγιεινές διατροφικές συνήθειες ή να ξεκινήσουμε μια νέα δραστηριότητα) είναι η έλλειψη χρόνου. Η δικαιολογία «δεν έχω χρόνο» προκύπτει από τον τρόπο που αποφασίζουμε να ιεραρχήσουμε τις προτεραιότητες για τις οποίες ενδιαφερόμαστε πραγματικά, οπότε τις περισσότερες φορές είναι αβάσιμη.

Η δεύτερη πιο συχνή δικαιολογία για να μην προσπαθήσουμε κάτι είναι η αντίληψη ότι αυτό που θέλουμε απλά «δεν υπάρχει». Λέμε για παράδειγμα ότι η αγάπη μεταξύ δύο ανθρώπων είναι κάτι φευγαλέο στην καλύτερη περίπτωση και κάτι φτιαχτό στην χειρότερη, οπότε δεν υπάρχει. Ή ότι οι άνθρωποι είναι εγωιστές και κάποιοι στιγμή όλοι μας απογοητεύουν, οπότε η έννοια της φιλίας δεν υπάρχει.

Αυτό που μας κρατά δέσμιους αυτών των πεποιθήσεων είναι και πάλι η ανάγκη μας να είμαστε ιδιαίτεροι και ξεχωριστοί και να έχουμε ειδική πρόσβαση σε μια γνώση που μόνο λίγοι μπορούν να «αντέξουν». Συνεπώς, είμαστε σίγουροι ότι εμείς έχουμε δίκιο και ότι οι άλλοι απλά παραπλανούν τους εαυτούς τους.

«Τι θα συμβεί αν κάνω λάθος»;

Συνήθως, το πρώτο βήμα για να ξεπεράσουμε τις περιοριστικές πεποιθήσεις για τον εαυτό, τον κόσμο και την ζωή είναι να τις τοποθετούσε πάνω σε μια ρεαλιστική βάση και να τις αξιολογήσουμε. Θα μπορούσε να ισχύει κάτι άλλο πέρα από αυτό που πιστεύουμε; Ποια στοιχεία από το παρελθόν δείχνουν ότι όντως δεν είμαι έξυπνος ή ότι δεν ξέρω τι να πω σε μια συζήτηση και ποια δείχνουν το αντίθετο;

Κάντε λοιπόν μια λίστα με όλες τις περιοριστικές πεποιθήσεις και προσπαθήστε να βρείτε απτά δεδομένα από το παρελθόν που είτε τις επιβεβαιώνουν, είτε τις διαψεύδουν. Αν κάποια πεποίθηση σε αυτή την λίστα είναι δύσκολο να αξιολογηθεί, προχωρήστε στην επόμενη. Στην παρούσα φάση, ο στόχος είναι να δούμε ότι αυτό που πιστεύουμε δεν είναι, με βάση την λογική, ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, παρόλο που μπορεί να το αισθανόμαστε ως τέτοιο.

«Με ποιο τρόπο με εξυπηρετεί αυτή η πεποίθηση»;

Πιστεύουμε γενικά ότι είμαστε θύματα των περιοριστικών πεποιθήσεων, αλλά είναι αρκετά πιθανό, να μας έχουν εξυπηρετήσει κάποια στιγμή στην ζωή μας. Ο μικρός ελέφαντας σταμάτησε από ένα σημείο και μετά να προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά του για να μην βιώνει άλλο την αποτυχία και τον πόνο.

Όταν διαπιστώσουμε λοιπόν το δευτερογενές όφελος μιας περιοριστικής πεποίθησης, μπορούμε να δούμε καλύτερα αν αξίζει να συνεχίσουμε να ζούμε με αυτήν ή όχι. Ας μην ξεχνάμε ότι τα αρνητικά συναισθήματα είναι τις περισσότερες φορές αυτά που κινητοποιούν τη δράση μας και μας ωθούν να επιλέξουμε τον δρόμο της αλλαγής.

«Ποια είναι η πηγή των περιοριστικών πεποιθήσεων»;

Για να διερευνήσουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες σχηματίστηκαν οι περιοριστικές πεποιθήσεις, πρέπει να ανατρέξουμε σε γεγονότα του πρόσφατου ή μακρινού παρελθόντος. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή είναι συναισθηματικά επίπονη και γίνεται συνήθως με την βοήθεια και την καθοδήγηση ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας. Σε αυτό το βήμα, η αναβίωση των ξεχασμένων συναισθημάτων και η έκφρασή τους είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αποδυνάμωση της πεποίθησης.

Ωστόσο, μια ερώτηση που μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας προς αυτήν την κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι η εξής: Πότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ότι δεν είμαι αρκετός/ότι δεν αξίζω/ότι δεν είμαι αγαπητός/ότι δεν με προσέχουν αρκετά; Ποιες εικόνες ή πρόσωπα από το παρελθόν ξεπηδούν αυτόματα στο μυαλό μου; Στην συνέχεια, καλό είναι να γράψουμε ό,τι μας ήρθε στο μυαλό και να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τα συναισθήματα που έχουν αναδυθεί.

«Ποια θα μπορούσε να είναι η εναλλακτική πεποίθηση»;

Αφού έχουμε αξιολογήσει την περιοριστική πεποίθηση, είναι σημαντικό να βρούμε μια εναλλακτική η οποία θα είναι πιο ρεαλιστική και λειτουργική. Δεν είναι απαραίτητο να πιστεύουμε 100% από την αρχή στην εναλλακτική πεποίθηση, αλλά να αφήσουμε ανοιχτή την πιθανότητα ότι μπορεί να ισχύει. Για να το καταφέρουμε αυτό, μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας από την πλευρά ενός τρίτου παρατηρητή. Τι θα λέγαμε σε έναν φίλο που θα είχε την ίδια περιοριστική πεποίθηση;

Ας μην ξεχνάμε, ότι κάθε φορά, ακόμα και όταν δεν το καταλαβαίνουμε, επιλέγουμε τις πεποιθήσεις μας (και υπάρχουν πολλές… διαθέσιμες επιλογές). Το ζήτημα είναι να αποκτούμε παραπάνω έλεγχο πάνω σε αυτήν τη διαδικασία και να την κάνουμε πιο συνειδητά, είτε αφορά τα απλά καθημερινά πράγματα, είτε πρόκειται για «αποφάσεις ζωής». Καμία κατάσταση λοιπόν δεν έχει ένα νόημα εκ των προτέρων, εκτός από το νόημα που της δίνουμε εμείς.


Διαβάστε σχετικά: Οι πεποιθήσεις που μας εμποδίζουν να ζήσουμε τη ζωή που θέλουμε


«Επαληθεύονται οι εναλλακτικές πεποιθήσεις από την πραγματικότητα»;

Το τελευταίο και πιο σημαντικό βήμα είναι να ελέγξουμε τις εναλλακτικές πεποιθήσεις σε διάφορα σενάρια της πραγματικότητας και να κάνουμε έκθεση στην φοβική συνθήκη που μπορεί να αποφεύγουμε για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας από τα αρνητικά συναισθήματα. Η έκθεση για κάποιους μπορεί να σημαίνει να ζητήσουν από ένα ελκυστικό άτομο ένα ραντεβού, να διεκδικήσουν μια καλύτερη θέση εργασίας, ή να μιλήσουν στο σύντροφό/οικογένειά τους για τις πιο ευάλωτες πλευρές του εαυτού τους.

Είναι σημαντικό όμως να μην χρησιμοποιήσουμε το άγχος μας, αφού κάνουμε την έκθεση, ως «βαρόμετρο» της επιτυχίας μας. Κάθε φορά που δοκιμάζουμε κάτι καινούργιο, θα έχουμε άγχος το οποίο θα μειώνεται σε κάθε επόμενη έκθεση. Αν αντιμετωπίσουμε λοιπόν τις πεποιθήσεις μας (περιοριστικές ή μη) ως «πειραματιστές», διαπιστώνουμε ότι πάντα υπάρχει διαθέσιμος χώρος για περισσότερη εξέλιξη και ότι ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να την ανακόπτει, τις περισσότερες φορές, είμαστε εμείς.

Συμπέρασμα

Όλοι οι άνθρωποι έχουμε κάποιες πεποιθήσεις που μας περιορίζουν, αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι χρειαζόμαστε βοήθεια από κάποιον ειδικό, εκτός και αν νιώθουμε ότι επηρεάζουν σημαντικά την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική μας ζωή. Αν βρισκόμαστε συνεχώς λοιπόν δεμένοι σε έναν «φράχτη», είναι επιλογή μας αν θα συνεχίσουμε να φανταζόμαστε τι άλλο θα μπορούσε να υπάρχει έξω από αυτόν ή αν θα το ανακαλύψουμε διεκδικώντας την ελευθερία και την ανεξαρτησία μας.


*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

 

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 
ζευγάρι σε συντροφική σχέση με αξιακό σύστημα

Σε μια συντροφική σχέση η ύπαρξη κοινού αξιακού συστήματος είναι καθοριστική καθώς αποτελεί τη θεμελιώδη βάση πάνω στην οποία θα εκφραστούν, θα διαμορφωθούν και θα μετασχηματιστούν οι ατομικές ανάγκες των συντρόφων αλλά και οι ανάγκες του ζευγαριού ως μονάδα.


Το αξιακό μας σύστημα, ο μοναδικός συνδυασμός των αξιών που είναι σημαντικές για εμάς (όπως ειλικρίνεια, εντιμότητα, σεβασμός, αφοσίωση, τιμιότητα), επηρεάζει τη ζωή μας, τη σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους, τις αξιολογήσεις, τη συμπεριφορά και τις αποφάσεις μας. Αποτελεί, δε, την προσωπική μας πυξίδα για να είμαστε συνεπείς με τον εαυτό μας και να βιώνουμε τη ζωή μας σύμφωνα με τις δικές μας προτεραιότητες.

Είναι σημαντικό, λοιπόν, δύο σύντροφοι να μοιράζονται τις ίδιες αξίες που να διαμορφώνουν το βασικό πυρήνα του αξιακού τους συστήματος ως ζευγάρι για να μπορούν να «επιστρέφουν» σε αυτό, ειδικά, σε κρίσιμες -για τη συντροφική ζωή- περιόδους.

Ωστόσο, συχνά, στις συντροφικές σχέσεις -παρά το κοινό αξιακό σύστημα- οι ατομικές ανάγκες του ενός έρχονται σε σύγκρουση με αυτές του άλλου με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εντάσεις στο ζευγάρι. Όπως αναφέρει η Ιωαννίδου (2012) μια εσωτερική ανάγκη ή ένα εξωτερικό γεγονός μπορεί να προκαλέσει διατάραξη που να οδηγήσει ένα ζευγάρι σε κρίση.

Πρόκειται για ανάγκες που -κάποιες φορές- δε γνωρίζουμε ούτε οι ίδιοι ότι έχουμε ή και αν τις γνωρίζουμε ίσως δυσκολευόμαστε -για διάφορους λόγους- να τις επικοινωνήσουμε με τρόπο καλό για εμάς και τη σχέση μας με τον/την σύντροφο. Συχνά, καθώς οι ανάγκες αυτές είναι σημαντικές για εμάς, αναζητούμε την ικανοποίησή τους υιοθετώντας συμπεριφορές που όχι μόνο δε μας βοηθούν αλλά -επιπλέον- δημιουργούν δυσκολίες και εντάσεις στη συντροφική σχέση.

Κάποιες φορές, στην προσπάθεια ικανοποίησης αυτών των αναγκών, οι δύο σύντροφοι μπαίνουν σε μια διαμάχη που καταλήγει στην αναζήτηση του ενόχου. Η προσπάθεια για την ανάδειξη του ενόχου οδηγεί και τους δύο συντρόφους σε ένα συνεχές κατηγορητήριο του ενός για τον άλλον που τους απομακρύνει από το αρχικό τους αίτημα -την ικανοποίηση κάποιας ανάγκης- και καταλήγει στη σύγκρουση.

Άλλες πάλι φορές, ο ένας από τους συντρόφους διεκδικεί από τη σχέση αυτό που χρειάζεται με τρόπο πιεστικό και επικριτικό και ο άλλος, σε μια προσπάθεια να αμυνθεί στην κριτική που του ασκείται, απομακρύνεται. Τέλος, υπάρχουν και τα ζευγάρια που έχουν παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση του ενός για τον άλλον και επικρατεί μια φαινομενική -μόνο- ηρεμία καθώς απουσιάζει οποιαδήποτε σύνδεση ανάμεσά τους.

Πρόκειται, λοιπόν, για επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές που εκφράζονται με κριτική, επίκριση, επιθετικότητα, υπόδειξη ή απομάκρυνση και διαδραματίζονται πίσω από τους διαλόγους του ζευγαριού παγιδεύοντάς το σε ανεπίλυτες συγκρούσεις. Είναι σημαντικό, λοιπόν, το ζευγάρι να θυμάται την κοινή του αφετηρία, το κοινό αξιακό του σύστημα και να επιστρέφει σε αυτό ως τη θεμελιώδη βάση πάνω στην οποία μπορεί να αναμορφώσει και να βελτιώσει τη σχέση του.

Όπως αναφέρει ο Καραγιάννης (2018) αυτό που εξασφαλίζει την αρμονική συνύπαρξη είναι η εμπιστοσύνη στις προθέσεις του άλλου και όχι η απουσία των διαφωνιών. Εκκινώντας από την κοινή αφετηρία, το ζευγάρι μπορεί να στρέψει την προσοχή του στον τρόπο που αλληλεπιδρά και να αρχίσει να αναγνωρίζει τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα που εγκλωβίζουν τη σχέση του.


Διαβάστε σχετικά: Κρίσιμοι παράγοντες για μια υγιή σχέση


Μια νέα νοηματοδότηση σε αυτά τα πρότυπα συμπεριφοράς θα επιτρέψει στο ζευγάρι να αναζητήσει τρόπους για να βγει από αυτά. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η Johnson (2014) δεν αρκεί να σταματήσουμε τα αρνητικά πρότυπα αλλά χρειάζεται και να ενισχυθεί η αλληλοδέσμευση του ζευγαριού. Η καλή γνώση του εαυτού και η καλή επικοινωνία με τον άλλον θα συμβάλλουν καθοριστικά στην κατεύθυνση αυτή.

Η αυτογνωσία μας επιτρέπει να ακούμε προσεκτικά τις ανάγκες μας και η καλή επικοινωνία να τις εκφράζουμε στον/στην σύντροφό μας με τρόπο που να διευκολύνει τόσο την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών όσο και την έκφραση και ικανοποίηση των αναγκών του/της συντρόφου.

Άλλωστε, για μια ισορροπημένη και ισότιμη σχέση χρειάζεται κάθε σύντροφος να υπερασπίζεται τις ανάγκες του και να ανταποκρίνεται με ευαισθησία στις ανάγκες του/της συντρόφου του (Napier, 2008). Η αυτοεκτίμηση και η εκτίμηση του άλλου, ως εξίσου μοναδικού και σημαντικού προσώπου, αποτελούν αξίες ζωής και βασική προϋπόθεση για μια αρμονική συντροφική σχέση.


Βιβλιογραφικές αναφορές:

  • Ιωαννίδου, Β. (2012). Η τέχνη της συντροφικής ζωής. Αθήνα: Γνώση.
  • Johnson, S. (2014). Κράτα με σφιχτά. Αθήνα: Gutenberg.
  • Καραγιάννης, Δ. (2018). Αλλάζει ο άνθρωπος; Αθήνα: Αρμός.
  • Napier, A. (2008). Το ζευγάρι. Ο εύθραυστος δεσμός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 
γυναίκα κοιτάζεται στον καθρέπτη και ανακαλύπτει την έννοια του ναρκισσισμού

Σύμφωνα με τον ελληνικό μύθο, ο Νάρκισσος ήταν ένας νέος άνδρας ο οποίος είχε ερωτευτεί την αντανάκλασή του στο νερό μιας λίμνης και ο οποίος στην προσπάθειά του να αγκαλιάσει την αγαπημένη του εικόνα πνίγηκε.


Ο Freud χρησιμοποίησε τον όρο "ναρκισσισμός" για να ονομάσει τις καταστάσεις όπου η λίμπιντο ενός ατόμου είναι περισσότερο επενδυμένη στο εγώ του παρά στους άλλους ανθρώπους. Ο τρόπος που κατανοούσε ο Freud το ναρκισσισμό τον οδήγησε να χρησιμοποιήσει τον όρο προκειμένου να αναφέρεται σε ένα ευρύ φάσμα ψυχιατρικών διαταραχών, αν και σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μόνο ένα καθορισμένο είδος διαταραχής προσωπικότητας.

Κάτω από την ονομασία ναρκισσιστικές νευρώσεις, συγκέντρωσε όλες τις διαταραχές στις οποίες η λίμπιντο του ατόμου έχει αποσυρθεί από τα άλλα άτομα ή αντικείμενα και έχει στραφεί προς τα μέσα. Στις περιπτώσεις της σχιζοφρένειας ο Freud παρατήρησε πως η λίμπιντο φαινόταν να έχει αποσυρθεί από τα άλλα άτομα ή τα αντικείμενα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η απόσυρση ίσως να εξηγούσε την απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα, η οποία ήταν ένα τυπικό χαρακτηριστικών αυτών των αρρώστων.

Ο Freud δεν περιόρισε τη χρήση της έννοιας του ναρκισσισμού στις ψυχώσεις. Την ομοφυλοφιλία, ας πούμε, την κατανοούσε σαν μια περίπτωση ναρκισσιστικής επιλογής αντικειμένου. Μια περίπτωση, δηλαδή, όπου το άτομο ερωτεύεται μια εξιδανικευμένη εκδοχή του εαυτού του, όπως την έχει προβάλλει σε ένα άλλο πρόσωπο.

Ακόμη, ο Freud υποστήριζε ότι κατά τη γέννηση υπάρχει μια κατάσταση πρωτογενούς ναρκισσισμού, κατά την οποία όλη η λίμπιντο είναι αποθηκευμένη στο εγώ. Θεωρούσε το νεογνό σαν τελείως ναρκισσιστικό, με όλη τη λίμπιντό του επενδεδυμένη στις σωματικές του ανάγκες και στην ικανοποίησή τους.


Διαβάστε σχετικά: Τα τρία προσωπεία του παθολογικού Ναρκισσισμού


Αυτό αρχίζει να μετατοπίζεται όταν το βρέφος πλέον αναγνωρίζει ότι πέραν του εαυτού του υπάρχει και ένα ξέχωρο πρόσωπο – το άτομο φροντίδας. Η αναγνώριση αυτού του γεγονότος οδηγεί στη βαθμιαία απόσυρση της λίμπιντο από τον εαυτό και στον επαναπροσανατολισμό προς το εξωτερικό αντικείμενο.

Τέλος, ο Freud χρησιμοποίησε τον όρο ναρκισσισμός για να αναφερθεί σε έναν ιδιαίτερο τύπο επιλογής αντικειμένου. Διέκρινε τα αντικείμενα αγάπης σε αυτά που έχουν επιλεγεί “σύμφωνα με τον ναρκισσιστικό τύπο”, είναι η περίπτωση που το αντικείμενο της αγάπης μοιάζει με την εξιδανικευμένη ή φαντασιωτική εικόνα του εαυτού του υποκειμένου, και σε αυτά που έχουν επιλεγεί σύμφωνα με τον “ανακλητικό τύπο”, είναι η περίπτωση που το αντικείμενο της αγάπης μοιάζει με το άτομο που παρείχε φροντίδα στις πρώιμες φάσεις της ζωής του υποκειμένου.

Τα άτομα που έχουν μια έντονη αγάπη για τον εαυτό τους, ιδιαίτερα ορισμένες όμορφες γυναίκες, παρουσιάζουν, σύμφωνα με το Freud, μια έλξη που βρίσκεται πέρα από την αισθητική τους γοητεία. Αυτές οι γυναίκες αναπληρώνουν στους εραστές τους το χαμένο τους ναρκισσισμό, τον οποίο είχαν με την οδύνη αποκηρύξει κατά τη διαδικασία της στροφής προς την αγάπη αντικειμένου.


Βιβλιογραφία

  • Baranger, W. (2018). Freud's on Narcissism. Routledge.
  • Φρόιντ, Σ. (2016). Για το Ναρκισσισμό: Μια Εισαγωγή. Εκδόσεις: Principia.
  • Kaplan, H. I., Sadock, B. J., Grebb, J. A. (1996). Ψυχιατρική. Ιατρικές εκδόσεις: Λίτσας.
  • Watson, P.J., Biderman, M. D. (1993). Narcissistic Personality: Inventory Factors, Splitting and Self-consciousness. Journal of Personality Assesement, 61(1), 41-57.

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...